Ηλεκτρονική ανάφλεξη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Πίνακας περιεχομένων

[Επεξεργασία] Ανάφλεξη Σε Μηχανές Εσωτερικής Καύσης

Ιστορική αναδρομή του σύστηματος ανάφλεξης

Τα πρώτα συστήματα ανάφλεξης θα μπορούσαμε να πούμε ότι δημιουργήθηκαν μαζί με τις πρώτες μηχανές εσωτερικής καύσης. Είναι τόσο άρρηκτες οι σχέσεις της μηχανής με το σύστημα ανάφλεξης που δεν θα μπορούσε να ήταν αλλιώς.

Τα δύο πρώτα συστήματα ανάφλεξης στις μηχανές εσωτερικής καύσης ήταν με σπόγγο πλατίνας ή με εξωτερικό καυστήρα. Για το πρώτο σύστημα τοποθετούνταν μέσα στο θάλαμο καύσης ένας σπόγγος πλατίνας ο οποίος με καταλυτικό τρόπο πραγματοποιούσε την ανάφλεξη. Στο δεύτερο σύστημα υπήρχε μια μεταλλική ράβδος που διέτρεχε την κεφαλή του κυλίνδρου και υπήρχε ένας εξωτερικός καυστήρας που την πυράκτωνε ώστε να πραγματοποιηθεί η ανάφλεξη.

Το 1860 πρώτος ο Jean Lenoir υπέβαλε αίτηση για ευρεσιτεχνία για έναν κινητήρα που είχε σύστημα ανάφλεξης πανομοιότυπο με το τωρινό και χρησιμοποιούσε μπουζί ως συσκευή παραγωγής του σπινθήρα. Όμως τα μονωτικά υλικά που απαιτούσε ένα τέτοιο σύστημα δεν μπορούσαν να παραχθούν με τα τότε τεχνολογικά μέσα. Το σύστημα του Lenoir έμεινε στάσιμο μέχρι της αρχές του 1.900 όπου και αναπτύχθηκαν αρκετά τα μονωτικά υλικά ώστε να μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες των καλωδιώσεων και των μπουζί ενός τέτοιου συστήματος.

[Επεξεργασία] Τα μέρη ενός συστήματος ανάφλεξης

[Επεξεργασία] Πλατίνες

Το ρεύμα του συστήματος ανάφλεξης προέρχεται από τη μπαταρία (κατά την εκκίνηση) ή από τη γεννήτρια (δυναμό ή εναλλακτήρας). Το ρεύμα και στις δύο περιπτώσεις είναι συνεχές, κάτι που δεν επιτρέπει στον πολλαπλασιαστή να λειτουργήσει. Εκεί παρεμβάλλονται οι πλατίνες οι οποίες είναι ένας απλός διακόπτης που ανοίγοντας και κλείνοντας δημιουργούν συνεχείς μεταβολές στην τάση στα άκρα του πολλαπλασιαστή και του επιτρέπουν να λειτουργήσει. Οι πλατίνες που είναι συνήθως δύο σε τετρακύλινδρους κινητήρες αποτελούνται από το κινούμενο μέρος, το ακίνητο και δύο πλακίδια τα οποία είναι αυτά που έρχονται σε επαφή όταν λέμε ότι κλείνουν οι πλατίνες. Λόγω της συνεχούς λειτουργίας τους οι επαφές φθείρονται, σε αυτό βοηθάει και το ότι αποστάσεις είναι πολύ μικρές και είναι συχνή η δημιουργία σπινθήρων ανάμεσα στις πλατίνες. Γι’ αυτό το λόγο οι κατασκευαστές χρησιμοποίησαν ένα υλικό μικρής ηλεκτρικής αντίσταση αλλά μεγάλης ανθεκτικότητας όπως η πλατίνα.

[Επεξεργασία] Διανομέας

Ο διανομέας αποτελείται από μια περιστρεφόμενη επαφή (ράουλο) και το καπάκι, πάνω στο οποίο τοποθετούνται τα μπουζοκαλώδια, οι επαφές και το καλώδιο υψηλής τάσης το οποίο μεταφέρει το ρεύμα υψηλής τάσης από τον πολλαπλασιαστή στο διανομέα. Το ράουλο βρίσκεται σε μόνιμη περιστροφή, έτσι όταν κλείσουν οι πλατίνες και το ρεύμα υψηλής τάσης διοχετευθεί στο δευτερεύον κύκλωμα, το ράουλο βρίσκεται στην κατάλληλη επαφή ώστε το ρεύμα να περάσει στο σωστό μπουζί και να δημιουργηθεί σπινθήρας.

