Αρχαία Ελλάδα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ελληνική ιστορία
Μινωικός πολιτισμός (3000-1420 π.Χ.)
Αιγαιακός πολιτισμός (1600 π.Χ.)
Μυκηναϊκή περίοδος (περ. 1600-1100 π.Χ.)
Γεωμετρική Εποχή (1100-800 π.Χ.)
Αρχαία Ελλάδα (800-323 π.Χ.)
Μακεδονική περίοδος (μόνο για την Ελλάδα)
Ελληνιστική περίοδος (323-146 π.Χ.)
Ρωμαϊκή περίοδος (146 π.Χ.-330 μ.Χ.)
Βυζαντινή περίοδος (330-1453)
Οθωμανική περίοδος (1453-1821)
Νεότερη Ελλάδα (1821 έως σήμερα)
Σχετικά
Αρχαία ελληνική γραμματεία
Ελληνική γλώσσα
Ονομασίες Ελλήνων

Αρχαία Ελλάδα είναι ο όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τον ελληνόφωνο κόσμο στους αρχαίους χρόνους. Αναφέρεται όχι μόνο στο έδαφος του παρόντος ελληνικού κράτους, αλλά και σε εκείνες τις περιοχές που εγκαταστάθηκαν στους αρχαίους χρόνους Έλληνες, όπως η Κύπρος, τα δυτικά παράλια της Τουρκίας (τότε γνωστή ως Ιωνία), της Σικελίας και της νότιας Ιταλίας (γνωστής ως Μεγάλη Ελλάδα), και των διεσπαρμένων ελληνικών τακτοποιήσεων στις ακτές που είναι τώρα η Αλβανία, η Βουλγαρία, η Αίγυπτος, η Γαλλία, η Λιβύη, η Ισπανία, και η Ουκρανία.

Πίνακας περιεχομένων

[Επεξεργασία] Η προέλευση του αρχαιοελληνικού πολιτισμού

Κυκλαδικό ειδώλιο, 3000 π.Χ.
Μεγέθυνση
Κυκλαδικό ειδώλιο, 3000 π.Χ.

Σύμφωνα με τις επικρατούσες έως τώρα θεωρίες, οι Έλληνες μετανάστευσαν νότια στην ελληνική χερσόνησο σε αρκετά αποικιστικά κύματα ήδη από την τρίτη χιλιετηρίδα π.Χ., για να αναμιχθούν με τους τοπικούς προελληνικούς -πελασγικούς- πληθυσμούς και να διαμορφώσουν εντέλει αυτό που γνωρίζουμε σήμερα ως αρχαιοελληνικό πολιτισμό. Σε ό,τι αφορά στην ηπειρωτική Ελλάδα, η περίοδος από το 1600 έως το 1100 π.Χ. περιγράφεται ως Μυκηναϊκή Περίοδος. Η περίοδος από το 1100 π.Χ. έως τον 8ο αι. περιγράφεται ως Σκοτεινοί αιώνες ή Γεωμετρική Εποχή, για την οποία διαθέτουμε πλέον τις ανάλογες αρχαιολογικές μαρτυρίες, αλλά και ενδιαφέρουσες θεωρίες σημαντικών ιστοριογράφων της εποχής μας, που ενίοτε αντικροούουν τις κλασικές γνώσεις μας για τη ροή της ελληνικής ανάπτυξης Από τον 8ο έως τον τέταρτο αιώνα Αρχαϊκής Εποχής γίνεται η ανάπτυξη του κλασικού κόσμου έως τον θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου, (323 π.Χ.) και η επακόλουθη ανάπτυξη του ελληνιστικού κόσμου.

