Πολεμικό πλοίο
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ως πολεμικό πλοίο νοείται "το σκάφος εκείνο όπερ ανήκει στις ένοπλες δυνάμεις μιας πολιτείας υπό την διοίκηση αξιωματικού τοποθετουμένου από την κυβέρνηση του κράτους του οποίου φέρει τη σημαία και επανδρωμένο με πλήρωμα υπό στρατιωτική πειθαρχία".[εκκρεμεί παραπομπή]
Τον αυτό ορισμό έδωσε και η Διακήρυξη του Προέδρου των ΗΠΑ στις 23 Μαρτίου 1917. Τον ορισμό αυτό έχει υιοθετήσει και η Σύμβαση της Γενεύης "Περί ανοικτών θαλασσών" 1958 στο αρθρ. 8.2 όσο και στη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θαλάσσης 1982, στο αρθρο 29.
Έτσι σύμφωνα με το παραπάνω ορισμό το πολεμικό πλοίο ορίζεται να είναι σκάφος, με κυβερνήτη Αξιωματικό των ενόπλων δυνάμεων χώρας και να διέπεται εσωτερικά από στρατιωτικούς κανονισμούς (χωρίς να γίνεται μνεία σε χωρητικότητα, αυτοδυναμία κίνησης, εξοπλισμό ή οπλισμό)
[Επεξεργασία] Νομικό καθεστώς
Τα πολεμικά πλοία παντός τύπου εξομοιούνται προς το έδαφος του κράτους της σημαίας που φέρουν. Κατόπιν αυτού το παράκτιο κράτος δεν μπορεί να ασκήσει σε ξένο πολεμικό πλοίο καμία εξουσία αφού δεν μπορούν αυτά να αποτελέσουν αντικείμενο κατάσχεσης, κράτησης, απαγόρευσης απόπλου η άλλου δικαστικού μέτρου. Ακόμη και αγωγές λόγω ναυτικών ατυχημάτων πχ συγκρούσεις εγείρονται συνήθως ενώπιον των δικαστηρίων της χώρας που φέρουν τη σημαία, εκτός κάποιων εξαιρέσεων αναγνωριζομένων από το διεθνές δίκαιο σε θέματα ετεροδικίας.
Σύμφωνα λοιπόν με τη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θαλάσσης άρθρο 30:
"αν οποιοδήποτε πολεμικό πλοίο δεν συμμορφούται προς τους κανονισμούς του παράκτιου Κράτους τους αναφερομένους στη διέλευση μέσω της χωρικής θαλάσσης, αγνοεί δε οιοδήποτε αίτημα προς συμμόρφωση που του απευθύνεται, το παράκτιο κράτος δύναται να απαιτήση από το πολεμικό πλοίο όπως εγκατάλειψη πάραυτα τη χωρική του θάλασσα". Οποιαδήποτε δε ζημία προκληθεί από τη μη συμμόρφωση του πολεμικού πλοίου ακεραία ευθύνη φέρει το κράτος της σημαίας του.
Στα ελληνικά χωρικά ύδατα η διέλευση ξένων υποβρυχίων επιτρέπεται μόνο " εν αναδύσει".
Γενικά όμως τα πολεμικά πλοία κατα τους διεθνείς κανονισμούς έχουν προτεραιότητα πλεύσης ανταλλάσοντας χαιρετισμούς μεταξύ τους, ο νεώτερος Κυβερνήτης προς τον αρχαιότερο και κατ΄ εθιμικό ναυτικό δίκαιο πρώτα τα εμπορικά πλοία προς τα πολεμικά. Ο δε χαιρετισμός γίνεται κατά το χρόνο της παράλλαξης με την μερική υποστολή της σημαίας που επαναλαμβάνει αμέσως ο αποδέκτης του χαιρετισμού.
