Μικρασιατική εκστρατεία
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Έχει προταθεί αυτό το άρθρο ή τμήμα αυτού του άρθρου, να συγχωνευθεί με το Ελληνοτουρκικός πόλεμος (1919-1922). (Σχολιάστε) | |
Αν πρόκειται να γίνει συγχώνευση σελίδων με μεγάλο ιστορικό, μην την κάνετε χειροκίνητα με «Αντιγραφή και Επικόλληση», αλλά ζητήστε την από τους διαχειριστές, προκειμένου να συγχωνευθεί και το ιστορικό των δύο σελίδων. |
Η Ελλάδα, ως νικήτρια χώρα στο πλευρό της Αντάντ κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ανταμείφθηκε με παραχώρηση εδαφών από τη Βουλγαρία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία, χώρες οι οποίες κατά τη διάρκεια του πολέμου είχαν ταχθεί με τις κεντρικές δυνάμεις.
Απ' τη Βουλγαρία η Ελλάδα απέσπασε την Δυτική Θράκη, σύμφωνα με την συνθήκη του Νεϊγύ, που απέκοπτε το βουλγαρικό κράτος από άμεση πρόσβαση προς τη Μεσόγειο Θάλασσα.
Επίσης, υπεγράφη η συνθήκη των Σεβρών, σύμφωνα με την οποία η Οθωμανική Αυτοκρατορία παρέδιδε στην Ελλάδα όλη την Ανατολική Θράκη -εκτός από την περιοχή της Κωνσταντινούπολης- και τη ζώνη της Σμύρνης στη δυτική Μικρά Ασία.
Πίνακας περιεχομένων |
[Επεξεργασία] Ισχυροποίηση των Ελληνικών διεκδικήσεων
Τον Μάϊο του 1919 η Ελλάδα (εκ των νικητών του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου) εξασφάλισε από τις μεγάλες δυνάμεις της "Τριπλής Συνεννοήσεως" («Αντάντ») -και χάρις στις ενέργειες του πρωθυπουργού της Ελευθέριου Βενιζέλου- την άδεια να αποβιβάσει στρατεύματα στη Σμύρνη, προκειμένου να προστατεύσει τους χριστιανικούς πληθυσμούς της Ιωνίας από δολιοφθορές των Τούρκων ατάκτων. Η κατάληψη της πρωτεύουσας της Ιωνίας έγινε μέσα σε πανηγυρικό κλίμα και χωρίς αντίσταση, τοποθετήθηκαν Ελληνικές διοικητικές και στρατιωτικές αρχές και ξεκίνησε η προσπάθεια να αναχαιτισθούν οι εχθρικές επιβουλές, με εκκαθαριστικές επιχειρήσεις προς τα ενδότερα.
Με τη συμφωνία των Σεβρών (1920) που υπέγραψε η ηττημένη του πολέμου Οθωμανική Τουρκία αναγνωρίσθηκε η επικυριαρχία του Σουλτάνου στην καταληφθείσα περιοχή, πλην όμως το χρονοδιάγραμμα προέβλεπε Ελληνική διοίκηση για την επόμενη πενταετία πέραν της οποίας παρείχετο η δυνατότητα μέσω δημοψηφίσματος να περιέλθει οριστικά στην Ελληνική επικράτεια. Παράλληλα, η Ανατολική Θράκη παραχωρήθηκε στην Ελλάδα έως τη γραμμή Αίνου-Μήδειας, ενώ με ξεχωριστή συμφωνία η Ιταλία συναινούσε να αποδώσει και τα Δωδεκάνησα στη χώρα μας.
[Επεξεργασία] Ασταθής ισορροπία.
Η Συμφωνία των Σερβών ήταν διπλωματική επιτυχία του Βενιζέλου, την οποία όμως ουδέποτε αναγνώρισε ο Μουσταφά Κεμάλ, μετέπειτα γνωστός και ως «Ατατούρκ», (περίφημος αξιωματικός του Τουρκικού στρατού που είχε διακριθεί στην αντίσταση κατά των δυτικών δυνάμεων στη χερσόνησο της Καλλίπολης, όπου η Αντάντ υπέστη πανωλεθρία). Ο Κεμάλ οργάνωσε ανταρτικό στρατό και όρισε την έδρα της επαναστατικής του κυβέρνησης στην Άγκυρα κηρύσσοντας αγώνα μέχρις εσχάτων.