Η τεκμηρίωση των ιστορικών γεγονότων που συνοδεύουν την ανάπτυξη του ελληνικού πολιτισμού, πέραν των φιλολογικών μαρτυριών ιστορικών όπως ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο Ξενοφών, ή ρητόρων όπως ο Δημοσθένης και ο Ισοκράτης ή φιλοσόφων όπως ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης είναι εφικτή και μέσω της ερμηνείας των αρχαιολογικών ευρημάτων. Επίσης,παρόλο που σε γενικές γραμμές η αρχαία ιστοριογραφία επικεντρώνεται κυρίως στην ανάπτυξη της Αθήνας, σύγχρονοι ερευνητές έχουν δημοσιεύσει σωρεία μελετών για τις άλλες πόλεις της ηπειρωτικής Ελλάδας, παρέχοντάς μας πλέον μια σφαιρική εικόνα του αρχαιοελληνικού πολιτισμού.

[Επεξεργασία] Η άνοδος της Ελλάδας και η περίοδος των αποικισμών

thumb 150x

Κατά τον 8ο αιώνα π.Χ. προβάλλοντας από τη Γεωμετρική Περίοδο η Ελλάδα μεταβάλλει τον πολιτισμό της από προφορικό σε γραπτό. Η χρήση ενός προσαρμοσμένου από τη φοινική γραφή αλφάβητου μας παρέχει τις πρώτες γραπτές μαρτυρίες μιας ουσιαστικής μεταβολής για τον ελληνικό πολιτισμό, ενώ η ανάπτυξη της μνημειακής γλυπτικής και της κεραμικής τον θεμελιώνει σε μια τεχνολογική και καλλιτεχνική βάση. Βέβαια, η ενοποιημένη άποψη που έχουμε σήμερα για τον ελληνικό πολιτισμό δε συνεπάγεται και την ανάλογη ενότητα σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο εκείνα τα χρόνια. Εξαιτίας της γεωγραφικής της ιδιαιτερότητας η Ελλάδα της αρχαϊκής και της κλασικής περιόδου ακολουθεί λίγο-πολύ τον τοπικισμό της μυκηναϊκής εποχής, διαιρεμένη σε μικρές ανεξάρτητες κοινότητες που χαρακτηρίζονται με τον γενικό όρο πόλις-κράτος.

Η οικονομική και δημογραφική ανάπτυξη του ελλαδικού χώρου αλλά και οι ενδοκοινοτικές πολιτικές συγκρούσεις οδήγησαν ένα τμήμα του ηπειρωτικού και του νησιωτικού πληθυσμού σε ένα ρεύμα αποικισμών, που είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας Μεγάλης Ελλάδας. Από το 750 π.Χ. έως το 500 π.Χ. οι Έλληνες δημιούργησαν αποικίες προς όλες τις κατευθύνσεις. Προς την ανατολή αποίκισαν αρχικά τις ακτές του Αιγαίου στη Μικρά Ασία, κατόπιν την Κύπρο και τις ακτές της Θράκης, τον Βόσπορο και τις νότιες ακτές της Μαύρης Θάλασσας, ως τη σημερινή Ουκρανία. Προς τη δύση οι Έλληνες αποίκισαν την Ιλλυρία (σημερινή Αλβανία), τη Σικελία και τη Νότια Ιταλία, την Κορσική και τις βόρειες μεσογειακές ακτές που καλύπτει η σύγχρονη Γαλλία και η Ισπανία, ως τις Ηράκλειες Στήλες. Ελληνικές αποικίες απαντώνται, επίσης, στην Αίγυπτο και τη Λιβύη. Πόλεις όπως η Συρακούσα, η Νάπολη, η Μασσαλία ή η Κωνσταντινούπολη προέκυψαν στην πραγματικότητα από τις ελληνικές αποικίες των Συρακουσών, Νεάπολης, ή του Βυζάντιου, αποικίας των Μεγαρέων.

Έως τον 6ο π. Χ. αι. η Ελλάδα έγινε το πολιτισμικό και γλωσσικό κέντρο μιας γεωγραφικής περιοχής πολύ μεγαλύτερης των φυσικών ορίων της. Αν και οι αποικίες δεν ελέγχονταν πολιτικά από τις μητροπόλεις τους -το αντίθετο θα έλεγε κανείς- η διατήρηση των εμπορικών, θρησκευτικών και πολιτισμικών δεσμών βοήθησε στη δημιουργία ενός ζωντανού ιστού αλληλεπίδρασης που λίγο-πολύ δικαιολογεί τον όρο Μεγάλη Ελλάδα. Η κλασική περίοδος χαρακτηρίζεται έντονα από την ανάπτυξη της πόλης-κράτους, που έγινε πλέον η βασική μονάδα κοινωνικής, πολιτικής και πολιτισμικής ανάπτυξης των Ελλήνων.

