Μάχη των Αρδεννών
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η Μάχη των Αρδεννών, είναι γνωστή σαν η τελευταία μεγάλης κλίμακας επίθεση του Γ’ Ράϊχ , στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, μεταξύ 16 Δεκεμβρίου 1944 και 25 Ιανουαρίου 1945, κατά μήκος των συνόρων του Βελγίου και του Λουξεμβούργου με σκοπό την κατάληψη του ποταμού Μεύση και του λιμανιού της Αμβέρσας στοχεύοντας αφ ενός στην ανακοπή του εφοδιασμού των Συμμάχων και κατά δεύτερο λόγο στον πιθανό διαχωρισμό των Αμερικανικών και Αγγλικών δυνάμεων στο Δυτικό Μέτωπο. Ηταν η τελευταία μεγάλης κλίμακας γερμανική στρατιωτική επιχείρηση στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Την επιχείρηση επιμελήθηκε στην σχεδίαση ο ίδιος ο Χίτλερ αλλά η αισιοδοξία του, ενώ αγωνίζονταν να αποδείξει ότι δεν είχε ακόμα υποκύψει, παραήταν υπερβολική και είχε λίγες πιθανότητες να επιτύχει. Εντούτοις, μερικές συγκυρίες της τότε κατάστασης των Συμμάχων στο Δυτικό Μέτωπο, επέτρεψαν την αρχική της επιτυχία. Σε συνδυασμό πάντως με την κατασκευή νέων όπλων απ την Γερμανία, όπως αεριωθουμένων αεροπλάνων και πυραύλων και μάλιστα επιπλέον και πυρηνικού όπλου (που τελικά υπάρχουν πρόσφατες σοβαρές ενδείξεις ότι δοκιμάστηκε), τυχόν επιτυχία της επιχείρησης εκείνης, είχε πιθανότητες να ανατρέψει την τελική έκβαση του 2ου ΠΠ, όπως την γνωρίσαμε ως σήμερα. Η τελική ωστόσο κατάληξή της ήταν η απώλεια κάπου 100.000 γερμανών και η υποχώρηση τους στα ενδότερα των συνόρων τους εκτελώντας του λοιπού μόνο αμυντικές επιχειρήσεις ως την τελική πτώση.
Πίνακας περιεχομένων |
[Επεξεργασία] Τέλη 1944 : Τελμάτωση της Συμμαχικής προσπάθειας στο Δυτικό Μέτωπο
Η απόβαση στην Νορμανδία είχε επιτύχει με σχετική ευκολία και σίγουρα πολύ ευκολότερα απ όσο οι Συμμαχικοί ηγέτες είχαν υποθέσει χάρις σε σφάλματα του ίδιου του Χίτλερ. Αλλά στη συνέχεια η αδημονία για τον γρήγορο τερματισμό του πολέμου μέχρι τα επόμενα Χριστούγεννα, ανάδειξε τα πολλά προβλήματα που υπήρχαν για μια τέτοια γιγάντια επιχείρηση. Μικρές Γερμανικές φρουρές κρατούσαν μπλοκαρισμένα ακόμα ή είχαν καταστρέψει σοβαρά τα σημαντικά οργανωμένα λιμάνια στις ακτές του Ατλαντικού και οι Σύμμαχοι έπαιρναν ακόμα τα εφόδιά τους από πρόχειρες αποβάθρες που είχαν περιορισμένη χωρητικότητα και αντίσταση στον καιρό.
Η επιχείρηση στην οποία στηρίχτηκαν όλες οι ελπίδες για την τελική διάσπαση των Γερμανικών γραμμών μέσα στο 1944, μια μεγάλη συνδυασμένη συμμαχική κίνηση, ήταν η επίθεση στο Άρνεμ της Ολλανδίας (Επιχείρηση Market Garden) που έλαβε χώρα μεταξύ 17 και 25 Σεπτεμβρίου. Αλλά η υπεραισιοδοξία του Στρατηγού Μοντγκόμερι, που την είχε σχεδιάσει, δεν έλαβε υπ όψιν όλες τις λεπτομέρειες και περιπλοκές που ήταν πιθανές ενώ ταυτόχρονα επίτηδες αγνοήθηκαν προειδοποιήσεις των υπηρεσιών πληροφοριών που υποδείκνυαν σημαντική συγκέντρωση γερμανικών δυνάμεων στην περιοχή, δυσανάλογα μεγάλη για τις δυνατότητες των ελαφρά οπλισμένων αλεξιπτωτιστών που θα έπεφταν στο Αρνεμ. Η τελική αποτυχία του σχεδίου εκείνου μαζί με τις δυσκολίες ανεφοδιασμού σε πολεμοφόδια και κυρίως καύσιμα, καθήλωσε την Συμμαχική προσπάθεια κατά τον Νοέμβρη 1944 ενώ ένα δριμύ ψύχος σάρωνε την Ευρώπη που έκανε τις επιχειρήσεις ακόμα δυσκολότερες. Αποτέλεσμα ήταν ότι πλησιάζοντας τα Χριστούγεννα του 1944, αντί ο πόλεμος να έχει τελειώσει, είχε ουσιαστικά υποστεί καθίζηση στο Δυτικό Μέτωπο πράγμα που ευνόησε την τελική επιλογή του Χίτλερ που εξάλλου δεν έβλεπε κανένα ενθαρρυντικό στοιχείο επιτυχίας στο αντίστοιχο Ανατολικό.
