Πυρπολικό

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το λεγόμενο Πυρπολικό πλοίο υπήρξε το κατ΄ εξοχήν ιστιοφόρο καταδρομικό πλοίο στις πολεμικές επιχειρήσεις των Ελλήνων στην Ελληνική Επανάσταση του 1821. Τα Πυρπολικά πλοία, μεγάλα ή συνηθέστερα μικρά σκάφη, ήταν σε χρήση και από τη αρχαιότητα με ποιο γνωστή εκείνη στη Τύρο στη διάρκεια της πολιορκίας της όταν ο Αλέξανδρος ο Μέγας επιχειρούσε να τη καταλάβει. Αλλά και κατά το Μεσαίωνα, αλλά και προ της έναρξης του Απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων το 1821 η χρήση τους ήταν γνωστή. Οι Ρώσοι κατέστρεψαν το Τουρκικό στόλο το 1770 στο Τσεσμέ με χρήση πυρπολικών.

Σε όλες όμως τις παραπάνω περιπτώσεις η επιτυχία των πυρπολικών σκαφών εξαρτιόταν από τους υφιστάμενους ανέμους και μόνο από αυτούς, αφού τότε και μόνο αφήνονταν "παρασυρόμενα" από αυτούς. Αντίθετα η χρήση των πυρπολικών στην Εθνεγερσία που ήταν πλέον πλοία επανδρωμένα βασιζόταν κυρίως στην ευψυχία, τη ναυτική εμπειρία και την ικανότητα των Πλοιάρχων και των πληρωμάτων τους.

Το ελληνικό πυρπολικό κατά τον αγώνα του 1821 είναι πλέον σκάφος επανδρωμένο με "έδρα" είτε συγκεκριμένο λιμάνι που παρέμενε εντός αυτού, είτε ελεύθερο στο πέλαγος "πελαγίσιο" που αναζητούσε στόχο. Κατά τη "πυρπόληση" έπρεπε να προσκολληθεί και να προσδεθεί άρρηκτα με το εχθρικό πλοίο πολύ πολύ γρήγορα στη συνέχεια να τεθεί σ΄ αυτό "πυρ" και έγκαιρα να εγκαταλειφθεί από το πλήρωμά του. Είναι προφανές ότι σε τέτοια επιχείρηση εκτός του θάρρους, της αποφασιστικότητας αλλά και της ψυχραιμίας απαιτείτο και πλήρης συντονισμός ενεργειών Πλοιάρχου και πληρώματος.

Το Πυρπολικό του 21 οφείλει τη πρώτη του κατασκευή στον Παργινό Ιωάννη Δημουλίτσα με το παρωνύμιο "Πατατούκος" ο οποις απο μικρος δούλευε σε ψαριανά καράβια και στα ταξίδια του γνώρισε τα μυστικά και στον Κων. Νικόδημο τη τελειοποίησή του. Πρώτη επιτυχής χρήση του επανδρωμένου Πυρπολικού έγινε στις 27 Μαΐου 1821 στην Ερεσό όπου οι Τούρκοι απώλεσαν ένα αξιόλογο πλοίο "γραμμής". Αναδειχθείς πρώτος "Πυρπολιτής" ο Παπανικολής. Τότε ξένος παρατηρητής σημείωνε "...τελικά οι Έλληνες βρήκαν το όπλο της Επανάστασης"! Μετά από αυτό το γεγονός οι Πρόκριτοι εγκρίνανε μετατροπές παλαιών ιστιοφόρων σε πυρπολικά εξαγοραζόμενα από τη τότε κυβέρνηση αντι 25.000 και 45.000 γρόσια με ισόποση περίπου δαπάνη για τη μετατροπή τους.

Τομή πυρπολικού. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα
Τομή πυρπολικού. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα

Η μετατροπή γινόταν ως εξής: άνοιγαν κατα μήκος του καταστρώματος σε κάθε πλευρά κυκλικά ανοίγματα ("ρούμπους") και κάτω από το καθένα έβαζαν πωματισμένο βαρέλι γεμάτο δυναμίτιδα. Κατά μήκος των πλευρών του καταστρώματος και κάτω από αυτόν κατασκευάζονταν αγωγοί γεμάτοι με εύφλεκτα μίγματα ονομαζόμενοι "μίνες του μπαρουτιού" για τη μετάδοση της φωτιάς από συγκεκριμένο σημείο τη "μίνα της φωτιάς" στη πρύμη του σκάφους όπου και το άνοιγμα του "άβακα" (=πηδαλίου) από το οποίο γινόταν η διαφυγή του πληρώματος (20-25 άνδρες) και η επιβίβασή τους σε ρυμουλκούμενη λέμβο όταν ο κυβερνήτης παραμένοντας τελευταίος έθετε το "πυρ". Ακόμη όμως και τα ιστία του πυρπολικού ήταν εμποτισμένη με πίσσα και νάφθα ώστε να μεταπηδήσει γρήγορα η φωτιά.