[Επεξεργασία] Πολλαπλασιαστής

Ο πολλαπλασιαστής δεν είναι τίποτα άλλο από δύο πηνία τα οποία τα χωρίζει ένα έλασμα. Το πρώτο πηνίο αποτελείται λίγες σπείρες και σύρμα μεγάλης διαμέτρου. Το δεύτερο πηνίο αποτελείται πολλές σπείρες και σύρμα μικρής διαμέτρου. Στους σύγχρονους πολλαπλασιαστές η τάση μπορεί να φτάσει τα 20.000 V και σε ορισμένες περιπτώσεις και τα 30.000 V, τάση πολύ μεγάλη αλλά απαραίτητη για να δημιουργηθεί ο σπινθήρας στα μπουζί. Σε κανονικές συνθήκες θερμοκρασίας και πίεσης μερικές χιλιάδες βολτ θα ήταν αρκετά για να δώσουν σπινθήρα στο μπουζί. Στις συνθήκες όμως που επικρατούν σε ένα θάλαμο καύσης κατά την διάρκεια της συμπίεσης αυτό είναι αδύνατο.

[Επεξεργασία] Καλώδια

Όπως προαναφέρθηκε η δυσκολία πραγματοποίησης του παραπάνω συστήματος ανάφλεξης ήταν τα καλώδια. Οι υψηλές θερμοκρασίες που αναπτύσσονται, η υγρασία και η υδρογονάνθρακες ταλαιπωρούν πολύ τα καλώδια τα οποία πρέπει να είναι πολύ καλά μονωμένα. Τα όποια προβλήματα που υπήρχαν στην αρχή ξεπεράστηκαν με τη βοήθεια των συνθετικών υλικών.

[Επεξεργασία] Μπουζί

Το μπουζί μπορεί να είναι απλό στη λειτουργία του αλλά η κατασκευή του είναι πολύ δύσκολη. Αυτό γιατί ενώ το ηλεκτρόδιο στο οποίο και δημιουργείται ο σπινθήρας βρίσκετε μέσα στον θάλαμο καύσης και δέχεται υψηλές θερμοκρασίες μεγαλύτερες των 800 οC το υπόλοιπο μέρος του μπουζί βρίσκετε εκτός θαλάμου καύσης και δέχεται σαφώς χαμηλότερες θερμοκρασίες. Το ηλεκτρόδιο επίσης πρέπει να έχει υψηλή αντοχή γιατί η συνεχής παραγωγή σπινθήρων προκαλεί τη φθορά του. Επίσης το μπουζί θα πρέπει να απάγει θερμότητα γιατί σε περίπτωση που παραμένει θερμό υπάρχει κίνδυνος το καύσιμο μείγμα να αναφλέγετε από το σώμα του μπουζί και όχι από το σπινθήρα. Αν από την άλλη το μπουζί απάγει υπερβολικά θερμότητα τότε δεν θα έχει την απαραίτητη θερμοκρασία για να κάψει τα κατάλοιπα της καύσης τα οποία μπορούν να «μονώσουν» το ηλεκτρόδιο και να μην δημιουργείται σπινθήρας.