Στην συνέχεια υπήρξε ένας σοβαρός διχασμός στους επόμενους στόχους των Αμερικανών και Άγγλων ηγετών. Ο Τσόρτσιλ ευνοούσε την κατάληψη των βελγο-ολλανδικων και γερμανικών ακτών του Ατλαντικού που ήταν τα ορμητήρια των πυραύλων V1 και V2 και στόχευαν αποκλειστικά το Λονδίνο, χωρίς πρακτικά τρόπο να ανακοπούν από την αεροπορία. Οι Αμερικανοί προτιμούσαν μια μαζική επίθεση ευρέως μετώπου στα σύνορα της Νότιο-Δυτικής Γερμανίας απέναντι από την Αλσατία που εθεωρείτο το ‘μαλακό υπογάστριο’ του Ράιχ. Ένας πρόσθετος αφανής λόγος ήταν ακόμα το ότι οι Αμερικάνοι είχαν στα χέρια τους σοβαρές ενδείξεις για γερμανικό πυρηνικό πρόγραμμα και είχαν ενεργοποιήσει την Επιχείρηση ΑΛΣΟΣ[1] έχοντας εντοπίσει πυρηνικό υλικό και επιστήμονες στην όχθη του Ρήνου απέναντι απ την Αλσατία και φοβόντουσαν πολύ ότι υπήρχε σχέδιο να γομώσουν τους πυραύλους V2 με τέτοιες κεφαλές[2].
Αποτέλεσμα ήταν ο διαχωρισμός σε δύο διαφορετικά μέτωπα των Συμμάχων, πράγμα που οι Γερμανοί γρήγορα εντόπισαν. Η διαίρεση αυτή πολλαπλασίασε μάλιστα τα προβλήματα του συμμαχικού ανεφοδιασμού, αλλά υπήρχε και ένα άλλο θέμα πρόσθετης δυσκολίας. Με δεδομένη την συμμαχική αεροπορική υπεροχή είχαν βομβαρδίσει τις γερμανικές μεταφορικές αρτηρίες και επικοινωνίες στην Δυτική Ευρώπη σε τόσο μεγάλο βαθμό που τώρα που βρίσκονταν στην κατοχή της, αντιμετώπιζαν σε βάρος τους την έλλειψη αυτής της υποδομής που τους καθυστερούσε την προώθησή. Και σαν επιστέγασμα όλων αυτών, το Συμμαχικό στρατηγείο είχε πέσει θύμα της προπαγάνδας των πολικών ηγετών του, πιστεύοντας ότι όντως η Γερμανία είχε ήδη νικηθεί ολοκληρωτικά και καμία σημαντική επιχείρηση δεν αναμένονταν από μέρους της. Ως ένα βαθμό, τα αριθμητικά στοιχεία στα οποία στηρίζονταν αυτές οι υποθέσεις, προέρχονταν και από την επίτηδες διόγκωση των αποτελεσμάτων των στρατηγικών βομβαρδισμών στις βιομηχανικές περιοχές με σκοπό να δικαιολογηθούν ορισμένα στρατηγικά δόγματα που είχαν κοστίσει πολύ σε απώλειες μεταξύ 1943-1944 και είχαν κριθεί σαν αποτυχίες. Υπήρχε σοβαρή διχογνωμία Άγγλων και Αμερικανών ειδικών στις εκτιμήσεις αυτές, και όπως αποδείχτηκε στον τομέα υλικού η γερμανική παραγωγή άντεχε εξαιρετικά ακόμα αλλά υπέφερε πολύ στον τομέα του έμψυχου υλικού. Η πολιτική ηγεσία των Συμμάχων, ωστόσο, ήθελε μετά από τόσο αίμα και απώλειες επί 4 χρόνια, να εμφυσήσει ένα αέρα αισιοδοξίας στους δοκιμαζόμενους λαούς της, οπότε δεν επέτρεψε σε αυτές τις λεπτομέρειες να ληφθούν υπ όψιν.
[Επεξεργασία] Το Γερμανικό Σχέδιο
Ο Χίτλερ διατηρούσε πολύ καλές αναμνήσεις απ την επίθεσή του στις Αρδέννες το 1940, στην διάρκεια του αστραπιαίου πολέμου, που διέσχισε σχεδόν ακαριαία παρά την αντίθετη γνώμη του Γαλλικού Επιτελείου και περνώντας το Σεντάν, έφτασε στο Παρίσι σε χρόνο μιας εβδομάδας, ενώ στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο το αντίστοιχο όνειρο των Γερμανών δεν μπόρεσε ποτέ να πραγματοποιηθεί. Επιπλέον λογάριασε πολύ στον καλύτερο οπλισμό που διέθετε τώρα και υπολόγισε σοβαρά στην μεγάλη κακοκαιρία για να αποφύγει την αεροπορική υπεροπλία των συμμάχων. Ακόμα αποφάσισε την ταυτόχρονη ενεργοποίηση τριών άλλων συμπληρωματικών επιχειρήσεων που θα δούλευαν σαν αντιπερισπασμοί και επέβαλε απόλυτη σιωπή στις επικοινωνίες που αφορούσαν την όλη επιχείρηση. Παραδόξως το τελευταίο, αν και μέρος του αιφνιδιασμού που ήθελε να πετύχει, έδρασε αρνητικά στο σχέδιό του, επειδή η ενημέρωση των κατωτέρων αξιωματικών και διοικητών των μικρών μονάδων παρέμεινε πρακτικά μηδενική μέχρι την τελευταία στιγμή. Αλλά οι Συμμαχικές υπηρεσίες πληροφοριών που ήταν πολύ έμπειρες στις υποκλοπές και είχαν την βοήθεια πολλών αντιστασιακών δικτύων στην Ευρώπη, μπόρεσαν και πάλι να εντοπίσουν μέρος από τις κινήσεις προετοιμασίας του Χίτλερ, αλλά όπως και στην επιχείρηση στο Άρνεμ, η Ανώτατη Συμμαχική Διοίκηση δεν ήταν έτοιμη να ανεχτεί οτιδήποτε το μη αισιόδοξο και ειδικά τότε που οι πολιτικοί ηγέτες διέδιδαν ότι «…τα παιδιά μας φέτος θα κάνουν Χριστούγεννα στο σπίτι...».