[Επεξεργασία] Περσικοί πόλεμοι

Θεμιστοκλής, ο εγκέφαλος της αμυντικής τακτικής στη ναυμαχία της Σαλαμίνας
Μεγέθυνση
Θεμιστοκλής, ο εγκέφαλος της αμυντικής τακτικής στη ναυμαχία της Σαλαμίνας

Οι περσικοί πόλεμοι είναι το αποτέλεσμα της επιθυμίας της περσικής αυτοκρατορίας να επεκταθεί πέραν του Αιγαίου στην Βαλκανική χερσόνησο. Στην Ιωνία ελληνικές πόλεις-κράτη, όπως η Μίλητος ή η Αλικαρνασσός, αποδυναμωμένες από τις εσωτερικές πολιτικές τους διαμάχες δεν κατόρθωσαν να διατηρήσουν την ανεξαρτησία τους επί βασίλείας του Κύρου και υποτάχθηκαν στον υπασπιστή του Άρπαγο, που κυρίευσε τις πόλεις μία-μία, ή συνήψαν συμμαχίες στα μέσα του 6ου μ.Χ. αι. Όσοι δεν επιθυμούσαν τον περσικό ζυγό, όπως οι Φωκαείς και οι κάτοικοι της Τέω έφυγαν ιδρύοντας αποικίες στην Κορσική οι πρώτοι στα Άβδηρα της Θράκης οι δεύτεροι. Το 499 π.Χ. οι Έλληνες εξεγέρθηκαν στην αποκαλούμενη Ιωνική Επανάσταση, στη διάρκεια της οποίας βοήθησε η Αθήνα και άλλες ελληνικές πόλεις.

Καταστέλλοντας το 494 π.Χ. την Ιωνική επανάσταση με την πυρπόληση της Μιλήτου ο πέρσης βασιλέας Δαρείος Α΄ επιχείρησε το καλοκαίρι του 490 π.Χ. να τιμωρήσει τους Έλληνες για τη συμμετοχή τους στην εξέγερση στέλνοντας στόλο με επικεφαλής τον Μήδο Δάτι και τον Αρταφέρνη, γιο του σατράπη των Σάρδεων. Ο άμεσος στόχος ήταν η υποταγή της Ερέτριας και της Αθήνας και η επιστροφή του Ιππία στη διακυβέρνηση των Αθηνών -ένα δείγμα της άριστης εξωτερικής πολιτικής των Περσών που εκμεταλλεύονταν στο έπακρο τις εσωτερικές πολιτικές διαφωνίες των αντιπάλων τους. Οι Πέρσες υπέταξαν την Ερέτρια και οδηγούμενοι από τον γέροντα Ιππία στράφηκαν προς την Αθήνα. Έτοιμοι οι Αθηναίοι για την επέβαση ανέπτυξαν τις δυνάμεις τους στην πεδιάδα του Βρανά στον Μαραθώνα, απέναντι από το στρατόπεδο των Περσών. Στη μάχη που ακολούθησε υπολογίζεται ότι πολέμησαν περίπου 10.000 Αθηναίοι και 30.000 Πέρσες. Οι Έλληνες για πρώτη φορά στη μάχη του Μαραθώνα νίκησαν τις μηδικές δυνάμεις υπό τις διαταγές του στρατηγού Μιλτιάδη, αναπτερώνοντας το πεσμένο από τις αλλεπάλληλες ήττες ηθικό των Ελλήνων.