[Επεξεργασία] Το πέρασμα στην Ηλεκτρονική Ανάφλεξη

Στις μέρες όμως αυτά τα συστήματα ανάφλεξης έχουν παραγκωνιστεί καθώς είχαν και αρκετά προβλήματα. Το κόστος παραγωγής τους είναι μεγάλο, η συντήρηση τους είναι δαπανηρή, δεν είχαν την απαραίτητη αξιοπιστία, η καύση δεν είναι πάντα τέλεια με αποτέλεσμα η κατανάλωση και η ρύποι αυξάνονται, επίσης οι απαιτήσεις για μεγαλύτερη ιπποδύναμη απαιτούν και καλύτερη καύση. Στα συστήματα ηλεκτρονικής ανάφλεξης οι πλατίνες αντικαθιστώνται από ένα τρανζίστορ το οποίο αναλαμβάνει να ανοίγει και να κλείνει το πρωτεύον κύκλωμα. Το σήμα για το άνοιγμα και κλείσιμο δίδετε από έναν μαγνητικό αισθητήρα (αισθητήρας Hall). Ο διανομέας σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να επαλειφθεί τελείως από το σύστημα. Υπάρχει παράλληλη σύνδεση δύο μπουζί με το ένα να δίνει σπινθήρα στο κενό. Γενικώς τα ηλεκτρονικά απάλλαξαν από το σύστημα ανάφλεξης τις επαφές μεταξύ μετάλλων οι οποίες δημιουργούσαν φθορές και κακή λειτουργία. Η ηλεκτρονική ανάφλεξη που αποτελείται από ένα μόνο τρανζίστορ, ήταν βραχύβια και είχε ελάχιστες εφαρμογές. Πράγματι, η εξέλιξη που σημειώθηκε στον τομέα αυτό μέσα σε ελάχιστα χρόνια ήταν τόσο γρήγορη ώστε να θεωρούνται απαρχαιωμένα τα συστήματα που μόλις ένα χρόνο πριν θεωρούνταν αξεπέραστα. Οι διατάξεις ηλεκτρονικής ανάφλεξης των τελευταίων ετών αποτελούνται, συνήθως, από τρία βασικά τμήματα και διαφοροποιούνται ανάλογα με τα χρησιμοποιούμενα στοιχεία. Στα συστήματα breakerless (χωρίς πλατίνες) έχουν καταργηθεί τελείως οι πλατίνες, τη θέση των οποίων έχει καταλάβει ένας ηλεκτρομαγνητικός αισθητήρας (πικ-άπ) ή ένας αισθητήρας Hall. τα συστήματα με στατικές διατάξεις προπορείας, έχουν καταργηθεί επίσης οι μηχανικού τύπου διατάξεις προπορείας και διαπίστωσης της φάσης, που υποκαταστάθηκαν με ηλεκτρονικές. Τα συστήματα με στατική διανομή, τέλος, ο «παραδοσιακός» διανομέα της υψηλής τάσης έχει υποκατασταθεί από ειδικά ηλεκτρονικό κυκλώματα που βρίσκονται ην κεντρική μονάδα (μικροεπεξεργαστή).

[Επεξεργασία] Οι αισθητήρες

Ένα μεγάλο βήμα εμπρός απετέλεσε η εισαγωγή των αισθητήρων, διατάξεων που μετατρέπουν ένα φυσικό μέγεθος (σ.α.λ., θερμοκρασία, πίεση κλπ) σε ηλεκτρικό σήμα, το οποίο αξιοποιείται από τον μικροεπεξεργαστή αφού μετασχηματισθεί, ενισχυθεί και συγκριθεί με άλλα σήματα, για να προσαρμοσθεί στις ανάγκες του κινητήρα. Ο αισθητήρας διακύμανσης μαγνητικής αντίστασης αποτελείται από ένα πυρήνα από μαγνητισμένο σίδηρο, που φέρει περιέλιξη από χαλκόσυρμα: όταν μπροστά από το άκρο του πυρήνα, σε απόσταση όχι μεγαλύτερη του 1,5 mm, διέλθει με ταχύτητα ένα δόντι από μαγνητικό υλικό (σίδηρος, χάλυβας), στα άκρα του πηνίου δημιουργείται μια ηλεκτρική τάση. Εμπρός από τον αισθητήρα αυτού του τύπου, που χρησιμοποιείται στην ανάφλεξη breakerless, περιστρέφεται ένας τροχός που φέρει τόσα δόντια όσοι είναι οι κύλινδροι, δηλαδή ισάριθμα με τους λοβούς του έκκεντρου που κινούσε το μηχανισμό των πλατινών. Ο τροχός αυτός εδράζεται στο ίδιο αξονάκι που πριν έφερε το έκκεντρο και η διάμετρος του είναι τέτοια ώστε να χωρά στον κορμό του διανομέα.

