Επίσκυρος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Οι αρχαίοι Ελληνες αναφέρεται ότι επινόησαν ένα παιχνίδι με μπάλα, που ονομαζόταν Επίσκυρος, επίσης γνωστό από πηγές και ως φαινίνδα. Παιζόταν κυρίως από άντρες, συνήθως γυμνούς. Σώζεται μια μαρμάρινη εικόνα στην οποία απεικονίζεται ένας άντρας να ισορροπεί μία μπάλα με το πόδι του. Αναφέρεται ότι οι Ρωμαίοι αργότερα μετονόμασαν το παιχνίδι σε harpastum. Ονομάστηκε επίσκυρος διότι παιζόταν σε χώρο με όρια μαύρες πέτρες. Γενικότερα τα παιχνίδια με τη μπάλα, όπως τα μεταφέρει ο Πολυδεύκης (Ονομαστικόν I.X. 103-107): «Tα ονόματα των παιγνιδιών με μπάλα ήταν επίσκυρος, φαινίνδα, απόρραξις, ουρανία. H επίσκυρος ονομαζόταν επίσης εφηβική και επίκοινος (για πολλούς). Παιζόταν από δύο αντίπαλες ομάδες με ίσο αριθμό παιχτών. Aνάμεσά τους τραβούσαν μια γραμμή με μία πέτρα, την οποία αποκαλούσαν σκύρο. Eβαζαν τη μπάλα πάνω σ' αυτήν τη γραμμή, και κάθε ομάδα τραβούσε άλλη μια γραμμή πίσω της. H ομάδα που έπιανε πρώτη τη μπάλα, την πετούσε πάνω από την αντίπαλη, η οποία έπρεπε να πιάσει τη μπάλα ενώ αυτή κινούνταν ακόμη, και να τη ρίξει στο μέρος των άλλων. Aυτό συνεχιζόταν, ώσπου η μία ομάδα κατάφερνε να σπρώξει την άλλη πέρα από τη γραμμή που είχε πίσω της. Στην απόρραξη έπρεπε να χτυπήσει κανείς τη μπάλα δυνατά στο χώμα και ύστερα να δεχτεί το πήδημα της μπάλας στο χέρι του και να ξαναχτυπήσει. Mετριόταν ο αριθμός των χτυπημάτων (ή των πηδημάτων). H ουρανία παιζόταν από ένα παίχτη που έγερνε προς τα πίσω και έριχνε τη μπάλα στον ουρανό, ενώ οι υπόλοιποι προσπαθούσαν να αρπάξουν τη μπάλα πριν πέσει στο έδαφος. (...) Οπότε χτυπούσαν τη μπάλα ξανά και ξανά σ' έναν τοίχο και μετρούσαν τον αριθμό των χτυπημάτων. Ο χαμένος αποκαλούνταν γάιδαρος και έκανε ό,τι του έλεγαν, ενώ ο νικητής ήταν ο βασιλιάς και πρόσταζε.


Τρεις αναφορές από ποιητές:

Αρριανός, βιβλιο 14ο(46)

[...]εάν εισαι ικανός να την κτυπησεις με ενα γρήγορο κτυπημα, με το αριστερο, ειναι δικη σου. Δεν μπορεις; Ανικανε, δωσε την μπαλα σε καποιον αλλον[...]-Αρριανός ,βιβλιο 14ο(46)

Αντιφάνης, 4ος αιωνας π.Χ. Κωμικος ποιητης

[...]έπιασε την μπάλα και γέλασε, καθώς την πεταξε σ' έναν παίκτη και ταυτόχρονα έγνεφε πως θα την έδινε σε άλλον. Έσπρωξε έναν άλλον παίκτη που του εκοβε τον δρόμο, ενώ ακούγονταν κραυγές και φωνές, «έξω απο τα όρια! Πάνω από το κεφάλι του πέτα την! Πίσω!!»[...]

Γαληνός,

«...Aκόμη και ο φτωχότερος μπορεί να παίξει μπάλα, γιατί αυτή δεν θέλει ούτε δίχτυα, ούτε όπλα, ούτε άλογα, ούτε κυνηγόσκυλα... Kαι τι είναι πιο βολικό από ένα παιγνίδι, στο οποίο μπορεί να πάρει μέρος ο καθένας ανεξάρτητα από την περιουσία του και τη δουλειά του;...Tο παιγνίδι με τη μπάλα δεν είναι μόνο καλή άσκηση για τα πόδια, αλλά πολύ καλή και για τα χέρια... Θα καταλάβεις επίσης ότι το παιγνίδι με τη μπάλα γυμνάζει το μάτι, αν σκεφτείς ότι όποιος δεν μπορεί να υπολογίσει την τροχιά της, δεν μπορεί και να την πιάσει. Eπίσης, ο παίκτης θα οξύνει και την κριτική του ικανότητα». Iδού και η... εμπόλεμη προοπτική: «Δεν είναι δύσκολο να καταλάβεις ότι το παιγνίδι με τη μπάλα σε ασκεί στις σπουδαιότερες κινήσεις τις οποίες εμπιστεύονται οι νόμοι της πόλης στους στρατηγούς της: να επιτίθεται την κατάλληλη στιγμή και να μην γίνεσαι αντιληπτός... να οικειοποιείσαι αυτά που ανήκουν στους εχθρούς, είτε πέφτοντας πάνω τους με ορμή, είτε απροσδόκητα και να κρατάς τα λάφυρα που έχεις πάρει».