Πύλη:Ορθοδοξία/Επιλεγμένη προσωπικότητα (αρχείο)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Πίνακας περιεχομένων

[Επεξεργασία] Πάπας Γρηγόριος Α΄

O Όσιος Γρηγόριος Α', Πάπας Ρώμης
O Όσιος Γρηγόριος Α', Πάπας Ρώμης

Ο Πάπας Γρηγόριος Α΄, ο επιλεγόμενος Μέγας (540-12 Μαρτίου 604) είναι ο Ποντίφηκας με τον οποίο ξεκινά η μεσαιωνική περίοδος της Δυτικής Εκκλησίας. Δεδομένου ότι μετά το θάνατό του αγιοποιήθηκε, αναφέρεται στην Καθολική εκκλησία και ως Άγιος Γρηγόριος ο Μέγας. Συγκαταλέγεται ανάμεσα στους μεγάλους διδασκάλους της Καθολικής Εκκλησίας και η μνήμη του τιμάται στις 3 Σεπτεμβρίου. Στην Ανατολή του δόθηκε η προσωνυμία Διάλογος, εξαιτίας ενός ομώνυμου έργου του. Η μνήμη του τιμάται στις 12 Μαρτίου.

Η εργογραφία του Γρηγορίου είναι πλούσια και χαρακτηρίζεται από την απλότητα του λόγου, τη σαφήνεια, τον καλό χειρισμό της γλώσσας και τη θεολογική εμβρίθεια. Η φήμη του ως εκκλησιαστικού Πατέρα στηρίζεται στις ιδέες που μετέδωσε στις μελέτες του για την πνευματική ζωή.


Ο Γέρων Παΐσιος
Ο Γέρων Παΐσιος

[Επεξεργασία] Γέρων Παΐσιος

Ο Γέρων Παΐσιος (κατά κόσμον Αρσένιος Εζνεπίδης) είναι ένας από τους γνωστότερους μοναχούς που έζησαν κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα. Η φήμη του στους κύκλους της ορθοδοξίας είναι μεγάλη, ενώ πολλοί πιστεύουν ότι είναι θέμα χρόνου μέχρι η ορδόδοξη χριστιανική εκκλησία να τον ανακηρύξει σε άγιο.

Ο Γέρων Παΐσιος γεννήθηκε στα Φάρασα της Καππαδοκίας, στη Μικρά Ασία, στις 25 Ιουλίου το 1924. Ο πατέρας του ονομάζονταν Πρόδρομος και ήταν πρόεδρος των Φαράσων. Η μητέρα του ονομάζονταν Ευλαμπία. Ο Γέροντας είχε εννέα αδέλφια. Στις 7 Αυγούστου του 1924, μια εβδομάδα πριν οι Φαρασιώτες φύγουν για την Ελλάδα, ο Γέροντας βαφτίστηκε από τον Άγιο Αρσένιο τον Καππαδόκη, ο οποίος επέμεινε και του έδωσε το δικό του όνομα «για να αφήσει καλόγερο στο πόδι του», όπως χαρακτηριστικά είχε πει.


Ο Αρχιεπίσκοπος π. Βορείου και Νοτίου Αμερικής Ιάκωβος
Ο Αρχιεπίσκοπος π. Βορείου και Νοτίου Αμερικής Ιάκωβος

[Επεξεργασία] Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ιάκωβος

Ο Αρχιεπίσκοπος Βορείου και Νοτίου Αμερικής Ιάκωβος (κατά κόσμον Δημήτριος Κουκούζης) είχε γεννηθεί στην Ίμβρο τον Ιούλιο του 1911 και σπούδασε στη Θεολογική Σχολή Χάλκης και στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ.