[Επεξεργασία] Αισθητήρας με γεννήτρια Hall

Ο αισθητήρας (σένσορας) με γεννήτρια Hall αποτελείται από έναν ημιαγωγό κρύσταλλο ικανό να παράγει ηλεκτρικό σήμα όταν διατρέχεται από μαγνητικό πεδίο. Μπορεί να τοποθετηθεί, όπως και ο προηγούμενος, μέσα στον κορμό του διανομέα όπου, αντί του τροχού με τέσσερα ή έξι δόντια, αναλόγως του αριθμού κυλίνδρων, υπάρχει ένα κύπελλο, πάντα από μαγνητικό υλικό, με τέσσερα (ή έξι) θωρακισμένα τμήματα, ικανά να ανακόψουν ή να αφήσουν να διέλθει το μαγνητικό πεδίο που δημιουργεί ένας μαγνήτης και κατευθύνεται προς τον ημιαγωγό. Όπως και στον προηγούμενο αισθητήρα, το αποτέλεσμα είναι να παράγεται μια παλλόμενη ηλεκτρική τάση, με τόσες κορυφές όσοι ήταν πριν οι λοβοί του έκκεντρου (δηλαδή, όσα είναι τώρα τα τμήματα του κυπέλλου). Ο αισθητήρας με ποτενσιόμετρο είναι ένας ρεζίστορας με γυμνό σύρμα, περιελιγμένο σε μονωμένη βάση, πάνω στον οποίο ολισθαίνει ένας κινητός επαφέας. Ο ρεζίστορας μπορεί να είναι ίσιος (για τη μέτρηση ευθύγραμμων κινήσεων) ή κυκλικός (για τη μέτρηση γωνιακών κινήσεων, όπως της πεταλούδας). Ο αισθητήρας με φύσιγγα υποπίεσης χρησιμοποιείται για τη διαπίστωση του φορτίου του κινητήρα με βάση την υποπίεση στον αυλό εισαγωγής, ώστε να μεταβάλλεται αναλόγως η προπορεία. Έτσι, υποκαθιστά το αυτόματο αβάνς με υποπίεση, που χρησιμοποιούταν στις συμβατικές διατάξεις• όμως, αντί το διάφραγμα του να συνδέεται, μέσω ράβδου, με τον πλατινοφόρο, η κίνηση του μετράται ηλεκτρικά: συνήθως το διάφραγμα φέρει ειδικές αντιστάσεις, αποτελούμενες από ημιαγωγούς, η αντίσταση των οποίων παρουσιάζει μεγάλες διακυμάνσεις όταν υφίστανται παραμόρφωση, με αποτέλεσμα να διαπιστώνεται η έκταση της κίνησης του διαφράγματος. Ο θερμικός αισθητήρας χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της θερμοκρασίας του ψυκτικού υγρού, καθώς και του περιβάλλοντος. Συνήθως ως αισθητήρες θερμοκρασίας χρησιμοποιούνται θερμίστορ, υλικά που η αντίσταση τους παρουσιάζει έντονες διακυμάνσεις με τη μεταβολή της θερμοκρασίας: μπορούν να είναι τύπου ΝΤC (οι ευρύτερα χρησιμοποιούμενοι), όπου η αντίσταση τους μειώνεται όσο ανεβαίνει η θερμοκρασία, ή τύπου ΡΤC, η αντίσταση των οποίων αυξάνει παράλληλα με τη θερμοκρασία. Οι διαστάσεις και το σχήμα τους προσεγγίζουν τα αντίστοιχα ενός μπουζί.

[Επεξεργασία] E.C.U.

Βρίσκεται αμέσως μετά τους αισθητήρες, όχι σε σημασία, αλλά για να επεξεργάζεται τα στοιχεία που της μεταδίδουν. Η ηλεκτρονική μονάδα ελέγχου (E.C.U.) είναι το καθ' εαυτό ηλεκτρονικό τμήμα της όλης αλυσίδας που απαρτίζουν τα στοιχεία της ανάφλεξης. Στο εσωτερικό της E.C.U. υπάρχουν, κατ' αρχήν, τα κυκλώματα εισόδου που παραλαμβάνουν τα ηλεκτρικά σήματα από τους διάφορους αισθητήρες και τα μετασχηματίζουν έτσι ώστε να είναι κατανοητά και αξιοποιήσιμα από τα επόμενα κυκλώματα. Το σημαντικότερο κύκλωμα εισόδου είναι ο αναλογικός/ ψηφιακός μετατροπέας, που αναλαμβάνει να μετασχηματίσει σε ψηφιακά τα αναλογικά σήματα που παραλαμβάνει. Η κεντρική μονάδα επεξεργασίας είναι το κεντρικό τμήμα της E.C.U., ο εγκέφαλος της ηλεκτρονικής μονάδας, στην οποία φθάνουν τα ψηφιοποιημένα από τον μετατροπέα σήματα. Η κεντρική μονάδα αποτελείται από μια προσωρινή μνήμη (RΑΜ), που αποθηκεύει τα εισερχόμενα στοιχεία και μια μόνιμη μνήμη (ROM), η οποία περιέχει όλα τα στοιχεία του προγράμματος που πρέπει να εκτελέσει της E.C.U., σύμφωνα με τις προβλέψεις του κατασκευαστή. Τέλος, υπάρχει ο μικροεπεξεργαστής, που επιτελεί όλους τους υπολογισμούς του προγράμματος.

