Μεγάλος Βόρειος Πόλεμος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ως Μεγάλος Βόρειος Πόλεμος αναφέρεται στην ιστοριογραφία η ένοπλη σύγκρουση που έλαβε χώρα στη ΒΑ Ευρώπη κατά το πρώτο τέταρτο του 18ου αι. ανάμεσα στη Ρωσία και τη Σουηδία. Ο πόλεμος ξεκίνησε το 1700 και ενεπλάκη σε αυτόν ολόκληρη η Βόρεια και Ανατολική Ευρώπη. Έληξε με νίκη των Ρώσων το 1721.

Στο πλευρό των Ρώσων τάχθηκαν από την αρχή το Βασίλειο της Δανίας και Νορβηγίας και η Σαξονία. Το 1701 προστέθηκε η Πολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία και το 1713 το Βασίλειο της Πρωσίας και το Ελεκτοράτο του Αννοβέρου. Οι Σουηδοί προσπάθησαν να εξισορροπήσουν τα πράγματα συνάπτοντας συμμαχία με την Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1710, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία.

[Επεξεργασία] Ιστορικό υπόβαθρο

Στους δύο αιώνες που προηγήθηκαν του πολέμου, η Σουηδία είχε αναδειχθεί από περιφερειακό βασίλειο σε υπερδύναμη της Βαλτικής.

Μεταξύ 1560 - 1658 επεκτάθηκε στα ανατολικά, προσαρτώντας την Καρελία, την Ίνγκρια, την Εσθονία και τη Λιβονία (νυν νότια Εσθονία και βόρεια Λετονία). Παράλληλα κατά τον Τριαντακονταετή Πόλεμο (1618-1648) η Σουηδία κέρδισε τα γερμανικά εδάφη της Δυτικής Πομερανίας (νυν ΒΑ Γερμανία), της Βρέμης και του Φέρντεν. Αλλά και μετά τη λήξη του Τριαντακονταετή Πολέμου συνέχισε να επεκτείνεται, ενσωματώνοντας δανικά και νορβηγικά εδάφη βορείως του Πορθμού του Όρεζουντ (ο πορθμός που χωρίζει τη Δανία από τη Σουηδία]].

Η νέα αυτή πραγματικότητα, που έτεινε να μετατρέψει τη Βαλτική Θάλασσα σε σουηδική λίμνη, δημιούργησε μια ασφυκτική κατάσταση για τη Ρωσία, η οποία ήταν πια αποκομμένη από τη Βαλτική και συνεπακόλουθα τους κύριους εμπορικούς δρόμους της Βόρειας Ευρώπης. Αρχικά αδυνατούσε να ορθώσει ουσιαστική αντίσταση, εξ' αιτίας σοβαρών εσωτερικών προβλημάτων - είχε μάλιστα από νωρίς συρθεί στην ταπεινωτική Συνθήκη του Στόλμποβο (1617), με την οποία αναγνώριζε την απώλεια των εδαφών της. Η κατάσταση όμως άρχισε να αλλάζει στα τέλη του 17ου αι, ιδιαίτερα μετά την ενθρόνιση του Μέγα Πέτρου. Πρωταρχικό μέλημα του νέου τσάρου ήταν η ρωσική επαναδραστηριοποίηση στη Βαλτική, δηλαδή στην ουσία η επανάκτηση των επαρχιών που είχαν χαθεί κατά την προηγούμενη περίοδο.

Το αντισουηδικό μέτωπο δεν άργησε να συμπτυχθεί. Στις 22 Νοεμβρίου 1699 υπογράφθηκε στο Πρεομπραζένσκογιε της Μόσχας η ομώνυμη συνθήκη ανάμεσα στη Ρωσία, τη Δανία, τη Σαξονία και την Πολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία (σημ: τα δύο τελευταία κράτη είχαν κοινό βασιλιά, το γερμανό Αύγουστο Β'). Σύμφωνα με τη συνθήκη, οι τέσσερις δυνάμεις συγκροτούσαν συμμαχία με σκοπό τη διεξαγωγή πολέμου κατά της Σουηδίας.

[Επεξεργασία] Η πρώτη φάση του πολέμου

Ο πόλεμος ξεκίνησε τρεις μήνες αργότερα (Φεβρουάριος 1700) με συντονισμένες επιθέσεις από τη Ρωσία, τη Δανία και τη Σαξονία, αλλά οι Σουηδοί του Καρόλου ΙΒ' ήταν καλά προετοιμασμένοι και σαφώς υπερτερούσαν. Μέχρι το καλοκαίρι η Δανία είχε ηττηθεί και τεθεί εκτός μάχης. Το Νοέμβριο ήταν η σειρά της Ρωσίας να γνωρίσει τη συντριβή στη μάχη της Νάρβας.

