Χρήστης:Daspan
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αρχαία Καλυδώνα Η Καλυδώνα στον Όμηρο μνημονεύεται σαν μια από τις πέντε κυριότερες αιτωλικές πόλεις κοντά στην οποία έγινε η μάχη μεταξύ Αιτωλών και Κουρητών. Κατά τους χρόνους του Πελοποννησιακού Πολέμου ήταν αυτόνομη, ενώ το 390π.Χ. συνδέθηκε πολιτικά με τους Αχαιούς και μετά τη μάχη των Λεύκτρων επανήλθε στην αιτωλική κυριαρχία . Κατά τους πολέμους του Φιλίππου Ε' εναντίον των Αιτωλών, η Καλυδώνα μαζί με την περιοχή της υπέστη σημαντικές ζημιές. Το 48π.χ. υποτάχτηκε στις δυνάμεις του Ιουλίου Καίσαρα και το 30 π.Χ. ερημώθηκε από τον Αύγουστο, ο οποίος μετέφερε τους περισσότερους από τους κατοίκους της στη Νικόπολη και μέρος από τους καλλιτεχνικούς της θησαυρούς στην Πάτρα. Η πόλη προστατευόταν από οχυρωματικό περίβολο, ο οποίος σώζεται, σε ορισμένα μόνο σημεία του, με τις έξι πύλες του, ενώ η ακρόπολη είχε δική της οχύρωση. Το 1926 με τις ανασκαφές Ελλήνων και Δανών αρχαιολόγων υπό τους FR. DOULSEN και Κ. Ρωμαίο ήρθε στο φως, εκτός από τα τείχη της πόλης - και σε μικρή απόσταση από τη δυτική της πύλη - το ιερό της Αρτέμιδος Λαφρίας, στο οποίο λατρευόταν και ο Απόλλων Λαφρίας. Ιερή Οδός που άρχιζε από τη δυτική πύλη με Ν.Δ. κατεύθυνση οδηγούσε στο τέμενος όπου αποκαλύφθηκαν ερείπια δύο ναών. Στο μικρότερο από αυτούς - αρχαϊκό, από σηκό και πρόναο με δύο κίονες μεταξύ των παραστάδων - λατρευόταν προφανώς ο Απόλλωνας. Ο άλλος - δωρικός περίπτερος, από πρόναο, σηκό και οπισθόδρομο - ήταν αφιερωμένος στην πολιούχα θεά της Καλυδώνας. Οικοδομήθηκε το πρώτο μισό του τέταρτου αιώνα (360π.Χ.). Κατά μήκος της Ιερής Οδού ανακαλύφθηκαν θεμέλια οικοδομημάτων διαφόρων εποχών καθώς και δίκλιτη στοά του δεύτερου αιώνα π.Χ. Ακόμα, ανατολικά αυτής της οδού βρέθηκε ένας μεγαλοπρεπής υπόγειος θολωτός τάφος των υστέρων χρόνων (100 π.Χ.). Επίσης, τάφοι υπήρχαν και σε άλλα σημεία της περιοχής. Πόλη της Αιτωλίας συνδεδεμένη με πολλούς ήρωες του μυθικούκύκλου,όπωςοΟινέας,οΜελέαγρος,οΤυδέας,ηΑταλάντη,ηΔηιάνειρα κ.ά. Λέγεται ότι κάποτε ο βασιλιάς της Καλυδώνας Οινέας προσέφερε θυσία σ' όλους τους θεούς εκτός από την Αρτέμιδα, που θεωρούνταν προστάτιδα θεά της πόλης. Αυτή για να τον εκδικηθεί έστειλε εναντίον του ένα τεράστιο κάπρο, που προξένησε μεγάλες καταστροφές στον κάμπο της περιοχής. Για να απαλλάξει την περιοχή από τον κάπρο ο βασιλιάς Οινέας κάλεσε τους καλύτερους κυνηγούς της χώρας με την υπόσχεση ότι όποιος σκότωνε το ζώο θα 'παιρνε ως έπαθλο το δέρμα του. 