Η κυρία επίθεση ονομάστηκε «Φρουρός στον Ρήνο» (Wacht am Rhein) και συνοδεύονταν από τρεις παράλληλες άλλες, την «Ισοπεδωμένη Γή» (Bodenplatte), όπου η Γερμανική αεροπορία θα έκανε μια γενική επίθεση καταστροφής στο έδαφος της Συμμαχικής αεροπορίας , την «Αρπαγή» (Greif), την χρήση μεταμφιεσμένων γερμανών σε αμερικανούς στρατιώτες που θα προκαλούσαν σύγχυση και θα έκαναν δολιοφθορές (διοικητής ο συνταγματάρχης Οττο Σκορτζένυ) και την «Στόσερ» (Stösser), κατά την οποία θα ρίπτονταν νύχτα αλεξιπτωτιστές να καταλάβουν καίρια σημεία στην κομβική πόλη του Μαλμεντύ (Ανατολικό Βέλγιο).
Οι αιχμές επίθεσης θα ήταν τρεις. Η πρώτη απέναντι απ το Ααχεν με σκοπό να μπλοκάρει την 9η και 3η Αμερικανική Στρατιά απ το να κινηθούν νότια και με τελικό στόχο να καταλάβει την Αμβέρσα. Η δεύτερη αιχμή θα γίνονταν στην περιοχή των Αρδεννών μεταξύ Ανατολικού Βελγίου και Λουξεμβούργου. Αυτή ήταν επιφορτισμένη για μια προώθηση προς τον ποταμό Μεύση, το πέρασμα του οποίου άφηνε πρακτικά αφύλακτο τον δρόμο για τις Βρυξέλλες. Η τρίτη θα προχωρούσε νοτιότερα και παράλληλα με τη δεύτερη προστατεύοντας τα πλευρά της απ τον νότο, μιας και στην Γαλλία δίπλα βρίσκονταν ήδη Αμερικανικές δυνάμεις, με έδρα το Βερντέν. Ο Μεύσης και η Αμβέρσα αποτελούσαν το κλειδί των Συμμαχικών εφοδιασμών και όντως η απώλειά τους θα μπορούσε να διακόψει τις Συμμαχικές επιθέσεις τουλάχιστον για ένα εξάμηνο – διάστημα αρκετό για τον Χίτλερ να ελπίσει σε μια σοβαρή ανακατάταξη δυνάμεων και συμφερόντων που θα έφερναν τον πόλεμο σε μια άλλη τροπή.
Το σχέδιο αυτό, σαν σύλληψη επί χάρτου, απέσπασε εκ των υστέρων τον θαυμασμό των ιστορικών στρατιωτικών αναλυτών, αλλά στην εκτέλεση επί του πεδίου, ο Χίτλερ δεν απόφυγε τις αλλεπάλληλες υποθέσεις εξ αιτίας της υπερβολικής του αισιοδοξίας, ή ίσως και της απελπισίας που τον κατάτρωγε μετά την απόβαση στην Νορμανδία. Οι ανώτατοι αξιωματικοί που ανέλαβαν την εκτέλεση ήταν οι αρχιστράτηγοι Βάλτερ Μόντελ (Walther Model) και Γκέρτ φον Ρούντστετ (Gerd von Rundstedt). Και οι δύο εντούτοις εντόπισαν νωρίς τα προβλήματα. Κατ αρχήν η κακοκαιρία δεν θα ήταν αιώνια και αν οι Σύμμαχοι έβρισκαν την ευκαιρία να εξαπολύσουν την αεροπορία τους οι γερμανικές μονάδες θα υπέφεραν σοβαρά χωρίς ελπίδα να προχωρήσουν. Επίσης αριθμητικά οι γερμανικές μονάδες είχαν μεγάλα κενά και πολύ μικρότερη σύσταση από το κανονικό, αναγκάστηκαν μάλιστα να οργανώσουν και τμήματα που περιελάμβαναν πληγωμένους βετεράνους και στρατιώτες με ηλικία κάτω του στρατεύσιμου ορίου. Τυχόν απώλειες σε τόσο περιορισμένες δυνάμεις κινδύνευαν να αφήσουν τα άρματα απροστάτευτα από συνοδευτικό πεζικό. Ακόμα η κατάσταση του εδάφους στις Αρδέννες στο σημείο εκκίνησης είναι πολύ λοφώδης με εξαιρετικά στενά περάσματα που αρκούσε μια μικρή εμπλοκή για να σταματήσει ολόκληρες φάλαγγες αρμάτων. Όντως, αρκεί κανείς ακόμα σήμερα να επισκεφθεί την περιοχή και θα διαπιστώσει πόσο δύσκολο είναι ακόμα και για ένα αυτοκίνητο να κάνει την διαδρομή την οποία πρότεινε ο Χίτλερ στα μεγαλύτερα άρματα που διέθετε τότε, τους Τίγρεις, και πόσο εύκολα αποκόπτεται ένας τέτοιος δρόμος από ένα απλό εμπόδιο. Τέλος, στο θέμα ανεφοδιασμού ο Χίτλερ διέθετε καύσιμα μόνο για την μισή διαδρομή και πρότεινε απλά την χρήση των συμμαχικών καυσίμων που θα αιχμαλώτιζαν εννοείται οι εμπροσθοφυλακές του. Οι δύο αρχιστράτηγοι μετά από μια ώριμη μελέτη αντιπρότειναν μια παραλλαγμένη έκδοση του αρχικού σχεδίου με πλησιέστερους στόχους σε ένα εφικτό πλαίσιο, την οποία όμως απέρριψε ο Χίτλερ σαν ανάξια λόγου.
Ηγέτες στο πεδίο της μάχης ορίστηκαν :
- Ο Υποστράτηγος Ζέπ Ντήτριχ (Sepp Dietrich), βετεράνος των αρμάτων αν και χωρίς να αποτελεί στρατηγική ευφυΐα, ήταν αρεστός και πιστός στον Χίτλερ και παρέμενε αγαπητός στους υφισταμένους του. Θα οδηγούσε την 6η Στρατιά ΣΣ Πάντζερ. Σε αυτήν υπάγονταν κυρίως νεαροί μαχητές (1st SS Panzer Division Leibstandarte Adolf Hitler και 12th SS Panzer Division Hitlerjugend) αλλά παρόλα αυτά εξαιρετικά φανατικοί και αποφασιστικοί. Στόχος του η Αμβέρσα.