[Επεξεργασία] Οι μηχανισμοί ενεργοποίησης

H E.C.U. επεξεργάζεται τις πληροφορίες που παραλαμβάνει από τους αισθητήρες και στέλνει εντολές στους μηχανισμούς ενεργοποίησης, διατάξεις που επενεργούν στην ανάφλεξη (χρόνος, διάρκεια και ένταση του σπινθήρα) έτσι ώστε να βελτιστοποιούνται οι επιδόσεις του κινητήρα. Μεταξύ των μηχανισμών ενεργοποίησης, πρώτος πρέπει να αναφερθεί ο πολλαπλασιαστής. Στους περισσότερο πρόσφατους τύπους ηλεκτρονικής ανάφλεξης χρησιμοποιήθηκαν πολλαπλασιαστές όπου η πρωτεύουσα περιέλιξη έχει αντίσταση πολύ χαμηλότερη του «παραδοσιακού» τύπου, δηλαδή 0,35-0,80 Ω, αντί 3 Ω. Με τόσο χαμηλή αντίσταση, το ρεύμα της πρωτεύουσας περιέλιξης έχει τη δυνατότητα να φθάσει στη μέγιστη προβλεπόμενη τιμή, ακόμη και όταν η τάση της μπαταρίας είναι πολύ χαμηλή (μπαταρία μερικώς αποφορτισμένη). Άλλοι μηχανισμοί ενεργοποίησης είναι οι διατάξεις μεταβολής της προπορείας. Αυτές που περιγράψαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο, με τις φυγοκεντρούμενες μάζες και με φύσιγγα υποπίεσης, υπάρχουν μόνο στα συμβατικά συστήματα ανάφλεξης, καθώς και στα breakerless. Στα περισσότερο πρόσφατα και περισσότερο ηλεκτρονικά συστήματα ανάφλεξης, η ρύθμιση αυτή γίνεται μόνο από την E.C.U., αναλόγως των σημάτων που λαμβάνει από τους αισθητήρες. Έτσι, η μεταβολή της προπορείας δεν γίνεται πλέον χάρη στην κίνηση κάποιων στοιχείων, αλλά ύστερα από εντολή της E.C.U βάσει των στοιχείων που διατηρεί στη μνήμη RΟΜ. Τα στοιχεία αυτά μπορούν να παραστηθούν με τη μορφή τρισδιάστατου χάρτη από τον οποίο γίνεται αντιληπτό πώς η E.C.U, έχοντας παραλάβει τις πληροφορίες σχετικά με τις σ.α.λ. και με την υποπίεση στον αυλό εισαγωγής (δηλαδή το φορτίο του κινητήρα), μπορεί να δώσει εντολή να αχθεί η προπορεία στον αριθμό μοιρών που προβλέπει ο κατασκευαστής για τη συγκεκριμένη συνθήκη λειτουργίας του κινητήρα. Το σύστημα αυτό λέγεται στατικής μεταβολής προπορείας ή, απλούστερα, στατικής προπορείας. Ο διανομέας έχει τα ίδια χαρακτηριστικά με το χρησιμοποιούμενο στη συμβατική ανάφλεξη, εκτός της ολοηλεκτρονικής ανάφλεξης, όπου η διανομή του ρεύματος υψηλής τάσης στα μπουζί δεν γίνεται πλέον με περιστρεφόμενη ψήκτρα αλλά στατικά, δηλαδή χωρίς κινητά στοιχεία, όπως στην περίπτωση του 16-βάλβιδου κινητήρα της Saab-Scania, όπου έχει εφαρμοστεί ένας μικρός πολλαπλασιαστής σε κάθε μπουζί. Στην ηλεκτρονική ανάφλεξη, τέλος, χρησιμοποιούνται τα ίδια μπουζί που εφαρμόζονται και στις συμβατικές αναφλέξεις.