Δέκα χρόνια αργότερα, στην περίδο 481-480 π.Χ. ο διάδοχος του Δαρείου ο Ξέρξης Α΄ ετοιμάστηκε να εκστρατεύσει με μια τεράστια για τα δεδομένα της εποχής στρατιά. Οι κήρυκές του διέσχισαν την Ελλάδα απ' άκρου σ' άκρο, αναζητώντας πόλεις πρόθυμες να συμμαχήσουν, εξαγοράζοντας την ασφάλειά τους. Υπό αυτές τις συνθήκες, οι πόλεις που πίστευαν στη δυνατότητα αντίστασης στην επερχόμενη εισβολή συνεδρίασαν στην Κόρινθο το 481 π.Χ. και αποφάσισαν να αντιμετωπίσουν -αναθέτοντας τη γενική διοίκηση του και των ναυτικών δυνάμεων στην Σπάρτη- τον περσικό στρατό στα στενά -τότε- των Θερμοπυλών, το κλειδί πέρασμα της κεντρικής Ελλάδας. Ο Ξέρξης Α' επικεφαλής της στρατιάς του το 480 π.Χ. μπήκε ανενόχλητος στη Θεσσαλία και πήρε με το μέρος του όσες πόλεις είχαν μηδίσει. Απέναντί του στα στενά παρατάχθηκαν σύμφωνα με τον Ηρόδοτο 300 Λακεδαιμόνιοι, 1.000 Τεγεάτες και Μαντινείς, 120 από τον Ορχομενό της Αρκαδίας και άλλοι 1.000 Αρκάδες, 400 Κορίνθιοι, 200 από τον Φλιούντα και 80 από τις Μυκήνες. Σε αυτούς προστέθηκαν 700 Θεσπιείς και τετρακόσιοι Θηβαίοι. Πάλι σύμφωνα με τον Ηρόδοτο Ο στρατός των Περσών ξεπερνούσε τα 1.500.000 άνδρες, ενώ ο στόλος τους τα 1.207 πλοία. Αυτοί οι αριθμοί είναι βέβαια υπερβολικοί και είχαν ως στόχο τους να υπερτονίσουν την ελληνική νίκη. Yπό ευνοϊκές συνθήκες οι Πέρσες εκστράτευσαν κατά της Ελλάδας με 200.000 περίπου μάχιμους και 700 περίπου πλοία. Σύμφωνα με το σχέδιο του Θεμιστοκλή -στρατηγού πλέον στην Αθήνα και πραγματικού εγκέφαλου της ελληνικής αμυντικής τακτικής- οι ναυτικές δυνάμεις των Ελλήνων παρατάχθηκαν στο Αρτεμίσιο, στα ανοικτά της βόρειας Εύβοιας, για να αντιμετωπίσουν τον περσικό στόλο.

Οι Έλληνες έχασαν τη μάχη στις Θερμοπύλες και τις αψιμαχίες στο Αρτεμίσιο, αν και ο περσικός στόλος σκόρπισε από μια θύελλα. Ο Ξέρξης προχώρησε προς τη Βοιωτία με τελικό στόχο την Αθήνα. Οι Αθηναίοι δια ψηφίσματος του Θεμιστοκλή εγκατέλειψαν την Αθήνα και ο ελληνικός στόχος ναυλώχησε στον κόλπο της Σαλαμίνας, για να καλύψει την υποχώρηση των Αθηναίων και ετοιμάστηκε να αντιμετωπίσει τον περσικό στόλο. Ο Ξέρξης κατέλαβε και πυρπόλησε την Αθήνα και εν τέλει ναυμάχησε με τους Έλληνες στη Ναυμαχία της Σαλαμίνας. Η πανωλεθρία του περσικού στόλου είχε ως αποτέλεσμα τη φυγή του περσικού στόλου και του Ξέρξη στην Ασία. Άφησε πίσω του τον στρατηγό Μαρδόνιο με διαταγές να συνάψει ειρήνη με τους Αθηναίους και να χτυπήσει τη Σπάρτη. Οι Αθηναίοι αρνήθηκαν τη συμμαχία και έτσι οι Πέρσες και οι Έλληνες συναντήθηκαν για άλλη μια φορά στις Πλαταιές της Βοιωτίας και και τη Μυκάλη. Η δεύτερη ήττα των Περσών και ο θάνατος του Μαρδόνιου ανάγκασαν τον Αρτάβαζο να οδηγήσει τα απομεινάρια του περσικού στρατού πίσω στην Ασία.