'Έτσι άρχισε το κυνήγι του Καλυδώνιου κάπρου στο οποίο μετείχαν γνωστοί ήρωες μεταξύ των οποίων όπως ο Μελέαγρος , ο 'Ιδας, η Αταλάντη, η οποία τελικά σκότωσε το ζώο και πήρε το δέρμα του. Οι θείοι όμως του Μελέαγρου, που βασίλευαν στη γειτονική πόλη Πλευρώνα, άρπαξαν το δέρμα από την Αταλάντη. Τότε άρχισε ένας φοβερός πόλεμος μεταξύ των δύο αυτών πόλεων, κατά τον οποίο σκοτώθηκε ο Μελέαγρος. Η μητέρα του όταν έμαθε το θάνατό του αυτοκτόνησε, ενώ η γυναίκα του πέθανε από τη λύπη της. Η θεά Αρτέμιδα δεν μπόρεσε να αντέξει τον καημό των αδελφών του Μελέαγρου και τις μεταμόρφωσε σε πουλιά.Εδώ έχουμε μία αντίθεση σε σχέση με τα λεγόμενα του Κατοπώδι και την τοπική παράδοση. Ο αρχικός πυρήνας του μύθου του Μελέαγρου είναι προελληνικός. Δεν εμφιλοχωρεί αμφισβήτηση. Οι χιλιετηρίδες μόνον δεν μπορεί να προσμετρηθούν με ακρίβεια, σε ότι αφορά το χρόνο της γέννησης του μύθου. Πατρίδα όμως του μύθου αυτού είναι η χώρα που κληρονόμησαν οι αρχαίοι Αιτωλοί και οι όμοροί τους λαοί οι Ακαρνάνες που κατοικούσαν δυτικά και ανατολικά του Αχελώου. Εάν πολλές χιλιετηρίδες, πριν από την κάθοδο των βορειοδυτικών ινδοευρωπαϊκών φυλών, προς Νότον, εκατοικείτο αυτός ο γεωγραφικός χώρος, από ένα λαό ή από περισσότερα προελληνικά φύλλα, αυτό δεν θα το μάθουμε ποτέ. Βέβαιο είναι πάντως ότι ο χώρος δεν ήταν ακατοίκητος. Η δημιουργία των λαϊκών διηγήσεων του μύθου του Μελέαγρου, αφορά συγκεκριμένα μια οικογένεια και όχι μία ή περισσότερες φυλές. Οι Προέλληνες της ακαρνανικής και της αιτωλικής γης ιστορούσαν ένα πανάρχαιο παραμύθι, πού έκλεινε όλη την πρωτόγονη πίστη στη δύναμη της μαγείας, για το καλό ή το κακό του ανθρώπου. Το παραμύθι αυτό είχε πάνω-κάτω την ακόλουθη μορφή: <<Μια φορά και έναν καιρό ήταν μια γυναίκα, που γέννησε ένα αγόρι. Θέλησε να μάθει αν θα ζούσε και ποια θα ήταν η τύχη του σαν θα μεγάλωνε. Παραφύλαξε λοιπόν τις Μοίρες τη νύχτα που θα ερχόντουσαν να το μοιράνουν. Όταν εκείνες έφθασαν, άκουσε την πρώτη να λεει: ΄΄Το αγόρι θα γίνει όμορφο΄΄. Η δεύτερη: ΄΄Θα γίνει παλικάρι΄΄. Η τρίτη όμως φώναξε: ΄΄Κοιτάξτε αυτό το δαυλί που καίγεται στο τζάκι. Την ίδια στιγμή που θα αποκαεί, το παιδί θα πεθάνει΄΄. Μόλις είπαν αυτά οι Μοίρες έφυγαν. Όρμησε τότε η μητέρα και άρπαξε το μισοκαμμένο ξύλο. Το παιδί έζησε, μεγάλωσε και έγινε ένα όμορφο και δυνατό παλικάρι. Μια μέρα έτυχε να βγει να κυνηγήσει συντροφιά με τον αδερφό της μητέρας του. Γυρνώντας όμως, πάνω στη μοιρασιά του κυνηγιού, μάλωσε μαζί του. Τον παίρνει τότε ο θυμός, δίνει μια του θείου του και τον σκοτώνει. Όταν η είδηση έφτασε στα αφτιά της μητέρας του, τότε εκείνη ακούγοντας πως ο αδελφός της σκοτώθηκε από του παιδιού της το χέρι, τρέχει αμέσως, ανοίγει την κασέλα, βγάζει το δαυλί, που το είχε τόσο καιρό φυλαγμένο, και το ρίχνει στη φωτιά. Την ίδια ώρα που το ξύλο ΄΄χώνεψε΄΄, έπεσε ο γιος της στο χώμα δίχως πνοή>>. Αυτός δίχως άλλο είναι ο προελληνικός πυρήνας, δηλαδή είναι ένας μύθος που ασχολείται με παραδοσιακές μορφές. Οι μύθοι αυτοί αποτελούν κατά κανόνα την ιστορία της φυλής που μεταβιβάζεται από γενιά σε γενιά με τον προφορικό λόγο.