Γνωστική ψυχολογία
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η Γνωστική Ψυχολογία είναι επιστημονική προσέγγιση της ψυχολογίας που προσπαθεί να ερμηνεύσει τα φαινόμενα της αντίληψης και των διανοητικών διεργασίών υποστηρίζοντας ότι έτσι μπορεί να εξηγηθεί η ανθρώπινη συμπεριφορά. Η περιοχή καλύπτει ένα ευρύ φάσμα περιοχών έρευνας, εξετάζοντας ερωτήματα λειτουργίας της μνήμης, προσοχής, αντίληψης, αναπαράστασης της γνώσης, σκέψης, δημιουργικότητας και επίλυσης προβλημάτων. Ο όρος Γνωστική Ψυχολογία πρωτοπαρουσιάστηκε στο βιβλίο Cognitive Psychology απο τον Ulrich Neisser το 1967 όπου δίνεται ένας πολύ ευρύς ορισμός, δίνοντας έμφαση στη άποψη ότι η νόηση έχει συγκεκριμένες θεμελιώδεις δομές. Αυτός ο ορισμός δίνει τη δυνατότητα μελέτης ψηλότερου επιπέδου εννοιών, όπως η σκέψη όπου τα μοντέρνα βιβλία συνήθως συμπεριλαμβάνουν στην προσπάθειά τους να ορίσουν την Γνωστική Ψυχολογία.
Το βασικό ερώτημα της Γνωστικής Ψυχολογίας είναι το πώς ένα άτομο αποκτά τη γνώση. Επάνω στο ζήτημα αυτό, η βασική της θέση είναι ότι, η είσοδος και η επεξεργασία πληροφοριών, που οδηγούν στην μάθηση και την γνώση, ακολουθούν μια διαδικασία παρόμοια με εκείνη της επεξεργασίας των τροφών με την λειτουργία της πέψης. Κατά την επεξεργασία αυτήν οι γνώσεις μετασχηματίζονται και αποθηκεύονται, για να ενεργοποιηθούν, όταν τις χρειαστούμε. Αυτό σημαίνει ότι για να μετατραπεί η πληροφορία σε γνώση, μεσολαβούν όχι μόνον οι αισθήσεις, οι οποίες φιλτράρουν τα εξωτερικά ερεθίσματα, αλλά και κάποιες διαδικασίες επεξεργασίας, οι οποίες μετασχηματίζουν τα δεδομένα, σε γνώση. Οι διαδικασίες αυτές καθορίζονται από τις γνωστικές λειτουργίες, δηλ, την αντίληψη, την μνήμη, την γλώσσα, την σκέψη και την ικανότητα επίλυσης προβλημάτων.
Η Γνωστική Ψυχολογία θεωρεί ότι για να μελετηθεί η μάθηση πρέπει να μελετήσουμε αναλυτικά τον μετασχηματισμό της πληροφορίας σε γνώση δηλαδή τις φάσεις της γνωστικής επεξεργασίας πληροφοριών και ρίχνει το βάρος της στην μελέτη των συγκεκριμένων γνωστικών λειτουργιών.