Η σημασία που είχε για τους Έλληνες τούτη η νίκη τους επί των Περσών ήταν ζωτική. Όχι μόνον απομάκρυνε τον κίνδυνο της πλήρους υποταγής, αλλά προκάλεσε και μια σειρά κοινωνικών αλλαγών επί το δημοκρατικότερον και έδωσε επιπλέον την ευκαιρία στους Αθηναίους, μετά την πολιαρκία της Σηστού στον Ελλήσποντο και την αποχώρηση των Σπαρτιατών, να αναδειχθούν ως ηγετική δύναμη στον ελλαδικό χώρο, εγκαθιδρύοντας τη Συμμαχία της Δήλου.

[Επεξεργασία] Η αθηναϊκή ηγεμονία

Περικλής, προτομή από το Βρετανικό Μουσείο
Μεγέθυνση
Περικλής, προτομή από το Βρετανικό Μουσείο

Μετά τους Περσικούς πολέμους η πόλη της Αθήνας έγινε ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης στη θάλασσα και το εμπόριο, αν και σοβαρός ανταγωνιστής της παρέμεινε η Κόρινθος με τη γεωργική παραγωγή και τα φημισμένα κεραμεικά της εργαστήρια. Ηγετική φυσιογνωμία του χρυσού αιώνα όπως αποκαλείται για την αθηναϊκή ανάπτυξη και την κυριαρχία της στις άλλες πόλεις υπήρξε ο Περικλής, για τον οποίο πληροφορίες συλλέγουμε από τον Θουκυδίδη και τον Πλούταρχο. Είναι εκείνος που χρησιμοποιεί τα χρήματα των συμμάχων του, προκειμένου να χτίσει τον Παρθενώνα άλλα λαμπρά μνημεία της κλασικής Αθήνας. Ως τα μέσα, καθοδηγούμενη από την απληστία της Αθήνας η συμμαχία της Δήλου μετατράπηκε ουσιαστικά σε αθηναϊκή αυτοκρατορία, γεγονός που επικυρώθηκε από τη μεταφορά του συμμαχικού θησαυρού από τη Δήλο στον Παρθενώνα το 454 π.Χ.

Όπως ήταν φυσικό ο πλούτος της Αθήνας προσέλκυσε χαρισματικούς ανθρώπους από όλη την Ελλάδα, παρόλη την αυστηρότητα του καθεστώτος των μετοίκων. Η ίδια η αθηναϊκή πολιτεία προώθησε τη γνώση και τις τέχνες. Έγινε το κέντρο της αρχαιοελληνικής λογοτεχνίας, της φιλοσοφίας και των τεχνών (βλ. θέατρο και γλυπτική). Ορισμένα από τα μεγαλύτερα ονόματα των τεχνών και των γραμμάτων έζησαν στην Αθήνα αυτής της περιόδου: ανάμεσά τους δραματικοί ποιητές όπως ο Αισχύλος, o Σοφοκλής, o Ευριπίδης και ο κωμωδιογράφος Αριστοφάνης, φιλόσοφοι όπως ο Αριστοτέλης, ο Πλάτων και ο Σωκράτης, ιστοριογράφοι όπως ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης και ο Ξενοφών, ποιητές όπως ο Σιμωνίδης και γλύπτες όπως ο Φειδίας. Η πόλη έγινε -σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου του Περικλή- "το σχολείο της Ελλάδας", (βλ. επίσης Εκπαίδευση στην αρχαία Ελλάδα).