Στην Ελλάδα (παρά την καθιέρωσή της ως μίας δύναμης που εκτεινόταν γεωγραφικά σε δύο ηπείρους και πέντε θάλασσες) η δυσαρέσκεια του κόσμου αυξήθηκε από τις πολλές αυθαιρεσίες των βενιζελικών εναντίον των φιλομοναρχικών μετά τη δολοφονική απόπειρα κατά του πρωθυπουργού στο σταθμό της Λυόν από δύο απότακτους βασιλόφρονες αξιωματικούς. Παράλληλα, η αντιπολίτευση δήλωνε ότι θα φρόντιζε να εξασφαλίσει την επιστροφή των ταλαιπωρημένων στρατιωτών που βρίσκονταν στα όπλα από το 1912 χωρίς σχεδόν καμία διακοπή, ενώ η ξαφνική απώλεια από δάγκωμα πιθήκου του νεαρού βασιλιά (Αλέξανδρος Α'), που είχε διαδεχθεί τον έκπτωτο πατέρα του (Κωνσταντίνος Α') και είχε αρμονική συνεργασία με το Βενιζέλο, επέτεινε την πολιτική αστάθεια.
Ο Βενιζέλος αναγκάσθηκε να προσφύγει στις κάλπες, όπου, χάρις στο εκλογικό σύστημα που εφαρμόσθηκε, η «Ηνωμένη Αντιπολίτευσις» και ο επικεφαλής της Δημήτριος Γούναρης θριάμβευσαν παρότι υπολείπονταν σε ψήφους.
[Επεξεργασία] Μεταστροφή του διεθνή παράγοντα.
Οι νικητές ανέλαβαν την εξουσία, ο Βενιζέλος απογοητευμένος από την έκβαση των γεγονότων αυτοεξορίσθηκε στο Παρίσι και το Νοέμβριο του 1920 ο Κωνσταντίνος επέστρεψε στο θρόνο. Η Γαλλία και η Ιταλία βρήκαν σε αυτή την εξέλιξη το πρόσχημα που αναζητούσαν για να απαγκιστρωθούν από την Μικρά Ασία στην οποία κατείχαν σημαντικά εδάφη (αλλά ήδη είχαν έλθει σε μυστικές συνεννοήσεις για την αποχώρησή τους με ανταλλάγματα). Απείλησαν την Ελλάδα ότι ενδεχόμενη παλινόρθωση του γερμανόφιλου Κωνσταντίνου θα οδηγούσε σε ρήξη των σχέσεων, κάτι που όμως αγνόησε η νέα Ελληνική κυβέρνηση.
Στην Τουρκία, ο Κεμάλ συνέχιζε τον αγώνα του κατά του Σουλτάνου (ο οποίος ήταν πρόθυμος να δεχθεί τη συμφωνία των Σεβρών, διατηρώντας τα προνόμιά του) αλλά και της ξενικής τριπλής κατοχής, ενώ στην απέναντι όχθη του Αιγαίου η κυβέρνηση Γούναρη όχι μόνο δεν επανέφερε το στρατό, αλλά αποφάσισε (με την παρότρυνση των Άγγλων που εξυπηρετούσαν τα δικά τους συμφέροντα) να κλιμακώσει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις. Ωστόσο, την Ελληνική ηγεσία απασχολούσε έντονα (σύμφωνα και με δηλώσεις του ίδιου του Γούναρη) η τύχη των Ελληνικής καταγωγής πληθυσμών, σε περίπτωση που αποφασίζετο η διακοπή της εκστρατείας.
Στις 25 Μαρτίου του 1921 (σε μία συμβολικά επιλεγμένη χρονική στιγμή, εκατό ακριβώς χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση) ο βασιλιάς Κωνσταντίνος αποβιβάσθηκε στη Σμύρνη και συμμετείχε σε ευρεία στρατιωτική σύσκεψη, όπου ορίσθηκε ως στόχος η κατάληψη της Άγκυρας και η καταστροφή του σταθμού ανεφοδιασμού του εχθρού, ενέργεια η οποία σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Ελληνικού επιτελείου θα οδηγούσε τον Κεμάλ σε συνθηκολόγηση.
[Επεξεργασία] Καθήλωση και αδράνεια.