Στα 1934 χειροτονήθηκε Διάκονος και πήρε το όνομα Ιάκωβος. Πέντε χρόνια (1934 - 1939) υπηρέτησε στη Μητρόπολη Δέρκων και το 1939 - 1940 στην Αρχιεπισκοπή Αμερικής στο πλευρό του Αρχιεπίσκοπου Αθηναγόρα. Από το 1940 - 1942 ήταν καθηγητής της Θεολογικής Σχολής της Αρχιεπισκοπής της Αμερικής και από το 1942 - 1954 ήταν Προϊστάμενος του Καθεδρικού Ναού του Ευαγγελισμού της Βοστώνης.

Στα 1954 έγινε Επίσκοπος Μάλτας (Μελίτης). Το 1955 το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως τον διόρισε εκπρόσωπό του στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών στη Γενεύη. Στις αρχές του 1959 εξελέγη Αρχιεπίσκοπος της ελληνορθόδοξης Εκκλησίας Βορείου και Νοτίου Αμερικής από την Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Η Ενθρόνιση έγινε την 1η Απριλίου του ίδιου χρόνου, στον καθεδρικό Ναό της Αγίας Τριάδος, στη Νέα Υόρκη.


Ο Πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης
Ο Πατριάρχης Μελέτιος Μεταξάκης

[Επεξεργασία] Μελέτιος Μεταξάκης

Γεννήθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου του 1871 στο χωριό Παρσάς του Λασιθίου Κρήτης και το κοσμικό του όνομα ήταν Εμμανουήλ Μεταξάκης.

Σπούδασε στην Ιερατική Σχολή του Παναγίου Τάφου από το 1889 έως το 1891. Το 1891 ο Ηγούμενος της Μονής Βηθλεέμ και Αρχιεπίσκοπος Θαβωρίου Σπυρίδων τον χειροτόνησε Διάκονο και τον ονόμασε Μελέτιο. Συνέχισε τις σπουδές του στη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού στα Ιεροσόλυμα όταν η Σχολή επαναλειτούργησε το 1893. Αποφοίτησε το 1900 ως αριστούχος.

Το 1910 εξελέγη Μητροπολίτης Κιτίου της Κύπρου. Το 1918 διαδέχθηκε το Θεόκλητο Α' στη Μητρόπολη Αθηνών. Στις 25 Νοεμβρίου 1921 εξελέγη στον Οικουμενικό Θρόνο όπου παρέμεινε 17 μήνες. Στις 20 Μαΐου 1926 εξελέγη Πατριάρχης Αλεξανδρείας διαδεχόμενος το Φώτιο.


[Επεξεργασία] Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος

Ο Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας Αναστάσιος (Γιαννουλάτος) γεννήθηκε στις 4 Νοεμβρίου 1929 στον Πειραιά.

Παράλληλα με τις θεολογικές του σπουδές αναμείχθηκε με οργανώσεις ορθόδοξης νεολαίας. Το 1962 χειροτονήθηκε και αναχώρησε για ιεραποστολή στην Ουγκάντα. Εκεί έμαθε τις τοπικές διαλέκτους, αναγκάστηκε όμως να αποχωρήσει όταν προσβλήθηκε από μαλάρια.

Το 1972 έγινε καθηγητής Ιστορίας των Θρησκευμάτων στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Διευθυντής του Τομέα Θρησκειολογίας και Κοινωνιολογίας και Κοσμήτωρ της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Η προσφορά του αναγνωρίστηκε σύντομα με τη χειροτονία του σε επίσκοπο Ανδρούσης. Έγινε επίσης γενικός διευθυντής της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος. Το 1981, μετά την πλήρη αποκατάσταση της υγείας του, αναχώρησε και πάλι για την Αφρική, αυτή τη φορά ως Μητροπολίτης Ανατολικής Αφρικής. Η δικαιοδοσία του εκεί περιλάμβανε την Κένυα, την Ουγκάντα και την Τανζανία, όπου πραγματοποίησε τεράστιο έργο αναφορικά με τη λειτουργία της εκεί εκκλησίας.