Οι άλλες ελληνικές πόλεις-κράτη αποδέχθηκαν αρχικά την αθηναϊκή ηγεμονία στον διαρκή πόλεμο κατά των Περσών, αλλά σταδιακά η Αθήνα εξελίχθηκε σε ιμπεριαλιστική δύναμη. Μετά την ολοκληρωτική νίκη των Ελλήνων επί των Περσών, όμως, ορισμένες πολιτείες δυσανασχέτησαν και επεχείρησαν να αποσχισθούν από τη συμμαχία, με αποτέλεσμα την πλήρη και ωμή επίδειξη πολεμικής ισχύος από μέρους της Αθήνας, όπως τουλάχιστον την καταθέτει ο Θουκυδίδης στον περίφημο διάλογο των Μηλίων, μεσούντος του Πελοποννησιακού πολέμου. Ο διάλογος, έτσι όπως κατατίθεται από τον ιστορικό, είναι επίδειξη πολιτικού ρεαλισμού, σε ό,τι αφορά στην πολεμική ισχύ. Επιβάλλεται το δίκαιο του ισχυροτέρου και η άποψη των Μηλίων πως η παράδοση είναι πράξη δειλίας, αντιμετωπίζεται περιφρονητικά από τους Αθηναίους (Θουκυδίδης 5.100). Αν οι Μήλιοι επιδείξουν σωφροσύνη -κλασική αρετή στην κοινωνία του 5ου π.Χ. αιώνα- τότε θα αναγνωρίσουν ότι δεν είναι αγών από του ίσου περί ανδραγαθίας και ότι η τιμωρία δεν είναι η αισχύνη (Θουκυδίδης 5.101). Το θέμα είναι η επιβίωση και εδώ οι ηθικοί φραγμοί δεν έχουν κανένα νόημα. Σύμφωνα με τη γλώσσα του αθηναίου ιστορικού, είναι δύσκολο να ανταγωνιστεί κανείς την φυσική πραγματικότητα –στην προκειμένη περίπτωση την πολεμική ισχύ των Αθηνών. Αυτό είναι το κομβικό σημείο με το οποίο ανοίγουν και κλείνουν οι Αθηναίοι το διάλογό τους με τους Μηλίους. Αντίθετα με τους Αθηναίους του Ηρόδοτου, που ποτέ δεν παραδίδονται στον Ξέρξη και αρνούνται να προδώσουν τους Έλληνες, οι Αθηναίοι του Θουκυδίδη αποτιμούν ψυχρά την πολεμική ισχύ τους και φυσικά ακολουθούν τη λογική αυτής της αποτίμησης με τα ανάλογα αποτελέσματα ενός εμφύλιου σπαραγμού.

[Επεξεργασία] Πελοποννησιακός πόλεμος

Αλκιβιάδης
Μεγέθυνση
Αλκιβιάδης

Αυτό που είναι σήμερα γνωστό ως Πελοποννησιακός πόλεμος ήταν στην πραγματικότητα ο δεύτερος πόλεμος μεταξύ των συνασπισμών της Αθήνας και της Σπάρτης. Η σύγκρουση μεταξύ της Αθήνας και της Σπάρτης έχει τις ρίζες της στους περσικούς πολέμους του 5ου π.Χ. αιώνα. Μετά από την περσική εκστρατεία του Ξέρξη ενάντια στην Ελλάδα και την επακόλουθη απώθησή του το 479, οι Αθηναίοι ανέλαβαν την ηγεσία του πολέμου ενάντια στην Περσία στις ελληνικές ακτές της Μικράς Ασίας. Η συμμαχία της Δήλου, που σχηματίστηκε το 478, πήρε τη μορφή μιας αυτοκρατορίας, καθώς οι Αθηναίοι άρχισαν να χρησιμοποιούν την ωμή δύναμη, για να αποτρέψουν οποιονδήποτε από τους «συμμάχους» τους να αποσυρθεί από τη συμμαχία. Τούτο είχε ως αποτέλεσμα την εγρήγορση της Σπάρτης και εν τέλει τη στρατιωτική επέβασή της ενάντια στις φιλοδοξίες των Αθηναίων για πανελλήνια κυριαρχία.