Οι επιθέσεις των πυρπολικών δεν γινόταν μόνο σε αγκυροβολημένους στόχους αλλά και μεσοπέλαγα, λόγω μεγαλύτερης ταχύτητας και μετά το περίφημο σήμα της επίθεσης "Με τη βοήθεια του Σταυρού επιτεθείτε!" πλησίαζαν τον εχθρό με τη πλώρη από τη προσήνεμη πλευρά, - δηλ. από εκεί που φύσαγε ή ήταν ο κυματσμός ώστε να βοηθηθεί η προσκόληση -, και γρήγορα με "κόρακες" (=γάτζους) εξασφάλιζαν την αγκίστρωση. Το πλήρωμα του εχθρικού σκάφους καταλαμβάνονταν από πανικό και καμία αντίσταση δεν επρόβαλε αλλά έτρεχε να σωθεί.

Από του 1824 όμως που άρχισε η παρέμβαση του αιγυπτιακού στόλου οι συνθήκες χρήσης των πυρπολικών ήταν δυσμενέστερες και τούτο διότι τα αιγυπτιακά πληρώματα ήταν εκπαιδευμένα και συγκροτημένα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα κυρίως του γαλλικού στρατού και ναυτικού. Πάντως τα πυρπολικά εξακολούθησαν να χρησιμοποιούνται ακόμη και όταν η Ελλάδα απέκτησε τα πρώτα πραγματικά πολεμικά τη φρεγάτα "Ελλάς" και το ατμοκίνητο "Καρτερία" τα οποία κατέστησαν το πυρπολικό δευτερεύον.

Πυρπολήσεις: Κατά τη διάρκεια του Απελευθερωτικού αγώνα του 1821 έγιναν 59 "τέτοιες" επιθέσεις από τις οποίες οι 39 ήταν επιτυχείς, 19 απέτυχαν και 1 αμφισβητείται.

Επιτυχείς ήταν: - του Γέροντα, του Νταρ Μπογκάζ και της Σάμου (πλοίαρχος Γ. Βατικιώτης), - της Τενέδου (πλ. Γ. Βρατσάνος), - της Σούδας (πλ. Α. Βώκος), - Μεθώνης (Α. Δημαμάς), - Γέροντα (Γ. Θεοχάρης), - Μυτιλήνης (Δ. Καλογιάννης), - Αγ. Μαρίνας, Σάμου, Τενέδου και Χίου (Κ. Κανάρης), - Ιθάκης, Μεσολογγίου (Α. Καράβελας), - Κάβο ντ΄ Όρο, Καρπάθου (Γ. Ματρώζος), - Σάμου (Λέκας Ματρώζος), - Γέροντα, Κάβο ντ΄ Όρο, Μιλήτου και Σάμου (Λ. Μουσούς), - Αλεξάνδρειας, Κάβο ντ΄ Όρο, Μεσολογγίου (Μ. Μπούτης), - Στενά Μυτιλήνης (Κ. Νικόδημος), - Ερεσού (Δ. Παπανικολής), - Μεθώνης (Α. Παυλής ή Μπίκος), - Άθωνα, Γέροντα, Σπετσών, Χίου (Α. Πιπίνος), - Μεθώνης, Μεσολογγίου (Γ. Πολίτης), - Σάμου (Δ. Ραφαλιάς), - Αλεξάνδρειας, Μεθώνης, Μεσολογγίου (Μ. Σπαχής), - Μεθώνης, Νταρ Μπογκάζ (Δ. Τσάπελης).

Αποτυχούσες: - Κάβο-Μελέχα (Α. Βώκος), - Λέσβου και Γκλαρέντζας (Θ. Βώκος), - Μεσολογγίου (Α. Δημαμάς), - Ερεσού (Γ. Θεοχάρης), - Ερεσού (Γ. Καλαφάτης), - Κρήτης (Γ. Ματρώζος), - Κάβο Μελέχα, Κάβο Ματαπά (Μιχ. Μπουντούρης), - Λέσβου, Φωκαίας (Θ. Μπρέσκας), - Μεθώνης (Α. Πιπίνος), - Χίου, Σπετσών, Σάμου, Κρήτης και Μυτιλήνης (Α. Ρομπόσης), - Σάμου (Π. Σπαχής), και - Σάμου (Δ. Τσάπελης).

Αμφισβητήσιμες: Μία, κατά τη Ναυμαχία της Σούδας (Α. Δημαμάς)

Ευνόητο ότι στα επαναλαμβανόμενα παραπάνω μέρη οι επιχειρήσεις έγιναν σε διαφορετικές ημερομηνίες.

Από τους Πλοιάρχους των Πυρπολικών σκαφών περισσότερο τιμήθηκε ο Κωνσταντίνος Κανάρης ο οποίος και πέθανε ως Πρόεδρος της τότε Οικουμενικής Κυβέρνησης. Κάποτε όταν τον ρώτησαν πως έκανε το κατόρθωμα της Χίου απάντησε: "Είπα, Κωνσταντή, θα πεθάνεις"!