- Ο Ταξίαρχος Χάσο φον Μαντώηφελ (Hasso von Manteuffel) με την 5η Στρατιά Πάντζερ θα αναλάμβανε το κέντρο με τελικό στόχο την κατάληψη των αποθηκών εφοδιασμού στην πόλη Ναμούρ| Ναμύρ, στον Μεύση και στην συνέχεια θα βάδιζε στις Βρυξέλλες.
- Ο Ταξίαρχος Εριχ Μπράντενμπεργκ (Erich Brandenberger) με την 7η Στρατιά Πάντζερ θα κάλυπτε τα νότια πλευρά του Μαντώηφελ.
Την τελευταία στιγμή προστέθηκε και μια τέταρτη δύναμη η οποία είχε ανασυσταθεί μετά τις μάχες στο Άρνεμ και από την Ολλανδία θα μπορούσε να αντεπιτεθεί στα συμμαχικά στρατεύματα ανάλογα με τις περιστάσεις. Ήταν η 15η Στρατιά υπό τον Ταξίαρχο Γκούσταβ-Αντολφ φον Ζάνγκεν (Gustav-Adolf von Zangen).
[Επεξεργασία] Προετοιμασία
Με αρχική πρόθεση η επιχείρηση να ενεργοποιηθεί τον Νοέμβρη οι γερμανοί αναγκάστηκαν να την αναβάλουν μέχρι το μετεωρολογικό δελτίο να εξασφαλίσει μακρά περίοδο χαμηλής νέφωσης και ομίχλης η οποία προβλέφθηκε να ξεκινάει περίπου ένα δεκαήμερο πριν τα Χριστούγεννα. Αλλά στην μικρή διάρκεια αυτή πολλές προετοιμασίες δεν είχαν τον καιρό να γίνουν και κυρίως εκπαιδεύσεις αφού ο περισσότερος καιρός δαπανήθηκε απλά και μόνο στο να συγκεντρωθούν οι δυνάμεις. Την ίδια ώρα η σιωπή για τα σχέδια δεν επέτρεψε στους διοικητές μονάδων να εξηγήσουν τους στόχους τους στα στρατεύματά τους και μερικές μονάδες διατάχθηκαν να τοποθετηθούν πρώτα αναμένοντας διαταγές αργότερα ενώ οι πιλότοι των αλεξιπτωτιστών δεν ενημερώθηκαν για τα ακριβή σημεία ρίψεων. Στην ουσία στον τομέα της προετοιμασίας η επιχείρηση εκείνη ήταν μια καθαρή αποτυχία και θα ήταν καταδικασμένη απ την αρχή αν απ την συμμαχική πλευρά η κατάσταση ηγετικά ήταν λιγότερο αξιοθρήνητη. Ένας μόνο αμερικανός αξιωματικός πληροφοριών, ο συνταγματάρχης της 3ης Στρατιάς Οσκαρ Κόχ (U.S. Third Army Intelligence Chief, Colonel Oscar Koch) τόλμησε να επιμείνει ότι τα γερμανικά στρατεύματα που έβρισκε μπροστά του δεν έδειχναν καθόλου σε αποσύνθεση κι αντίθετα το ηθικό τους ήταν παράδοξα ανεβασμένο ενώ εμφάνισε φωτογραφίες καμουφλαρισμένων βαρέων αρμάτων κοντά στο μέτωπο. Αλλά οι υποδείξεις του, όπως κι εκείνες των πληροφοριών που ανέφεραν ότι υποκλάπηκαν σήματα που αναζητούσαν αγγλομαθείς γερμανούς για μια πολεμική επιχείρηση, αγνοήθηκαν επιδεικτικά, ως μη συμβαδίζοντα με τις απόψεις του Συμμαχικού Επιτελείου. Ταυτόχρονα κάποιες μικρές προσπάθειες να προκαλέσουν σύγχυση από γερμανικής πλευράς φαίνεται να έπιασαν η τουλάχιστον άρεσαν στα αυτιά που τις άκουγαν. Συνεργάτες των γερμανών διέδιδαν επίτηδες νέα για μια επίθεση δυτικά της Φρανκφούρτης. Μάλιστα αναφέρετε σε ιστορικό βιβλίο ότι ο ίδιος ο Μαντώηφελ, ντυμένος με πολιτικά, κατέβηκε να πιει τον καφέ του στην συνοριακή πόλη του Λουξεμβούργου με την Γερμανία, Έχτερναχ[3] και όπου φωναχτά άρχισε να συζητάει με τους θαμώνες νέα για μια μεγάλη αντεπίθεση απέναντι από το Ντύσσελντορφ, με τον σκοπό φυσικά να τον ακούσουν οι ντόπιοι πληροφοριοδότες των συμμάχων.
[Επεξεργασία] Οι Μάχες
Όταν οι καιρικές συνθήκες ωρίμασαν στις 16 Δεκεμβρίου και εξασφάλιζαν πρακτικά μηδενική ορατότητα η επίθεση εξαπολύθηκε. Την ίδια ώρα ο Μοντγκόμερι έπαιρνε άδεια να δει την οικογένειά του στην Αγγλία και ο Αϊζενχάουερ την επομένη θα πήγαινε σε γάμο επιτελούς του. Καμία πληροφορία δεν είχαν πάρει οι μονάδες οι οποίες βρέθηκαν ξαφνικά μπροστά στα γερμανικά άρματα. Οι περισσότερες μάλιστα από αυτές ήταν εντελώς αδοκίμαστες σε πόλεμο (η 99 και 106 Μεραρχίες) ενώ η έμπειρη 2η Μεραρχία Πεζικού είχε σταλεί σε εκείνο τον τομέα συμπτωματικά, για ανάκαμψη.