Τα πρώτα αποτελέσματα έδειχναν ότι η συμμαχία των τεσσάρων διαλύεται. Οι εκπρόσωποι μάλιστα της Πολωνο-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας, που ακόμα θεωρούσαν εαυτούς ουδέτερους παρά τη συμμετοχή του βασιλιά τους στη συμμαχία, προσφέρθηκαν να μεσολαβήσουν για τη σύναψη ειρήνης επ' ωφελεία της Σουηδίας. Ο Κάρολος, σταθμίζοντας λάθος τα δεδομένα και παρασυρμένος από τις πρώτες επιτυχίες, όχι μόνο απέρριψε τη διαμεσολάβηση, αλλά επιτέθηκε κιόλας εναντίον της Πολωνίας για να εκθρονίσει τον Αύγουστο! Μετά από αυτό, η Κοινοπολιτεία προσχώρησε οριστικά στη συμμαχία κατά του Καρόλου. Ο πόλεμος στην Πολωνία διήρκεσε έξι χρόνια και ήταν μια καταστροφή για τον υπερόπτη Κάρολο, όχι τόσο λόγω των στρατιωτικών απωλειών, αλλά κυρίως επειδή κρατούσε καθηλωμένα στρατεύματα που θα ήταν πολύτιμα στο ρωσικό μέτωπο.

Ενόσω αυτά συνέβαιναν στην Πολωνία, ο Μέγας Πέτρος ανασυγκρότησε το ρωσικό στρατό, αντεπιτέθηκε και έως το 1703 είχε καταλάβει την Εσθονία και την Ίνγκρια. Αμέσως θεμελίωσε στην Ίνγκρια την Αγία Πετρούπολη, οχύρωσε την Κροστάνδη και ξεκίνησε να δημιουργεί στόλο και πεζικό κατά τα δυτικά πρότυπα.

Ο πόλεμος στην Πολωνία έληξε το 1706 με νίκη των σουηδών. Εκείνη την περίοδο ο Πέτρος ήταν πρόθυμος να διαλύσει τη συμμαχία και να έρθει σε απ' ευθείας συμφωνία με τον Κάρολο, με μοναδικό όρο ότι θα κατοχυρωνόταν στη Ρωσία τα εδάφη που κατέκτησε στα πρώτα χρόνια του πολέμου. Αλλά και πάλι ο Κάρολος αρνήθηκε, πιστεύοντας ότι είχε τη δύναμη να ανακτήσει την Ίνγκρια και την Εσθονία. Έτσι το φθινόπωρο του 1708 εκστράτευσε κατά της Ρωσίας.

Έντεχνα ο Πέτρος απέφυγε την κατά μέτωπο αντιπαράθεση και τον ανάγκασε να κατευθυνθεί νότια προς την Ουκρανία, απομακρύνοντάς τον από τις εστίες ανεφοδιασμού του. Ο Κάρολος έπεσε στην παγίδα και ο τσάρος βρήκε την ευκαιρία που περίμενε: εφαρμόζοντας την τακτική της καμμένης γης και αφήνοντας τους σουηδούς πεινασμένους και απροστάτευτους στο έλεος του ρωσικού χειμώνα, τους οδήγησε στην πλήρη εξάντληση. Μέχρι την άνοιξη, και χωρίς να έχει δοθεί κάποια σημαντικά μάχη, το 1/3 των σουηδών είχε πεθάνει. Η χαριστική βολή δόθηκε στη Μάχη του Πολτάβα (28 Ιουνίου 1709) - από τους 25.000 σουηδούς που επέζησαν του χειμώνα, περίπου 7.000 σκοτώθηκαν ή τραυματίσθηκαν και 3.000 αιχμαλωτίσθηκαν. Οι ρώσοι είχαν μόνο 1500 νεκρούς και 3200 τραυματίες, επί συνόλου 45.000 ανδρών. Η μάχη έληξε με παράδοση των σουηδών, ο δε Κάρολος (είχε τραυματισθεί από ελεύθερο σκοπευτή δύο εβδομάδες νωρίτερα) διέφυγε στην Υψηλή Πύλη. Η ρωσική νίκη είχε τεράστιο αντίκτυπο σε ολόκληρη την Ευρώπη: από την 28η Ιουνίου, η Ρωσία λογιζόταν πια ως υπερδύναμη!