Ιωάννης ο «Ιταλός»

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ιωάννης ο «Ιταλός» (1025 – 1090). Νορμανδικής καταγωγής φιλόσοφος του Μεσαίωνα, μαθητής του Βυζαντινού Ψελλού και μάλιστα από το 1055 διάδοχός του ως «ύπατος των φιλοσόφων».

Έγινε στόχος της θεοκρατίας της Κωνσταντινουπόλεως όταν σε κάποια στιγμή τόλμησε να καταθέσει μία ειλικρινή προσέγγιση της νεοπλατωνικής φιλοσοφίας που φυσικά τον έθεσε εκτός των ορίων του Χριστιανισμού. Ο Ιωάννης διακήρυσσε ότι μόνον η πραγματική, δηλαδή κοσμική, επιστήμη μπορεί να διερευνήσει την Αλήθεια , ότι η φιλοσοφική σκέψη είναι αυτόνομη από τα εκκλησιαστικά δόγματα έως και ξένη προς αυτά, ότι τόσο οι Ιδέες όσο και η Ύλη είναι αιώνιες, ότι υπάρχει παλιγγενεσία των ψυχών, ότι ισχύει το " Ουδέν εξ ουδενός " των Εθνικών φιλοσόφων και δεν υπάρχει εκ του μηδενός δημιουργία και ότι τα θαύματα πρέπει να απορρίπτονται ως αντικείμενα στους φυσικούς νόμους.

Αφού πρώτα απειλήθηκε από τον υποδαυλισμένο όχλο με λιντσάρισμα, δικάστηκε τελικά το 1082 ως αποστάτης στην « ειδωλολατρία » (ως «διαδόσας τις μακάβριες διδασκαλίες των Ελλήνων») σε Σύνοδο στην οποία πρωτοστάτησε ο ίδιος ο πατριάρχης Ευστράτιος Γαρίδας. Ακολούθησε καταδίκη του σε υποχρεωτικό ισόβιο εγκλεισμό σε μοναστήρι, αφού πρώτα δέχθηκε 11 συνολικά αναθέματα.