Ο Ντήτριχ ξεκίνησε την επίθεσή του τα χαράματα στις 05:30 με λαίλαπα πυροβολικού και στις 08:00 πλημμύριζε ήδη με πεζικό τα αμερικανικά χαρακώματα απέναντι από τις λοφοσειρές του Λόσχαϊμ και του Ελσενμπορν, στα Βελγο-Γερμανικά σύνορα. Την ίδια ώρα ο Μαντώηφελ διέσχισε το βόριο Λουξεμβούργο και πλησίαζε τους δύο σημαντικούς κόμβους στην περιοχή του Βελγίου, την Μπαστόν και το Σαίντ Βίτ. Ο Μπράντενμπεργκ προχωρούσε στο κεντρικό Λουξεμβούργο χωρίς σημαντική αντίσταση, στο νότιο πλευρό του Μαντώηφελ.
Παρά την αρχική έκπληξη, οι αξιωματικοί της 2ης Μεραρχία Πεζικού έδωσαν εντολή στους άνδρες τους να προβάλουν αντίσταση με όλα τα μέσα και συμπαρασύροντας και την άπειρη 99η Μεραρχία κατάφεραν, αν και υποχωρούσαν, να σταματήσουν την γερμανική προέλαση μετά από κάπου δύο ώρες εμπλοκής. Ήταν ένα θαυμαστό δείγμα της αποτελεσματικότητας που μπορεί να έχει ένα αδύναμο μεν αλλά πεισματάρικο πεζικό. Ο Ντήτριχ αναγκάζεται να καλέσει τα βαριά του άρματα στην μάχη νωρίτερα απ’ όσο υπολόγιζε κι αυτό σήμαινε προφανώς ταχύτερη απώλεια καυσίμων. Εκεί διαπιστώνει ότι η κακοκαιρία μπορεί μεν να τον προφυλάσσει απ την εχθρική αεροπορία αλλά του προκαλεί σημαντική καθυστέρηση όταν προσπαθεί να συγχρονίσει τα τάνκς με το πεζικό με αποτέλεσμα να βρίσκεται από εκεί και πέρα συνέχεια πίσω απ το πρόγραμμά του.
Πολύ καλύτερη ήταν η κατάσταση για τον Μαντώηφελ απέναντι απο την 26η και 106η Μεραρχίες Πεζικού καθώς με μια κλασσική διάταξη «ψαλλίδας» περικύκλωσε σύντομα δύο συντάγματα της 106, τα 422 και 423, τρέποντάς τα σε φυγή και προκαλώντας στη συνέχεια την άμεση παράδοσή τους. Εκτιμάται ότι εξουδετέρωσε έτσι μέχρι και 9000 στρατιώτες, αιχμαλωτίζοντας μαζί και σημαντικό υλικό.
Αλλά οι παράλληλες επιχειρήσεις των γερμανών, «Ισοπεδωμένη Γή», «Αρπαγή» και «Σόττερ» ήταν πρακτικά θνησιγενείς. Η μεν πρώτη αναβλήθηκε για αργότερα και τελικά έγινε την πρωτοχρονιά του 1945 από αδυναμία συγκέντρωσης και συγχρονισμού των απαραίτητων αεροπορικών δυνάμεων αλλά και του καιρού. Η «Στόσσερ» κατάσπειρε τους 1300 αλεξιπτωτιστές της πολύ μακριά από τους προγραμματισμένους στόχους και τα κατάλοιπά της, πλημμελώς ενημερωμένα, αποσυντονίστηκαν και προσπάθησαν να ενωθούν με τα υπόλοιπα στρατεύματα χωρίς να πετύχουν τίποτα το ιδιαίτερο. Η «Αρπαγή» ενώ πρακτικά απέτυχε στον αντικειμενικό της στόχο, κατάφερε ωστόσο με την πρωτοτυπία της να ταράξει τους αμερικανούς περισσότερο από το κανονικό. Καταλαβαίνοντας ότι κάποιοι ντυμένοι σαν αμερικάνοι στρατιώτες είχαν καταφέρει να μπερδέψουν τις οδικές πινακίδες άρχισαν να υποψιάζονται τους πάντες και τα πάντα, ενώ τρομακτικές διαδόσεις έφτασαν μέχρι τα αυτιά του στρατηγού Τζόρτζ Πάττον, διοικητή της 3ης Στρατιάς στο Βερντέν και του Αϊζενχάουερ στο Παρίσι, ότι εκατοντάδες γερμανοί είχαν αναπτυχθεί μέσα στα συμμαχικά στρατεύματα και κρατούσαν την τύχη όλων των εξελίξεων στα χέρια τους. Όταν μάλιστα μερικοί συνελήφθησαν, ομολόγησαν – και όντως με αυτή την εντύπωση είχαν μείνει από την ελλιπή ενημέρωση που είχαν λάβει – ότι ο στόχος τους ήταν η δολοφονία ενός επιφανούς συμμαχικού προσώπου, πολύ πιθανόν του ίδιου του Αϊζενχάουερ, πράγμα που αναστάτωσε με άσκοπα μέτρα ασφαλείας όλο το συμμαχικό αρχηγείο με αρκετά κωμικά συμβάντα μεταξύ φρουρών που υποψιάζονταν ακόμα και τους στρατηγούς των μονάδων τους σαν πράκτορες των γερμανών. Όσοι πάντως λίγοι από αυτούς τους γερμανούς συνελήφθησαν οδηγήθηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα μιας και είχαν παραποιήσει την στολή τους και άρα θεωρήθηκαν κατάσκοποι. Σώζεται μάλιστα ως σήμερα ο τοίχος εμπρός στον οποίο έγινε η εκτέλεση, στην Ρός-αν-Αρντέν στο Βέλγιο.
