Αγαστέρα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η αγαστέρα:

  1. Μονάδα μέτρησης υγρών στην Κρήτη, ίση με μία οκά.
  2. Η κοιλιά (γαστέρα) των νεογέννητων αρνιών και το περιεχόμενο γάλα. Η αγαστέρα, αφού ξεραινόταν, χρησίμευε ως μαγιά στην τυροκομία (Κρήτη)
  3. Μικρό πήλινο δοχείο με χερούλι, χωρητικότητας μιας οκάς. (Κρήτη)