Ο Πελοποννησιακός πόλεμος διαιρείται παραδοσιακά σε τρεις φάσεις: τον Αρχιδάμειο πόλεμο (431-421 π.Χ.), την Ειρήνη του Νικία και τη Σικελική εκστρατεία (420-413 π.Χ.) και τον Ιωνικό πόλεμο (412-404). Τα πρώτα δέκα χρόνια του πολέμου πήραν το όνομα του σπαρτιάτη βασιλέα Αρχίδαμου Β΄, που ξεκίνησε τον πόλεμο ενάντια στην Αθήνα και του οποίου η προσεκτική πολιτική κυριάρχησε στην σπαρτιατική στρατηγική των πρώτων πολεμικών επιχειρήσεων.

Η σπαρτιατική στρατηγική σύμφωνα με τον Αρχίδαμο ήταν η συγκέντρωση των στρατευμάτων της συμμαχίας στον Ισθμό και η εισβολή στην αττική γη. Η στρατηγική των Αθηναίων, αντίθετα, προϊόν της ευφυΐας του Περικλή ήταν η απόσυρση των κατοίκων της υπαίθρου εντός των τειχών και η εκτεταμένη επιθετική παρουσία του αθηναϊκού στόλου στις ακτές της Πελοποννήσου (Ναύπακτος). Παρόλο που αυτή η στρατηγική απέδωσε καρπούς ο λοιμός που ξέσπασε στην Αθήνα αφάνισε περίπου το 1/4 των πολιτών, περιλαμβανομένου του Περικλή και των γιών του.

Μετά τον θάνατο του Περικλή οι Αθηναίοι εγκατέλειψαν κατά προτροπή του δημαγωγού Κλέωνα, την πρότερη συντηρητική και αμυντική τακτική τους φέρνοντας τον πόλεμο κοντά στη Σπάρτη και τους συμμάχους της και χτίζοντας φρούρια σε σημαντικές για τον πόλεμο περιοχές. Ένα από τα σημαντικότερα βρισκόταν κοντά στην Πύλο, στο νησάκι της Σφακτηρίας. Εκεί οι Αθηναίοι όχι μόνο δέχονταν τους αποστάτες είλωτες της σπαρτιατικής συμμαχίας, αλλά εξωθούσαν τους είλωτες σε εξέγερση. Οι αποφασιστικές μάχες, τις οποίες κέρδισαν οι Αθηναίοι και ο άπειρος πολεμικά Κλέων, δόθηκαν στην Πύλο και τη Σφακτηρία. Οι Σπαρτιάτες υπό την καθοδήγηση του Βρασίδα στράφηκαν στην αθηναϊκή αποικία της Αμφίπολης, η οποία ήλεγχε τους πόρους του παρακείμενου ορυχείου αργύρου, πόρους με τους οποίους χρηματοδοτείτο οι αθηναϊκός στρατός. Στη μάχη της Αμφίπολης τόσο ο Κλέων όσο και ο Βρασίδας σκοτώθηκαν. Οι αντίπαλοι αντάλλαξαν αιχμαλώτους και υπέγραψαν ανακωχή.

Η ειρήνη του Νικία κράτησε έξι περίπου χρόνια, χωρίς ούτε μια στιγμή να πάψουν οι αψιμαχίες και οι τακτικοί ελιγμοί ανάμεσα στα δύο αντίπαλα στρατόπεδα, όπως και οι εσωτερικές εντάσεις στην αθηναϊκή και τη σπαρτιατική συμμαχία. Καθ' ον χρόνο οι Σπαρτιάτες απείχαν από τη στρατιωτική δράση, ορισμένοι από τους συμμάχους τους άρχισαν να μιλούν για εξέγερση. Υποστηρικτής τους ήταν το Άργος, ισχυρή πολιτεία στην Πελοπόννησο. Οι Αργείοι, σύμμαχοι των Αθηναίων, κατόρθωσαν να σχηματίσουν μια ισχυρή συμμαχία κατά των Σπαρτιατών. Στη μάχη της Μαντίνειας το 418 π.Χ., Οι Λακεδαιμόνιοι με τους γείτονές τους Τεγεάτες, αντιμετώπισαν τον ενωμένο στρατό του Άργους, των Αθηνών και της Μαντίνειας της Αρκαδίας.Η συμμαχία είχε γίνει και με τις διπλωματικές κινήσεις του Αλκιβιάδη, αλλά το αποτέλεσμα ήταν αντίθετο απ'ότι προσδοκούσε.Η Σπάρτη ισχυροποιήθηκε,σταθεροποίησε την κατάσταση στην Πελοπόννησο και κανένας στην Πελοποννησιακή Συμμαχία δεν αμφισβήτησε την πρωτοκαθεδρία της μέχρι το τέλος του πολέμου.