Μια σημαντική όμως ενέργεια που θα είχε σοβαρή συνέπεια για την συνέχεια είναι ότι διατάχθηκε η εξαιρετικά εμπειροπόλεμη και ελίτ δύναμη, η 101η αερομεταφερόμενη αμερικανική ταξιαρχία που πρόσφατα είχε πρωταγωνιστήσει στο Άρνεμ, να διαταχθεί να βαδίσει για να κρατήσει την Μπαστόν που περικύκλωνε ο Μαντώηφελ, στις 19 του μήνα. Εκεί η αντίσταση υπήρξε μνημειώδης και άγρια, παρόλο που δεν υπήρχαν προοπτική και μέσα για μια μακρόχρονη πολιορκία. Οι γερμανοί δεν είχαν τελικά άλλη επιλογή από του να την παρακάμψουν την επομένη στις 20, έχοντας όμως χάσει ακόμα μια μέρα από το δρομολόγιό τους. Ο Αϊζενχάουερ εκ των πραγμάτων αναγκάστηκε να δεχτεί ότι η επίθεση που αντιμετώπιζε ήταν πράγματι μεγάλης κλίμακας και ρίχνει στο μέτωπο σοβαρές ενισχύσεις, αλλά αυτό μόνο πέντε μέρες μετά την έναρξη της γερμανικής εισβολής. Τελικά κάπου 250.000 στρατιώτες και η δεύτερη ελίτ μονάδα της 82ης αερομεταφερόμενης ταξιαρχίας προωθήθηκαν στο μέτωπο.
[Επεξεργασία] Γερμανική καθίζηση
Ο συνταγματάρχης Γιοακήμ Πάϊπερ, που αποτελούσε την αιχμή του Ντήτριχ κατάφερε να φτάσει στο χωριό Σταβελό, 20 χλμ απ το σημείο της γερμανικής εκκίνησης μόλις μετά από 36 ώρες, στις 18 Δεκεμβρίου, για να διαπιστώσει με απογοήτευση ότι οι αμερικανοί στρατιώτες πυρπόλησαν πολλά αποθέματα καυσίμων και συστηματικά ανατίναζαν κάθε γεφύρι πάνω στην διαδρομή του. Αφού ειδοποίησε ότι η κατάσταση των καυσίμων του καταντάει κρίσιμη συνέχισε για το χωριό Τρουά Πόν (Οι 3 γέφυρες) αλλά που και εκεί οι σημαντικές προσβάσεις πάνω απ το ποτάμι του Ούρ είχαν ανατιναχτεί. Ο Πάϊπερ συνέχισε για το χωριό Στουμόν για να συναντήσει την ίδια εικόνα. Τελικά αποφάσισε να υποχωρήσει στο χωριό της Λα Γκλέζ και να οχυρωθεί περιμένοντας ενισχύσεις από τα μετόπισθεν που δεν ήρθαν ποτέ. Εν τω μεταξύ αμερικανικό πεζικό αναπτύχθηκε στα νώτα του και στις 23 Δεκεμβρίου βλέποντας το αδιέξοδο ο Πάϊπερ αποφασίζει να υποχωρήσει στις αρχικές του θέσεις. Σήμερα στην Λα Γκλέζ στο σημείο που ο Πάϊπερ είχε το πρόχειρο αρχηγείο του έχει στηθεί μικρό μουσείο από εκείνη την μάχη και διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση ένα από τα άρματά του.
Την ίδια περίοδο, στο κέντρο, στο Σαίντ Βίτ τα υπολείμματα των αμερικανικών μεραρχιών 7,106,9 και 28 αποφάσισαν να αντισταθούν παρά την μεγάλη εχθρική υπεροχή και όταν τελικά στις 23 Δεκεμβρίου το εγκαταλείπουν έχουν προσθέσει μια ακόμα περισσότερη καθυστέρηση στο γερμανικό σχέδιο. Απ το Παρίσι ο Αϊζενχάουερ αρχίζει και βλέπει τώρα την ευνοϊκή πιθανότητα να εξουδετερώσει τις τελευταίες σοβαρές δυνάμεις του Χίτλερ καθώς είναι αναπτυγμένες στο ευρύτερο μέτωπο και όχι κρυμμένες στις γραμμές πίσω από τα σύνορά τους και διατάσει τον Πάττον να επιτεθεί από τα νότια προχωρώντας στην Μπαστόν που πολιορκείται. Κανείς δεν τον πιστεύει που λέει ότι θα τα καταφέρει να είναι εκεί σε 48 ώρες μέσα από τις παγωμένες Αρδέννες αλλά το πετυχαίνει και ιστορικά αποτελεί μια από τις σπουδαιότερες στιγμές αυτού του κατά τα άλλα αντιφατικού στρατιωτικού.
Οι γερμανοί εν τω μεταξύ είχαν προτείνει την παράδοση των αμερικανών στην Μπαστόν η οποία μετράει τα τελευταία της πυρομαχικά αλλά ο διοικητής της ταξίαρχος Αντονυ Μακώλιφ της 101 αερομεταφερομένης απαντά με ένα χλευαστικό μονολεκτικό «Νάτς». Οι γερμανοί αντί να αγνοήσουν εντελώς την Μπαστόν συνεχίζουν μερικές επιθέσεις ανταπαντώντας στην αμερικανική άρνηση παράδοσης, αλλά οι αμυνόμενοι με συνεχείς μετακινήσεις στα σημεία πίεσης τις εξουδετερώνουν πρόσκαιρα. Οι υπόλοιπες μονάδες του Μαντώηφελ πορεύονται για τον Μεύση αλλά τα καύσιμά τους θα τους εγκαταλείψουν στις 24 Δεκεμβρίου, 20 χλμ πριν τον στόχο τους τον οποίον εν τω μεταξύ φυλάνε μονάδες που συγκεντρώθηκαν εκ των ενόντων από τον Μοντγκόμερι. Έτσι η γερμανική επίθεση, μετά από κάπου μια εβδομάδα μαχών, εξέπνευσε στο ένα τρίτο της απόστασης από τον στόχο της και καθυστερημένη κατά 3-4 μέρες στο πρόγραμμά της.
