Σύνοδος της Εφέσου
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Το 449 συνέρχεται η Σύνοδος της Εφέσου η λεγόμενη ληστρική.
Στη σύνοδο αυτή που κατά την άποψη των ορθοδόξων είναι από κανονικής και δογματικής άποψης αποβλητέα, οι Αλεξανδρινοί Μονοφυσίτες, με αρχηγό τον Διόσκορο, που ήταν πρόεδρος της συνόδου, ανάγκασαν όσα από τα μέλη δεν συμφωνούσαν, να αναγνωρίσουν τη διδασκαλία του Ευτυχή ως ορθόδοξη και να καταδικάσουν όσους ήταν αντίθετοι στο νέο δόγμα.
Ο αυτοκράτορας επικύρωσε τις αποφάσεις τής συνόδου, αναγνωρίζοντας την επισήμως ως Οικουμενική.
Μια ταραγμένη περίοδος ακολούθησε τη «ληστρική» σύνοδο, κατά τη διάρκεια τής οποίας, το 450, πέθανε ο Θεοδόσιος, αφήνοντας για τους διαδόχους του τη λύση τού προβλήματος τού Μονοφυσιτισμού, το οποίο έχει μεγάλη σημασία για την ιστορία τού Βυζαντίου.
Στη σύνοδο αυτή, επιδιώχθηκε επικύρωση της αιρετικής κατά την ορθόδοξη πίστη διδασκαλίας, που εμφανίστηκε στην Αντιόχεια στα τέλη του 4ου αιώνα και αναφέρει ότι δεν υπήρξε πλήρης η ενότητα τών δύο φύσεων τού Χριστού, ενώ σύμφωνα με το ορθόδοξο δόγμα, ο Ιησούς υφίσταται σε ένα μόνο πρόσωπο και τις δύο φύσεις, την ανθρώπινη και τη θεία ως «διακεκριμένες και μη διηρημένες, ενωμένες και μη συγχεόμενες».
Ορθόδοξες & Καθολικές | Πρώτη Σύνοδος της Νίκαιας | Πρώτη Σύνοδος της Κωνσταντινούπολης | Σύνοδος της Εφέσου | Σύνοδος της Χαλκηδόνας | Δεύτερη Σύνοδος της Κωνσταντινούπολης | Τρίτη Σύνοδος της Κωνσταντινούπολης | Πενθέκτη Σύνοδος | Δεύτερη Σύνοδος της Νίκαιας | Τέταρτη Σύνοδος της Κωνσταντινούπολης |
---|---|
Προχαλκηδόνιες Ορθόδοξες | Πέμπτη Σύνοδος της Κωνσταντινούπολης | Σύνοδος της Ιερουσαλήμ |
Ρωμαιοκαθολικές | Σύνοδος του Σούτρι | Πρώτη Σύνοδος του Λατερανού | Δεύτερη Σύνοδος του Λατερανού | Τρίτη Σύνοδος του Λατερανού | Τέταρτη Σύνοδος του Λατερανού | Πρώτη Σύνοδος της Λυώνος | Δεύτερη Σύνοδος της Λυώνος | Σύνοδος της Βιέν | Σύνοδος της Πίζας | Σύνοδος της Κωνστάντιας | Σύνοδος της Σιένας | Σύνοδος της Φλωρεντίας | Πέμπτη Σύνοδος του Λατερανού | Σύνοδος του Τριέδου | Πρώτη Βατικάνεια Σύνοδος | Δεύτερη Βατικάνεια Σύνοδος |