Αβακούμ
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο Αββακούμ, Αβακούμ ή Αμβακούμ είναι πρόσωπο που αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη ως Προφήτης του Ισραήλ. Πρόκειται για την μεταγραφή του εβραϊκού ονόματος Χαβακούκ που σημαίνει «θερμός εναγκαλισμός», ή κατά άλλη εκδοχή «πατέρας έγερσης» [(Αββάς = πατήρ) + (κουμ = έγερση)].
Ο Εβραϊκός κανόνας της Αγίας Γραφής περιλαμβάνει και κατατάσσει τον Αβακούμ ως τον 8ο μεταξύ των 12 «Νεβιείμ Κετανείμ» (=Προφήτες μικροί) και το αυτό ακολουθείται στους Κανόνες των τριών μεγάλων χριστιανικών θρησκευμάτων (των Ορθοδόξων, Καθολικών και Διαμαρτυρομένων).
Ο Αβακούμ έζησε επί βασιλείας του Ιωακείμ (Γιαχού – Γιακείμ) μεταξύ 650 και 627 π.Χ. Προείπε την αιχμαλωσία των Εβραίων από τον Ναβουχοδονόσορα (Βασιλέα των Βαβυλωνίων) και την εκ νέου αποκατάστασή τους στη πατρίδα τους.
Ο Αβακούμ, παρά τις δευτερεύουσα θέση στους Προφήτες εκ του περιορισμένου και μικρού κύκλου των προφητειών του, απασχόλησε ζωηρά το ενδιαφέρον πλήθους ερευνητών και ερμηνευτών των Γραφών καθώς και κριτικών της διεθνούς φιλολογίας. Ιδιαίτερα επί της βιογραφίας του τόσο οι Εβραίοι όσο και οι Διαμαρτυρόμενοι απορρίπτουν ως «ψευδεπίγραφο» ή «απόκρυφο» την από τα βιβλία του Προφήτη Δανιήλ ιστορία, που περιλαμβάνεται στα ελληνίζοντα κείμενα (των Εβδομήκοντα και του Θεοδοτίωνα) τα λεγόμενα «Δευτεροκανονικά», κατά την οποία καθώς πήγαινε ο Αβακούμ στους αγρούς μεταφέροντας τροφή σε θεριστές, Άγγελος Κυρίου τον άρπαξε από τα μαλλιά και τον μετέφερε στη Χαλδαία όπου και τον έριξε στο «λάκκο των λεόντων» του Δανιήλ. Άλλοι ερμηνευτές (Ντέλις, Γκάσπαρι κ.ά.) αποδίδουν συμβολική έννοια στην αφήγηση αυτή.
Εν πάση περιπτώσει Εβραίοι, Χριστιανοί και αλλόθρησκοι ή άθεοι συμφωνούν χωρίς εξαίρεση στη λογοτεχνική αξία των προφητειών του Αβακούμ, ως εφάμιλλοι εκείνων του Ησαΐα, Ιερεμία και Ιεζεκιήλ θεωρώντας τα ως έργα τέχνης στη παγκόσμια φιλολογία λόγω του δυναμικού και άγριου ύφους, του πλήθους των συναρπαστικών εικόνων πάθους και αποστροφής με αντιθέσεις μεταπτώσεων.
Το έργο του χωρίζεται σε τρία κεφάλαια το πρώτο καλούμενο «Όραση» στο οποίο ο Αβακούμ επιχειρεί ορμητική αποστροφή προς τον Ιαχβέ, στο δεύτερο όπου εκθέτει την ισχύ του Θεού και στο τρίτο το καλούμενο «Προσευχή» με θερμές εξάρσεις.