Αν οποιοσδήποτε φυγόποινος ή φυγόδικος καταφέρει και ανέλθει σε πολεμικό πλοίο, η παράδοσή του στη παράκτια αρχή γίνεται μόνο από τον κυβερνήτη και αν είναι ξένο κατόπιν αιτήσεως από το Υπ. Εξ. προς τη πρεσβεία της χώρας του πολεμικού πλοίου αν και εφόσον δεν παρασχεθεί άσυλο.
[Επεξεργασία] Τύποι πολεμικών πλοίων
Αεροναυαγοσωστικό (Α/ΝΓ): Μικρό ταχύπλοο σκάφος αεροναυτικής συνεργασίας. Σήμερα ο τύπος αυτός έχει αντικατασταθεί από το μεγάλο αριθμό ταχυπλόων σκαφών του Λιμενικού Σώματος.
Ακταιωρός: Μικρό περιπολικό σκάφος, άλλοτε ιστιοφόρο ή μηχανοκίνητο, σήμερα ταχύπλοο για περιπολία και φύλαξη ακτών και ανεφοδιασμού παράκτιων πυροβολείων.
Ακτοφυλακίδα: Το ίδιο με Ακταιωρός.
Αντιτορπιλικό (Α/Τ): Πολεμικό πλοίο που πήρε το όνομά του στις αρχές του 20ου αι. για την αντιμετώπιση των τορπιλοβόλων και τορπιλικών.
Αποβατικής υποστήριξης: Σχετικά μικρό πολεμικό που υποστηρίζει τις αποβατικές δυνάμεις.
Αποβατικό: Πλοίο διαφόρων μεγεθών μεταφοράς οπλιτών (Οπλιταγωγό), οχημάτων (Οχηματαγωγό), αρμάτων μάχης (Αρματαγωγό).
Αποβατικό εφόδου: Μικρό σκάφος τύπου ΑΒΑΚ (αποβατική άκατος) που φέρουν τα Αρματαγωγά και τα Δεξαμενόπλοια Αποβατηγά.
Αρματαγωγό (Α/Γ): Πολεμικό αποβατηγό αρμάτων με πλωριές ή και πρυμιές θύρες και καταπέλτη.
Ατμοβάρις: Ατμοκίνητη κανονιοφόρος με πυροβολικό σχετικά βαρύ.
Ατμοδρόμων: Πλοίο ξύλινο ή σιδερένιο με ιστιοφορία Δρόμωνα (Νάβα) με ατμομηχανή για βοηθητική πρόωση.
Ατμοημιολία: Ημιολία με ατμομηχανή για βοηθητική πρόωση.
Ατμοκορβέττα: Πολεμικό ιστιοφόρο με ατμομηχανή για βοηθητική πρόωση.
Ατμομυοδρόμων: Πολεμικό πλοίο με ιστιοφορία μυοδρόμωνος και με ατμομηχανή για βοηθητική πρόωση.
Ατμόπλοιο: Ατμοκίνητο βοηθητικό σκάφος.
Ατμοτελωνίς: Ατμοκίνητο μικρό σκάφος τελωνείων και λιμεναρχείων το 1920
Ατμοφρεγάτα: Τρικάταρτο πολεμικό με ιστιοφορία μεγάλου δρόμωνος και ατμομηχανή για βοηθητική πρόωση.
Βελλού: Εξελιγμένη μορφή Μύστικου, ονομασία μάλλον τουρκική (=ευκίνητο). Χρησιμοποιήθηκε πριν το 1821 ως πειρατικό και στη συνέχεια για καταδίωξη της πειρατείας. Ο τύπος αυτός είχε μεγάλη ευστάθεια και αντοχές στις καταπονήσεις. Σήμερα έχει εκλείψει.
Βοηθητικό Βάσης (ΒΒ)(ή Ναυστάθμου): Διάφοροι τύποι μεταφοράς προσωπικού.