[Επεξεργασία] Η συμμαχική αντεπίθεση
Ο καιρός άρχισε να ανοίγει κοντά στα Χριστούγεννα όσο χρειάζονταν για την συμμαχική αεροπορία να αντιδράσει. Τα μαχητικά της άρχισαν να χτυπούν συστηματικά τις γερμανικές συγκεντρώσεις και τα βομβαρδιστικά της έριξαν πλήθος βομβών στις γραμμές ανεφοδιασμού τους ενώ ρίψεις αλεξιπτωτιστών και ανεμοπλάνων ενίσχυσαν την Μπαστόν σε υλικό και άνδρες. Την ίδια ώρα ο Πάττον χτυπούσε και έτρεπε σε υποχώρηση τις δυνάμεις του Μπράντενμπεργκ στα πλευρά του Μαντώηφελ. Στις 26 Δεκεμβρίου ο Πάττον μπαίνει στην Μπαστόν σπάζοντας τον κλοιό της και πρακτικά αποκόπτοντας τον Μαντώηφελ. Ο τελευταίος πρότεινε την υποχώρηση στις αρχικές του θέσεις, αλλά ο Χίτλερ αρνήθηκε κατηγορηματικά
Κι ενώ η γερμανική επίθεση είχε σταματήσει, την πρωτοχρονιά εξαπολύεται η αεροπορική επιχείρηση «Ισοπεδωμένη Γή», που δεν μπόρεσε να συγχρονιστεί με την επίθεση των χερσαίων δυνάμεων. Η έκπληξη των συμμάχων δεν είναι μικρή και χάνουν στο έδαφος κάπου 465 αεροπλάνα σε αεροδρόμια που εκτείνονται απ την Ολλανδία ως την βορειοανατολική Γαλλία, αλλά και εδώ η μυστικότητα στα σχέδια του Χίτλερ προκάλεσε καθυστερήσεις έλλειψη συντονισμού και ενημέρωσης. Υπήρξαν σμήνη που δεν μπόρεσαν να εντοπίσουν τους στόχους τους, άλλα αιφνιδιάστηκαν τα ίδια απ την αναπάντεχη εμφάνιση εχθρικών για τα οποία δεν υπήρχαν πληροφορίες ενώ άλλα καταρρίφθηκαν από φίλια πυρά, από γερμανικές μονάδες που δεν είχαν ειδοποιηθεί για την όλη επιχείρηση. Η γερμανική αεροπορία έχασε 277 πολύτιμα αεροπλάνα που δεν μπορούσε να αντικαταστήσει ενώ οι σύμμαχοι αναπλήρωσαν τις απώλειές μέσα σε 10 μόνο μέρες. Ένας έκπληκτος γερμανός πιλότος που είχε καταρριφθεί στο γαλλικό αεροδρόμιο του Μέτζ είδε την άλλη μέρα το μόλις καταστραμένο αμερικανικό αεροδρόμιο να γεμίζει με ολοκαίνουργια αεροπλάνα, και ομολόγησε ότι τότε συνειδητοποίησε γιατί η χώρα του έχανε τον πόλεμο. Εκ των πραγμάτων αυτό υπήρξε και το «κύκνειον άσμα» της Λούφτβάφε[4].
Η επισφράγιση της κατάστασης επήλθε, παραδόξως με μια νέα γερμανική επίθεση στις 17 Ιανουαρίου η οποία είχε σχεδιαστεί ευκαιριακά εξ αιτίας της αποδυνάμωσης των αμερικανικών δυνάμεων στην Αλσατία με σκοπό να ενισχυθούν οι δυνάμεις του Πάττον. Η 7η αμερικανική στρατιά φυλούσε μια ζώνη 110 χλμ στην ανατολική Γαλλία (κάπου 200 χλμ ανατολικά από τις Αρδέννες) και αναγκάστηκε να αμυνθεί απελπιστικά για να επιζήσει έχοντας πολλές απώλειες. Αλλά οι γερμανικές δυνάμεις που την πιέζουν δεν έχουν θέσει κανένα μακρόπνοο στρατηγικό αντικείμενο και εξασθενούν πλήρως στις 25 Ιανουαρίου που θεωρείται και η ημερομηνία λήξης της Μάχης των Αρδεννών.
Ο Μοντγκόμερι εν τω μεταξύ είχε κληθεί απ τον Αϊζενχάουερ να αντεπιτεθεί στο βόρειο άκρο του Ντήτριχ αλλά εκείνος, όπως πάντα επιφυλακτικός και λαμβάνοντας σοβαρά υπ όψιν τις πολύ αντίξοες καιρικές συνθήκες άρχισε να κινείται μόνο στις 3 Ιανουαρίου. Αλλά και οι αμερικανοί δεν ήταν σε θέση να πετύχουν γρήγορους ρυθμούς για τον ίδιο λόγο και οι αντεπιθέσεις τους δεν ξεπερνούσαν σε προέλαση το 1 χλμ την μέρα πράγμα που επέτρεψε στις γερμανικές δυνάμεις να ξεφύγουν κατά το μεγαλύτερο μέρος, αν και χωρίς τα βαριά τους άρματα, παρά τις ελπίδες του Αϊζενχάουερ για τον εγκλωβισμό τους, ο οποίος αργότερα κατηγόρησε τον Μοντγκόμερι σαν υπεύθυνο. Σχόλια μεταξύ των συμμαχικών στρατηγών για την έκβαση εκείνη προκάλεσαν σοβαρούς διαπληκτισμούς μεταξύ τους και σε κάποια στιγμή ο Αϊζενχάουερ σκέφτηκε ακόμα και να παραιτήσει τον Άγγλο στρατηγό. Η κρίση αποσοβήθηκε με πρωτοβουλία των αντιστοίχων αρχηγών των επιτελείων τους.
[Επεξεργασία] Επίλογος και επιπτώσεις
Οι συνολικές αμερικανικές απώλειες έφτασαν τις 80.000 νεκρούς κι ήταν οι χειρότερες στην ιστορία τους σε μια και μόνο επιχείρηση. Οι Βρετανοί είχαν μόνο 1400. Οι Γερμανοί έχασαν σε ανθρώπινο υλικό κάτι μεταξύ 60.000 ως και 100.000 και σχεδόν όλο τον σοβαρό οπλισμό τους.