Η προέλαση του τεράστιου για την εποχή εκστρατευτικού σώματος (220.000 άνδρες) μέσω της Αλμυρής Ερήμου έφερε τις Ελληνικές δυνάμεις (οι οποίες προέβησαν σε πολλές ωμότητες κατά του Τουρκικού πληθυσμού) στις όχθες του Σαγγάριου ποταμού, προ των πυλών της Άγκυρας. Εκεί, στην κρίσιμη μάχη που ακολούθησε τον Αύγουστο του 1921, ο Ελληνικός στρατός αναγκάσθηκε να καθηλωθεί, καθώς οι Τούρκοι -συναισθανόμενοι ότι σε περίπτωση ήττας θα έχαναν τα πάντα- προέβαλαν λυσσαλέα αντίσταση. Παράλληλα, ο Κεμάλ -που σύμφωνα με τους βιογράφους του ήταν έτοιμος να οπισθοχωρήσει- αναθάρρησε και συνέχισε τον ανεφοδιασμό, τη στρατολόγηση νέων ανδρών (που συνέρεαν στις τάξεις του) και τις μυστικές συμφωνίες, τόσο με τη νεοπαγή Σοβιετική Ένωση (καθώς οι Μπολσεβίκοι του παραχώρησαν πολύτιμο εξοπλισμό θεωρώντας ότι η χώρα του δεχόταν επίθεση από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις), όσο και με Κούρδους αυτονομιστές.
Για ένα ολόκληρο χρόνο συνεχιζόταν αυτή η κατάσταση, με τους Τούρκους να απορρίπτουν πρόταση των Δυνάμεων της Αντάντ για συνθηκολόγηση της Ελληνικής στρατιάς υπό όρους και τους δυτικούς ηγέτες να αποκλείουν κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τον Ελληνικό στρατό, απέλπιδα κίνηση της ελληνικής πλευράς για να εκβιάσει την εξουδετέρωση του διαφαινόμενου κινδύνου.
Η μεγάλη ανάπτυξη των Ελληνικών γραμμών που εκτείνονταν σε μία τεράστια απόσταση χωρίς να υπάρχει η απαραίτητη αλληλοκάλυψη των τμημάτων, η εξάντληση των στρατιωτών από την πολύμηνη παραμονή τους σε κατάσταση εκστρατείας μέσα σε ένα απόλυτα εχθρικό περιβάλλον πολύ μακριά από τα φιλικά παράλια, η ενδυνάμωση του αντιπάλου και η ασυνεννοησία με την πολιτική ηγεσία που αντικατέστησε τον αρχιστράτηγο (Αναστάσιος Παπούλας) με έναν ιδιόρρυθμο στρατηγό (Γεώργιος Χατζανέστης) οδήγησαν στην διάρρηξη του μετώπου και την οπισθοχώρηση.
[Επεξεργασία] Η καταστροφή.
Στα τέλη Αυγούστου του 1922 ο Κεμάλ εξαπέλυσε την αναμενόμενη αντεπίθεση και τα Ελληνικά στρατεύματα υποχρεώθηκαν είτε σε ομαδική παράδοση και αιχμαλωσία, είτε σε άτακτη υποχώρηση προς τη θάλασσα και τη σωτηρία. Ο Κεμάλ εισήλθε στη Σμύρνη στις αρχές Σεπτεμβρίου και εγκαταστάθηκε ως απελευθερωτής στην πόλη. Οι νικητές προέβησαν σε εκτεταμένες ωμότητες εις βάρος του χριστιανικού πληθυσμού όλης της Μικράς Ασίας. Οι ελληνικές και αρμενικές συνοικίες της Σμύρνης παραδόθηκαν στις φλόγες, ενώ οι κάτοικοί τους αναζητούσαν απεγνωσμένα τρόπο διαφυγής προς το Αιγαίο, κάτω από τα αδιάφορα (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων) βλέμματα των πληρωμάτων των συμμαχικών πλοίων τα οποία τηρούσαν στάση αυστηρής ουδετερότητας (όπως είχαν διαταχθεί) μπροστά στη σφαγή, ενώ καταγράφηκαν και περιπτώσεις όπου οι άνδρες των πληρωμάτων ραβδίζαν τα χέρια των ικετεύοντων να ανεβούν στα καταστρώματα για να σωθούν χριστιανών.
Η αρνητική έκβαση της μικρασιαστικής εκστρατείας οδήγησε στη μεγάλη καταστροφή, την απώλεια εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπινων ζωών και την προσφυγοποίηση 1,5 εκατομμυρίου άλλων. Στα συντρίμμια της Σμύρνης τερματίσθηκε η Ελληνική παρουσία 2.500 ετών στη Μικρά Ασία και ενταφιάστηκε η ιδεολογία της «Μεγάλης Ιδέας», η οποία είχε αποτελέσει επί σχεδόν έναν αιώνα τον κεντρικό άξονα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και τη βασική πηγή τροφοδότησης της νεοελληνικής αυτοσυνειδησίας.