Τάγματα Ασφαλείας
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τα Τάγματα Ασφαλείας (Τ.Α.) είναι στρατιωτικές ομάδες που έδρασαν στην Ελλάδα κατά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, ως υποστήριξη των γερμανικών δυνάμεων κατοχής.
Δημιουργήθηκαν από την κατοχική κυβέρνηση του Ιωάννη Ράλλη με νόμο που πέρασε στις 7 Απριλίου 1943. Η δημιουργία τους ήταν όρος του πρωθυπουργού του κατεχόμενου Ελληνικού κράτους προς τους γερμανούς κατακτητές του, ώστε να αναλάβει την πρωθυπουργία. Εκτός των ακροδεξιών και φιλοναζιστικών δυνάμεων, τα Τ.Α. στηρίχθηκαν και από μερίδα πρώην βενιζελικών-αντιμοναρχικών όπως ο Θ. Πάγκαλος (παππούς του σημερινού πολιτικού), με τη λογική ότι "ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου", βλέποντάς τα ως μέσον πάλης τόσο ενάντια στους κομμουνιστές όσο και στον αγγλόφιλο εξόριστο βασιλιά Γεώργιο.
Η επάνδρωσή τους γινόταν με αξιωματικούς του στρατού, με υποχρεωτική κλήτευση νέων σειρών και αποστράτων αξιωματικών, με ιδεολογικά αντικομμουνιστές, με καιροσκόπους και πλιατσικολόγους, με συγγενείς θυμάτων του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και με μέλη δεξιόστροφων αντιστασιακών οργανώσεων που διέλυε ο ΕΛΑΣ. Ως ενδυμασία χρησιμοποιούσαν τη στολή των μακεδονομάχων. Οι νεοσύλλεκτοι έδιναν τον παρακάτω όρκο:
Ορκίζομαι εις τον Θεόν τον άγιον τούτον όρκον, ότι θα υπακούω απολύτως εις τας διαταγάς του ανωτάτου αρχηγού του γερμανικού στρατού Αδόλφου Χίτλερ. Θα εκτελώ πιστώς απάσας τας ανατεθεισομένας μου υπηρεσίας και θα υπακούω άνευ όρων εις τας διαταγάς των ανωτέρων μου. Γνωρίζω καλώς ότι διά μίαν αντίρρησιν εναντίον των υποχρεώσεων μου, τας οποίας διά του παρόντος αναλαμβάνω, θέλω τιμωρηθεί παρά των γερμανικών στρατιωτικών νόμων.
Η δράση των Τ.Α. ήταν κατά βάση αντι-εαμική και αντικομμουνιστική. Η συνολική τους δύναμη ανήλθε σε περίπου 22.000 άνδρες, κατανεμημένους σε 9 'ευζωνικά' και 22 'εθελοντικά' τάγματα με επικεφαλής τον αντιστράτηγο των SS Βάλτερ Σιμάνα. Αν και έγινε προσπάθεια να εξαπλωθούν σε ολόκληρη τη χώρα, κύριοι χώροι δράσης τους ήταν η ανατολική Στερεά Ελλάδα και η Πελοπόννησος. Οι στόχοι και οι μέθοδοί τους προκάλεσαν την αποστροφή του λαού, ο οποίος τους αποκαλούσε γερμανοτσολιάδες, ταγματαλήτες και ράλληδες. Παρέμειναν πιστοί στα κατοχικά στρατεύματα ακόμα και κατά την πτώση του Άξονα, αναλαμβάνοντας να απασχολούν τον ΕΛΑΣ ώστε ο γερμανικός στρατός να αποχωρήσει με ασφάλεια από την Ελλάδα.
Κατά τη διάρκεια του πολέμου, η εξόριστη κυβέρνηση του Καΐρου τους χαρακτήρισε ως προδοτικώς δρώντες. Μετά την απελευθέρωση κάποια από τα μέλη τους καταδικάσθηκαν και φυλακίσθηκαν. Ίδια τύχη είχε και ο εμπνευστής τους Ιωάννης Ράλλης, ο οποίος κρίθηκε ένοχος εσχάτης προδοσίας και πέθανε το 1946 στη φυλακή. Παρ' όλα αυτά, εν μέσω της σύγκρουσης μεταξύ των εαμογενών και των αστικών κομμάτων για την κατάληψη της εξουσίας (Εμφύλιος 1946-1949), οι δεύτεροι στρατολόγησαν μέλη ή ολόκληρες ομάδες των Τ.Α. στις τάξεις τους, στηριζόμενοι στον υπέρμετρο αντικομμουνισμό τους, αποφυλακίζοντας παράλληλα πολλούς από τους καταδικασμένους.
Μολονότι τελικά τα πρώην μέλη των Τ.Α. βρέθηκαν στην πλευρά των νικητών μετά τον εμφύλιο πόλεμο, ουδέποτε κατάφεραν να κερδίσουν αισθήματα συμπάθειας ή έστω ουδετερότητας. Μέχρι και σήμερα ο χαρακτηρισμός ταγματασφαλίτης είναι στη λαϊκή κουλτούρα ύβρις, συνώνυμη της προδοσίας και του δοσιλογισμού.
Τα τελευταία χρόνια γίνεται μία προσπάθεια αναθεώρησης του ρόλου των Ταγμάτων Ασφαλείας από μία μειοψηφία ιστορικών, προερχομένων κυρίως από ακαδημαϊκούς κύκλους των ΗΠΑ. Οι ιστορικοί αυτοί υποστηρίζουν ότι η ιστορία του εμφυλίου έχει γραφεί με μη αντικειμενικό τρόπο και ότι τα Τ.Α. ήταν η λαϊκή πολιτοφυλακή απέναντι στις εαμικές αυθαιρεσίες. Παρά την αναζοπύρωση του διαλόγου γύρω από αυτά τα ζητήματα, οι συγκεκριμένες απόψεις παραμένουν σαφώς μειοψηφικές.
[Επεξεργασία] Βιβλιογραφία
- Βουρνάς Τάσος, Ιστορία της Νεώτερης και Σύγχρονης Ελλάδας, τόμοι Γ (ISBN:960-600-526-7) και Δ (ISBN:960-600-527-5) (Πατάκης, 2005)
- Δουατζής Γιάννης, Οι Ταγματασφαλίτες (Αφοί Τολίδη, 1983)
- Μαζάουερ Μαρκ, Στην Ελλάδα του Χίτλερ (Πατάκης, 1993)