Σχεδόν παράλληλα, στις 12 Ιανουαρίου, οι Ρώσοι περνούσαν τον ποταμό Βιστούλα στην Πολωνία, το τελευταίο σημαντικό γεωγραφικό εμπόδιο προς το Βερολίνο. Έτσι χρονικά η Μάχη των Αρδεννών θεωρείται και σαν η αρχή του τέλους της χιτλερικής Γερμανίας. Όπως αργότερα είπε και ο Μαντώηφελ: «Μετά από εκείνη την επιχείρηση ξαναγυρίσαμε στον πόλεμο του δεκανέα[5], κάνοντας μόνο αψιμαχίες και όχι πια μάχες».
[Επεξεργασία] Η σφαγή στο Μαλμεντύ
Ένα ατυχές γεγονός που στιγμάτισε την επίθεση εκείνη ήταν η εκτέλεση 86 αιχμαλώτων αμερικανών στρατιωτών στο σταυροδρόμι της Μπωνιέζ, μόλις 3,5 χλμ νοτιο-ανατολικά απ το Μαλμεντύ. Δεν υπήρξε κανένας ειδικός λόγος γι αυτό και δεν εκδόθηκε ποτέ επίσημη διαταγή κι ούτε επαναλήφθηκε αλλού συστηματικά με άλλους αιχμαλώτους. Σήμερα είναι αποδεκτό ότι ένας στρατιώτης ρουμάνος των Βάφφεν ΣΣ (φιλοναζί, μη γερμανοί, εθελοντές) ενώ αφόπλιζε έναν αιχμάλωτο αποπειράθηκε να του αποσπάσει και μερικά προσωπικά του είδη, ο αμερικανός αντιστάθηκε, εκείνος τον πυροβόλησε, οι σύντροφοί του τρομοκρατημένοι πήγαν να το βάλουν στα πόδια και τότε οι γερμανοί φρουροί άρχισαν να πυροβολούν δεξιά και αριστερά αδιακρίτως για να τους σταματήσουν. Η τότε εκδοχή ήταν ότι απλά οι ΣΣ είχαν σκοπό να εκτελούν όλους τους αιχμαλώτους εν ψυχρώ και τα νέα έκαναν πολύ γρήγορα τον γύρο του μετώπου. Αυτό είχε σαν μοιραίο αποτέλεσμα οι αμερικανοί στρατιώτες να φανούν τώρα περισσότερο επιθετικοί εναντίον των γερμανών και κυρίως να αποφεύγουν να παραδίδονται εύκολα, ειδικά μετά το φιάσκο των συνταγμάτων 423 και 422.
Ο επίσημος διοικητής των ΣΣ που κατηγορήθηκε για την σφαγή του Μαλμεντύ ήταν ο ίδιος ο συνταγματάρχης Γιοακήμ Πάϊπερ. Αν και μεταπολεμικά, το 1946, καταδικάστηκε μαζί με 40 από τους άντρες του με την βαρύτατη κατηγορία ότι αυτόβουλα και με πρόθεση εκτέλεσαν τους αιχμαλώτους, τελικά αφέθηκε ελεύθερος και όλοι οι άλλοι το 1956, πράγμα που δείχνει ότι η κατηγορία δεν ήταν αδιάσειστη. Και άλλα γεγονότα με φήμες για αδιάκριτες σφαγές που έκανα οι γερμανοί εναντίον απλών πολιτών διαδόθηκαν σύντομα αν και σε μια περίπτωση μάλιστα τα θύματα προήλθαν από τυχαίο λάθος βομβαρδισμού της αμερικανικής αεροπορίας, η οποία φυσικά είχε τεράστιες δυσκολίες στο να επιχειρεί κάτω από συνθήκες μηδενικής ορατότητας. Σήμερα είναι γνωστό ότι οι περισσότερες διαδόσεις ήταν μέρος ψυχολογικού πολέμου για να αυξήσουν την αντίσταση κατά των γερμανών οι οποίοι εντυπωσίασαν με εκείνη την αναπάντεχη επιστροφή τους στα μέρη που πριν λίγο καιρό είχαν εγκαταλείψει και όπου μοιραίο ήταν μερικοί πολίτες να είναι περισσότερο διστακτικοί τώρα στο να βοηθούν τους συμμάχους.
[Επεξεργασία] Σημειώσεις
- ↑ δεν είναι ακρωνύμιο αλλά αυτή, καθεαυτή η ελληνική λέξη
- ↑ Μετά την πτώση της Γερμανίας οι Αμερικάνοι βρήκαν σχέδια για παραγωγή πυραύλου μεγαλύτερου του V2 με εμβρυακή πυρηνική κεφαλή που προορίζονταν για την Νέα Υόρκη
- ↑ Το σχετικό καφενείο υπάρχει ακόμα σήμερα
- ↑ Στην επιχείρηση εκείνοι πήραν και δύο ελληνικής καταγωγής αεροπόροι που πολεμούσαν για την Γερμανία, ο Νικόλαος Μαμάης και ο Ερνέστος Ιωαννίδης. Ο δεύτερος σκοτώθηκε από φίλια πυρά, στην επιστροφή του, πάνω από το ανατολικό Βέλγιο
- ↑ κοροϊδεύει τον Χίτλερ
[Επεξεργασία] Συνδέσεις
- http://www.army.mil/cmh/books/wwii/7-8/7-8_Cont.htm
- http://www.battleofthebulge.org/
- http://bulge.free.fr/
- http://www.historylearningsite.co.uk/battle_of_the_bulge.htm
- http://www.worldwar2history.info/Bulge/
[Επεξεργασία] Βιβλιογραφία
- Hitler's Ardennes Offensive: The German View of the Battle of the Bulge
- Hitler's Ardennes Offensive: The German View of the Battle of the Bulge by Danny S. Parker - 15 May 2006