[Επεξεργασία] Λειτουργικές διαφορές

Το σύστημα σώρευσης της ενέργειας που χρησιμοποιείται για την τροφοδοσία του σπινθήρα, μπορεί να είναι επαγωγικό ή με εκφόρτιση. Στην ανάφλεξη με επαγωγικό σπινθήρα, πηγή ενέργειας του σπινθήρα είναι η επαγωγή. Πράγματι, το μαγνητικό κύκλωμα σωρεύει με τη μορφή μαγνητικού πεδίου την ενέργεια που του παρέχει το ρεύμα το οποίο κυκλοφορεί στην πρωτεύουσα περιέλιξη. Η ενέργεια αυτή είναι τόσο υψηλότερη όσο μεγαλύτερη είναι η επαγωγή του κυκλώματος και όσο υψηλότερο είναι το ρεύμα που το διατρέχει. Όταν το ρεύμα διακόπτεται, η ενέργεια αυτή μετακινείται, μέσω της αλλαγής μαγνητικής ροής, στο χώρο γύρω από τη δευτερεύουσα περιέλιξη, προκαλώντας επαγωγικά την υψηλή τάση που εκφορτίζεται μεταξύ των ηλεκτροδίων του μπουζί. Η διάρκεια του σπινθήρα αυτού εξαρτάται από την ποσότητα ενέργειας που έχει σωρευτεί στο μαγνητικό κύκλωμα του πολλαπλασιαστή. Στην ανάφλεξη με εκφόρτιση ο σπινθήρας τροφοδοτείται από την εκφόρτιση ενός πυκνωτή μέσω της πρωτεύουσας περιέλιξης του πολλαπλασιαστή, Ο πυκνωτής αυτός έχει πολύ μεγαλύτερη χωρητικότητα από αυτούς που χρησιμοποιούνται συνήθως στα συστήματα ανάφλεξης και φορτίζεται, μέσω ειδικού κυκλώματος, με τάση τουλάχιστον 400V. Η εκφόρτιση του πυκνωτή στην πρωτεύουσα περιέλιξη του πολλαπλασιαστή επιτυγχάνεται μέσω ενός ημιαγωγού που ονομάζεται θυρίστορας και ο οποίος ενεργοποιείται, την κατάλληλη στιγμή, από τις πλατίνες ή, όταν αυτές δεν υπάρχουν, από την E.C.U. Στο σύστημα εκφόρτισης, η διάρκεια του σπινθήρα είναι πολύ βραχύτερη από του επαγωγικού συστήματος (0,1-0,2 msec αντί 1,5-1,8 msec), αλλά είναι ταχύτατη η άνοδος της τάσης και πολύ υψηλή η μέγιστη τιμή της όπου σχηματίζεται ο σπινθήρας. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του σπινθήρα που επιτυγχάνεται με το σύστημα εκφόρτισης πυκνωτή, καθιστούν αυτή τη διάταξη κατάλληλη να παρέχει τάση ανάφλεξης μόνο σε σπορ κινητήρες ή σε κινητήρες που έχουν έντονη περιδίνηση.

[Επεξεργασία] Στατικό ηλεκτρονικό αβάνς

Στην ηλεκτρονική ανάφλεξη με στατική προπορεία, ο αισθητήρας σ.α.λ. δεν βρίσκεται πλέον στο διανομέα, αλλά διατάσσεται απέναντι στην εξωτερική οδόντωση του σφονδύλου. Η συνεχής διέλευση των δοντιών του σφονδύλου μπροστά στον αισθητήρα δημιουργεί, στην περιέλιξη του, μια παλμικά μεταβαλλόμενη τάση που αξιοποιείται από την E.C.U. για να μετρά τις σ.α.λ. Μια (ή περισσότερες) ασυνέχειες στα δόντια του σφονδύλου, επιτρέπει εξάλλου στην E.C.U. να αντιλαμβάνεται τη θέση του ΑΝΣ ενός ή περισσοτέρων κυλίνδρων.

[Επεξεργασία] Βιβλιογραφία

Auto & Auto

Ηλεκτρικό Ηλεκτρονικό Σύστημα Αυτοκινήτου

Σημειώσεις Ηλεκτροτεχνίας Τ.Ε.Ι.Θ.