Η φιλοδοξία του Αλκιβιάδη δεν περιορίστηκε μετά την μάχη της Μαντίνειας.Αντίθετα μάλιστα μεγάλωσε, αν κρίνουμε από το μεγαλεπίβολο σχέδιό του για ανάμειξη της Αθήνας στη Δύση και συγκεκριμένα στη Σικελία όπου η πόλη της Εγέστας ζήτησε τη βοήθεια της Αθήνας κατά των Συρακουσών.

[Επεξεργασία] Σπαρτιατική και θηβαϊκή κυριαρχία

Κάτι που πιθανώς θα έπρεπε να έχει ανφερθεί σε μεγαλύτερη κλίμακα είναι η Σπάρτη με μία άλλη ματιά. Την ματιά της υπερδύναμης.Ερευνες απέδειξαν ότι οι Σπαρτιάτες που καταγονταν από τους Δωριείς ήλθαν από βορειότερα (περιοχή νότια της σημερινής Ρουμανίας) περίπου 5000 χρόνια πριν την γέννηση του Χριστού.Μαζί ώς γνωστόν έφεραν και τον σίδηρο και την επεξεργασία του. Αυτό όμως που δεν αναφέρεται είναι το εξής: Οι Σπαρτιάτες ήταν οι πρώτοι άνθρωποι που κατασκεύασαν ατσάλι και χάλυβα. Όσο απίστευτο κι αν φαίνεται οι Σπαρτιάτες είχαν επίγνωση όλων αυτών. Βέβαια σήμερα, στον 21ο αιώνα των ανακαλύψεων αυτό δεν έχει μεγάλη σημασία.Με τα δεδομένα της εποχής όμως ήταν ανάλογο με την κατοχή ατομικής βόμβας στον Παγκόσμιο πόλεμο. Οι σπαρτιάτες λοιπόν με την σκληραγώγηση της αγωγής τους, τις χαλύβδινες ασπίδες και τα ατσάλινα ξίφη ήταν ανίκητοι.Αν και κάποιος θα μπορούσε να υποθέσει οτι αυτό μόνο δεν ήταν αρκετό ακούστε και τα παρακάτω.Οι όμοιοι στη Σπάρτη είχαν δικαίωμα πρόσβασης σε ένα μέρος όπου κατά τον Λουκιανό "οξέα και λαμβίκιοι χρησημοποιούνταν για την μίξη υλικών και άλλων παρασκευασμάτων των θεών στην ανθρώπιση μορφή τους". Χημείο δηλαδή στην Σπάρτη; Την άχαρη πόλη της αμορφωσιάς; Νομίζω πως η γνώμη μας για τους Σπαρτιάτες πρέπει να αναθεωρηθεί.

[Επεξεργασία] Η άνοδος του Μακεδονικού βασιλείου

[Επεξεργασία] Αλέξανδρος

[Επεξεργασία] Ελληνιστικός κόσμος

[Επεξεργασία] Προτεινόμενη βιβλιογραφία

[1] Botsford & Robinson, Αρχαία Ελληνική Ιστορία, ΜΙΕΤ, (Αθήνα 1996). -- [2] Donald Kagan, The Fall of the Athenian Empire, Cornell University Press, (Ithaca 1987).

[Επεξεργασία] Δικτυακοί τόποι

Thomas Martin "The Peloponnesian War and Athenian Life" at Perseus

Πελοποννησιακός πόλεμος στο Ι.Μ.Ε.

Λιμενοσκόπιον, μία βάση δεδομένων με Αρχαίους Ελληνικού Λιμένες]