Βομβάρδα (ή Μπουμπάρδα): (εκ του ιταλικού Bombarda). Πλοίο μεγαλύτερο από καΐκι με δύο ιστους κατάρτια), ο δεύτερος μικρότερος με κλίση προς τη πρύμη, ενώ στη πλώρη έφερε πρόβολο (κν. μπαστούνι). Στο πλωριό ιστό έφερε τετράγωνα ιστία (πανιά), στο πρυμναίο τραπεζοειδή επίδρομο και στο πρόβολο 2,3 φλόκους (σφαιροειδή τριγωνικά πανιά). Σήμερα έχει εκλείψει.
Βρατσέρα (ή Μπρατσέρα): Εκ του ιταλικού Bracciera. Μικρό ιστιοφόρο με δύο ιστούς με δύο τριγωνικά ιστία και δύο φλόκους.
Βρίκιον (ή Μπρίκιο): ίδιο με Πάρων.
Βρικογολέτο (ή Γολετόβρικο ή Γολετόμπρικο): Πλοίο με μικρή χωρητικότητα 60-70 κόρους με δύο ιστούς που έφεραν τετράγωνα και τριγωνικά (στο πρυμναίο) ιστία. Τα μεγάλα πλοία της κατηγορίας αυτής ονομάζονταν "Μυοπάρωνες" ενώ τα μικρά "Μαρτήγοι". Σήμερα έχουν εκλείψει.
Γαβάρα (ή Γαμπάρα): Εκ του ιταλικού Cabarra. Τρικάταρτο φορτηγό ιστιοφόρο.
Γαλλιότα (ή Γαλιώτα): Εκ του ιταλικού Galeotta. Ελαφρύ και ταχύτατο, στην εποχή του, πολεμικό σκάφος, βασικά κωπήλατο χρησιμοποιούμενο από πειρατές και καταδρομείς. Είχε 16-32 κουπιά και δύο τριγωνικά ιστία. Χρησιμοποιήθηκε κυρίως από τους πειρατές της Μάνης και τους Αγαρηνούς (Αλγερινούς).
Γολέτα (ή Γουλέτα ή Γουλέττα): ίδιο με Ημιολία
Γολετόβρικο (ή Γολετόμπρικο): Βλ. Βρικογόλετο.
Δεξαμενόπλοιο Αποβατικό (Δ/Ξ): Σύγχρονο πολεμικό πλοίο μεταφοράς αποβατικών σκαφών δυνάμενο να χρησιμοποιηθεί και ως πλωτή δεξαμενή προς επισκευή ταχυπλόων σκαφών τορπιλακάτων (Τ/Α) ή και πυραυλακάτων (ΤΠΚ).
Δίκροτο: Κν. "Ντεπόντες". Πλοίο μικρότερο από Τρίκροτο αλλά περισσότερο ευέλικτο. Έφερε τρεις ιστούς με τετράγωνα ιστία, είχε εκτόπισμα μέχρι 1500 τον. Έφερε 64 - 78 κανόνια (πυροβόλα) και πλήρωμα 600 - 700 άνδρες. Σήμερα έχει εκλείψει.
Δρόμων: Ιστιοφόρο και κωπήλατο πολεμικό πλοίο του Βυζαντίου, με εμβολοφόρο πλώρη.
Επίτακτο: Έτσι ονομάζεται κάθε εμπορικό πλοίο που εντάχθηκε στο Πολεμικό Ναυτικό μετά από επίταξη και μπορεί να είναι επιβατηγό, φορτηγό ή βοηθητικό.
Εύδρομον (Ε/Δ): Πολεμικό πλοίο που συνδιάζει βαρύ πυροβολικό, μεγάλη ταχύτητα και ελαφριά θωράκιση. Στο Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό ο όρος χρησιμοποιήθηκε και για τα ταχέα εξοπλισμένα επίτακτα πλοία της περιόδου 1912 - 1913.
Ευκαιρία: Δεν είναι τύπος πολεμικού πλοίου, αλλά αυθαίρετη ονομασία μικρού βοηθητικού επιβατηγού πλοίου για καθημερινή μεταφορά προσωπικού από Πειραιά προς Ναύσταθμο Σαλαμίνας και επιστροφή. Πρωτορίσθηκε από τον Βασιλέα Γεώργιο Α' περί το 1900. Ως όνομα και σε ενέργεια τέτοιο πλοίο υφίσταται και σήμερα, υπαγόμενο στη Διοίκηση Ναυστάθμου Σαλαμίνας (ΝΣ).
Ημιολία (ή Γολέτα ή Σκούνα): Είχε δύο ιστούς με τριγωνικά κύρια και βοηθητικά ιστία και φλόκους στο πρόβολο. Σήμερα έχει εκλείψει.
Θαλαμηγός (Θ/Γ): Μικρό σκάφος μεταφοράς προσώπων άνευ οπλισμού.
Θωρακισμένο καταδρομικό (Κ/Δ): Παλαιό πολεμικό πλοίο, ταχύτερο από το "Θωρηκτό" αλλά με ελαφρύτερο πυροβολικό και θωράκιση.
Θωρακοβάρις (Θ/Β): Ατμοκίνητη κανονιοφόρος με θωράκιση στα πυροβολεία και στη γέφυρα. Σήμερα έχει εκλείψει.
Θωρακοδρόμων (Θ/Δ): Ατμοδρόμων που είχε περισσότερο πυροβολικό και θωράκιση. Σήμερα έχει εκλείψει
Θωρηκτό (Θ/Κ): Παλαιό πολεμικό πλοίο ισχυρής θωράκισης και πυροβολικού. Ταχύτητας 20 και αργότερα 30 κόμβων. Στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά και μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο απετέλεσε την υπεροχή ισχύος των Ναυτικών Δυνάμεων παγκοσμίως. Το εκτόπισμα αρχικά ήταν 5000 τον και έφθασε τους 50.000 τον. Σήμερα έχει εκλείψει.
Κανονιοφόρος (Κ/Φ): Μικρό πλοίο, παλαιότερα ιστιοφόρο και σήμερα μηχανοκίνητο με πυροβόλα όπλα στην πλώρη και πρύμη.
Καταδιωκτικό: Μικρό, παλαιό ταχύπλοο πολεμικό με ελαφρύ πυροβολικό. Δεν υφίστανται πλέον.
Καταδρομικό (Κ/Δ): Πλοίο διαφόρων μεγεθών, μεγάλης ταχύτητας και ελαφρύτερου πυροβολικού του Θωρηκτού το οποίο σιγά σιγά εκτόπισε.
Κέρκουρος: Εκ του Cutter κν. κόττερο ή κότερο
Κορβέτα (Κ/Β): Εκ του Corvette. Πλοίο με εκτόπισμα μέχρι 400 τον. Με επλήρη ιστιοφορία και οπλισμό 25 πυροβόλα επί του καταστρώματος. Από το Β' ΠΠ ο όρος αφορά πλοία με εκτόπισμα 800 - 1200 τον. κυρίως συνοδευτικά.
Κότερο (ή Κόττερο): Μικρό ελεφρύ ιστιοφόρο με ένα συνήθως ιστό. Ακολούθησε την εξέλιξη των μηχανοκινήτων. Σε χρήση για μετακινήσεις Αρχηγών Ναυτικού κ.ά. προσώπων.
Λιβύρνις: Εκ του ιταλ. Liburna. Ονομασία μικρού ταχύπλόου με ιστιοφορία Βελλούς ή Μύστικου. Κατά το 1821 χρησιμοποιήθηκε ως απόστολο πλοίο και για καταδίωξη πειρατείας. Σήμερα έχει εκλείψει.
Μεταγωγικό: Πλοίο ειδικά μετασκευασμένο για ανάγκες μεταφοράς υλικών και στρατευμάτων.
Μύστικο: (Mistico) Μικρό ιστιοφόρο με πρύμη στρογγυλή όπως τα μεγάλα ιστιοφόρα. Είχε τρεις ιστούς, με μεγάλα λατινοειδή ή τραπεζοειδή ιστία, από τα οποία το πλωριό και μεσαίο ιστία ήταν διπλάσια σε ύψος του πρυμνιού. Τα μύστικα χρησιμοποιήθηκαν το 1821 αποκλειστικά από τους Ψαριανούς. Λόγω της ταχύτητάς τους ήταν κατάλληλα για καταδρομές και πειρατείες. (Βλ. σχετ Το Ναυτικό του 21. Σήμερα έχει εκλείψει.
Μυοδρόμων: Πολεμικό ευέλικτο τρικάταρτο πλοίο με ιστιοφορία Δρόμωνος. Στο πρυμναίο ιστό αντί για τετράγωνα ιστία έφερε επίδρομο. Σήμερα έχει εκλείψει.
Μυοπάρων: Βλ. Γολετόβρικο, λέγεται και Σκούνα. Ευέλικτο ιστιοφόρο με δύο ιστούς. Σήμερα έχει εκλείψει.
Νάβα: Μεγάλο εμπορικό ιστιοφόρο με 3-4 ιστούς όλοι με τετράγωνα ιστία (από κάτω προς τα επάνω: μάϊστρα, γάμπια, παπαφίγκο, κόντρα παπαφίγκο). Αρχικά τύπος μεγάλου πολεμικού μετά το 1821 χρησιμοποιήθηκε ως φορτηγό. Σήμερα ο τύπος αυτός διατηρείται στο εξωτερικό ως ιστιοφόρα κρουαζιερόπλοια.
Ναρκαλιευτικό (Ν/Α): Πολεμικό πλοίο ναρκοπολέμου, αποκλειστικά για ναρκαλιεία.
Ναρκοθέτις (Ν/Θ): Πολεμικό πλοίο ναρκοπολέμου, αποκλειστικά για ναρκοθέτηση
Ναυαρχίδα 'η Αρχηγίδα: Πολεμικό πλοίο επιφανείας, στο οποίο επιβαίνει ο Ναύαρχος ή ο Διοικητής Μοίρας.
Οπλιταγωγό: Πλοίο μεταγωγικό οπλιτών, συνήθως μετασκευασμένο ή επίτακτο επιβατηγό.
Οχηματαγωγό (Ο/Γ): Πολεμικό πλοίο μεταφοράς στρατ. οχημάτων.
Παράκτιο βοηθητικό: Πλοίο ανεφοδιασμού.
Πάρων (ή Βρίκιο - Μπρίκι): Μεγάλο δικάταρτο ιστιοφόρο με τετράγωνα ιστία και επί πλέον επίδρομο στο πρυμναίο. Ως πολεμικό του 1821 έφερε 12-18 πυροβόλα στο κατάστρωμα και πλήρωμα 100 άνδρες.
Πέραμα: Κυκλαδίτικος τύπος πλοίου για μεταφορές επιβατών. Έφερε 2 ιστούς με τριγωνικά πανιά και 2 φλόκους. Σε άπνοια χρησιμοποιούσε κουπιά. Τα περάματα λεγόντουσαν και "κλεφτρίνες" επειδή χρησιμοποιήθηκαν και σαν πειρατικά.
Περιπολικό: Μικρό πολεμικό σκάφος για επιτήρηση, περιπολία ακτών.
Περιπολικό ανθυποβρυχιακό (Π/Α): Περιπολικό ανθυποβρυχιακού πολέμου.
Πετρελαιοφόρο (Π/Φ): Βοηθητικό πολεμικό πλοίο εφοδιασμού πλοίων στόλου.
Πολάκα (ή Πολάκκα): (Ιταλ. Polacca, Γαλλ. Polacre) Τύπος εμπορικού πλοίου στο τέλος του 18ου αι. με αβακωτή πρύμη και υπόλοιπο σκάφος τύπου Γαβάρας. Έφερε τρεις ιστούς με ιστία γάμπιες, ενώ στο τρίτο (κοντύτερο) έφερε μία ράντα. Τέτοια πλοία είχαν οι Υδραίοι που τα έθεσαν στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας (Βλ. σχετ. Το Ναυτικό του 21)
Πλωτό Νοσοκομείο (Π/Ν): Συνήθως είναι επίτακτο επιβατηγό πλοίο για τις ανάγκες Υγειονομικού σε εμπόλεμη περίοδο ή σε ειδικές έκτακτες καταστάσεις. Σε καιρό ειρήνης δεν υφίσταται.
Πλωτό Συνεργείο (Π/Σ): Πολεμικό πλοίο τύπου φορτηγού με διασκευασμένα κύτη σε πλείστα συνεργεία επισκευών και αποθήκες ανταλλακτικών.
Πυραυλάκατος (ΤΠΚ): Σύγχρονο μικρό και ευέλικτο πολεμικό πλοίο με κύριο οπλισμό πυραύλους που φέρει στο κατάστρωμα. Μέγ. ταχ. 70 κόμβοι.
Πυρπολικό: Ιστιοφόρο δικάταρτο Βλ. σχετ Το Ναυτικό του 21.
Ρυμουλκό (Ρ/Κ): Μικρό μηχανοκίνητο πλοίο με ισχυρές μηχανές για ρυμουλκήσεις και προώσεις διακρινόμενο σε "μικρό" λιμένος και "μεγάλο" ανοικτής θάλασσας
Συνοδό Υποβρυχίων (Σ/Υ): Πλοίο διασκευασμένο για τη παροχή υποστήριξης σε ομάδα Υ/Β όπως επισκευές, πυρομαχικά, ενδιαιτήσεις κλπ. Δεν υπάρχει σήμερα.
Συνοδό στόλου: Πλοίο κατάλληλα διασκευασμένο για παροχή γενικής ή συγκεκριμένης υποστήριξης στα πλοία του στόλου πχ μεταφοράς πυρομαχικών, πετρελαιοφόρο, υδροφόρο, πλωτό συνεργείο, νοσοκομείο κλπ.
Συντήρησης ανεφοδιασμού Φάρων (ή Φαρικό) (Φ/Π): Πλοίο ανεφοδιασμού, επίβλεψης Φάρων, και "εν πολέμω" ως Φαρόπλοιο μετά τη "σβέση" των Φάρων.
Τορπιλάκατος (Τ/Α): Μικρό και ευέλικτο πολεμικό πλοίο με κύριο οπλισμό τορπίλες που φέρει στο κατάστρωμα. Μέγ. ταχ. 50 κόμβοι.
Τορπιλοβόλο (Τ/Β): Παλαιό σκάφος μεγαλύτερο της Τορπιλακάτου με κύριο οπλισμό τορπίλες. Ο τύπος αυτός δημιουργήθηκε στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αι. και χρησιμοποιήθηκε στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αι. με εκτόπισμα 150-300 τον. Στην αρχή ήταν μικρότερο. Σήμερα έχει εκλείψει.
Τορπιλοφόρο (Τ/Φ): Ονομασία που δόθηκε στο πλοίο συνοδείας και υποστήριξης τορπιλικών σκαφών.
Τράτα: Μεγάλη κωπήλατη ιστιοφόρος ή μηχανοκίνητη λέμβος αλιείας που όμως έχει χρησιμοποιηθεί ως πολεμικό σκάφος σε ανάγκες στόλου.
Τρεχαντήρι: Μικρό ιστιοφόρο.
Τροχήλατο: (Paddle wheel steamer). Ατμόπλοιο που κινείται με ένα πρυμναίο ή δύο πλευρικούς συνήθως τροχούς πριν της εφαρμοφής της έλικας. Σήμερα έχει εκλείψει.
Υδρογραφικό (Υ/Γ): Πλοίο που ανήκει στην Υδρογραφική Υπηρεσία.
Υδροπτέρυγο (Υ/Π): Ταχύπλοο με μόνιμα πτερύγια υπό τα ύφαλα.
Υδροφόρο (Υ/Φ): Βοηθητικό πολεμικό πλοίο εφοδιασμού πλοίων στόλου με πόσιμο νερό.
Υποβρύχιο (Υ/Β): Πολεμικό πλοίο που κινείται υπό και επί την επιφάνεια της θάλασσας με κύριο οπλισμό τορπίλες. Σήμερα κατασκευάζονται πολύ μεγάλα πυρηνοκλινητα υποβρύχια, με βαλλιστικούς διηπειρωτικούς πυραύλους (SSBN).
Φραγματοθέτις (Φ/Θ): Πλοίο με εξοπλισμό πόντισης και ανέλκυσης φραγμάτων, παράκτιων εμποδίων, συντήρηση πλωτών ναύδετων και μεγάλων σημαντήρων.
Φρεγάτα (ή Φρεγάδα ή Φεργάδα): (Γαλλ. Fregate, Αγγλ. Frigate). Παλαιότερα ήταν κάποιο μικρό ταχυκίνητο ιστιοφόρο που χρησιμοποιούταν κυρίως για περιπολίες. Εκτόπισμα 800-1000 τον. και οπλισμό 38 - 64 πυροβόλα (κανόνια) στο υπόστρωμα. Υπήρχαν βέβαια και μικρότερα με 30 πυροβόλα και πλήρωμα 300 άνδρες. Σήμερα, ο όρος αυτός χαρακτηρίζει πολεμικό πλοίο μικρότερο του Αντιτορπιλικού με σχεδόν ίδιες ή και περισσότερες δυνατότητες εξοπλισμού.
Χόβερκραφτ (ή Αερόστρωμνο): Ταχύπλοο που υποστηρίζεται πάνω σε στρώμα αέρα που εκτοξεύεται προς τα κάτω με τουρμπίνες. Χρησιμοποιείται ως πλοίο ταχείας μεταφοράς χερσαίων ομάδων κρούσης.
Ωκεανογραφικό (Ω/Γ): Πλοίο με κυρίως επιστημονικό εξοπλισμό για τις ερευνητικές ανάγκες της Υδρογραφικής Υπηρεσίας, ΥΥ ή και άλλων Υπηρεσιών που φέρει βαθυσκάφος και ενίοτε θαλάμους αποπίεσης.
- Άλλοι σύγχρονοι τύποι πολεμικών πλοίων:
Διαστημικής έρευνας
Βαθυσκάφος έρευνας
[Επεξεργασία] Ναυτ. επιχειρήσεις
Οι σημαντικότερες επιχειρήσεις που συμμετέχουν πολεμικά πλοία, εκτός ασκήσεων, είναι:
- Περιπολία - Καταδίωξη.
- Αναγνώριση ακτών - πλοίων.
- Επιχειρήσεις επιφανείας.
- Ανθυποβρυχιακές επιχειρήσεις.
- Αντι-αεροπορικές επιχειρήσεις.
- Επιχειρήσεις ναρκοπολέμου (ναρκοθέτηση - ναρκαλιεία).
- Καταδρομές - καταστροφές.
- Συνοδείες.
- Αποβατικές (ή αποβάσεις).
- Νηοψίες.
- Έρευνα - διάσωση.
- Ειδικές μεταφορές.
- Συνεργασία όπλων και σωμάτων.
Έργα τα οποία μπορεί να εκτελέσουν πολεμικά πλοία, είναι:
- Επιτήρηση φάρων και φανών.
- Υδρογραφικές - Ωκεανογραφικές έρευνες.
- Πόντισης - ανέλκυσης εμποδίων.
- Ανέλκυση παλαιών πυρομαχικών και ναυαγίων