Συνειδητό όνειρο
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Συνειδητό όνειρο είναι κάθε όνειρο κατά το οποίο το άτομο έχει συνείδηση ότι ονειρεύεται ενώ το όνειρο είναι σε πλήρη εξέλιξη. Κατά τη διάρκεια του συνειδητού ονειρέματος, είναι δυνατό να ασκήσει κανείς έλεγχο πάνω στο ονειρικό περιβάλλον και να κάνει πράγματα που αλλιώς θα ήταν αδύνατο να κάνει στη φυσική πραγματικότητα.
Ένα συνειδητό όνειρο μπορεί να αρχίσει με έναν από τους εξής δύο τρόπους. Ένα συνειδητό ονείρεμα από όνειρο (DILD - dream-initiated lucid dream) αρχίζει ως κανονικό όνειρο και το άτομο σε κάποια στιγμή λογικά καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ονειρεύεται - χωρίς αυτό να τον αφυπνίσει. Ένα συνειδητό ονείρεμα από εγρήγορση (WILD - wake initiated lucid dream) επιτυγχάνεται όταν το άτομο από την πλήρη εγρήγορση μεταβαίνει σε όνειρο χωρίς διακοπή στην συνείδηση.
Το συνειδητό ονείρεμα έχει μελετηθεί επιστημονικά και η δυνατότητα επίτευξης του θεωρείται πλέον τεκμηριωμένη. [1][2] Ερευνητές όπως ο Allan Hobson με την νευροφυσιολογική προσέγγιση του στο όνειρο έχει βοηθήσει να γίνει το συνειδητό ονείρεμα, λιγότερο θεωρητικό και ατεκμηρίωτο.
Πίνακας περιεχομένων |
[Επεξεργασία] Ιστορικό επιστημονικής έρευνας
Το πρώτο βιβλίο για τα συνειδητά όνειρα όπου αναγνωρίστηκε η δυνατότητα ύπαρξης τους ως επιστημονικά τεκμηριώσιμο γεγονός, ήταν η μελέτη της Celia Green το 1968 με τίτλο Lucid Dreams. Έπειτα από ανασκόπηση της υπάρχουσας βιβλιογραφίας και προσθέτοντας δεδομένα και από τις δικές της μελέτες, ανέλυσε τα κύρια χαρακτηριστικά αυτών των ονείρων και συμπέρανε ότι αποτελούσαν μία κατηγορία εμπειρίας αρκετά ξεχωριστή από τα συνήθη όνειρα. Προέβλεψε ότι θα συσχετίζονταν με τον ύπνο REM και ήταν η πρώτη που τα συνέδεσε με το φαινόμενο της ψευδούς αφύπνισης. Ο φιλόσοφος Norman Malcolm σε κείμενο του 1959 με τίτλο "Dreaming" αμφισβήτησε την δυνατότητα ελέγχου της ακρίβειας των αναφορών στο περιεχόμενο ονείρων. Ωστόσο η συνειδητοποίηση ότι οι κινήσεις των ματιών κατά τη διάρκεια ενός ονείρου επηρέαζαν τα φυσικά μάτια του ατόμου που ονειρεύεται έδωσε τη δυνατότητα να αποδειχθεί ότι κινήσεις των ματιών συμφωνημένες κατά την εγρήγορση, μπορούσαν να ανακληθούν και να εκτελεστούν κατά τη διάρκεια ενός συνειδητού ονείρου. Η πρώτη απόδειξη αυτού του είδους έγινε στα τέλη της δεκαετίας του '70 από τη Βρετανή παραψυχολόγο Keith Hearne. Ένας εθελοντής ονόματι Alan Worsley χρησιμοποίησε τις οφθαλμικές κινήσεις για να σηματοδοτήσει της έναρξη ενός συνειδητού ονείρου, κάτι που καταγράφηκε από ένα μηχάνημα πολυυπνογράφου. Κατά τη δεκαετία του '80 , προέκυψαν επιπλέον στοιχεία που τεκμηρίωναν την ύπαρξη του φαινομένου, καθώς τα πειράματα της Hearne επαναλήφθηκαν και από άλλους ερευνητές όπως ο Stephen LaBerge του πανεπιστημίου του Στάνφορντ. Επιπλέον, αναπτύχθηκαν τεχνικές που αποδεδειγμένα αυξάνουν την πιθανότητα επίτευξης συνειδητού ονείρου.[3]
Η έρευνα στις τεχνικές και τα αποτελέσματα του συνειδητού ονειρέματος συνεχίζει σε ένα αριθμό πανεπιστημίων και κέντρων, όπως το "The Lucidity Institute" του LaBerge.
[Επεξεργασία] Έρευνα και κλινικές εφαρμογές
[Επεξεργασία] Νευροβιολογικό μοντέλο
Ο νευροεπιστήμονας J. Allan Hobson προσπάθησε να περιγράψει το τι συμβαίνει στον εγκέφαλο κατά το συνειδητό όνειρο. Το πρώτο βήμα για το συνειδητό όνειρο είναι να αναγνωρίσει κανείς ότι ονειρεύεται και αυτή η αναγνώριση πιθανότατα συμβαίνει στον πλαγιοπίσθιο προμετωπιαίο φλοιό, ο οποίος είναι μία από τις λίγες περιοχές που απενεργοποιούνται κατά τον ύπνο REM και όπου γίνεται η επεξεργασία της μνήμης. Αφότου η περιοχή ενεργοποιηθεί και το άτομο συνειδητοποιήσει ότι ονειρεύεται, θα πρέπει να είναι προσεκτικός ώστε αφ' ενός να αφήσει την ονειρική ψευδαίσθηση να συνεχίσει, αφ' ετέρου να κρατήσει την επίγνωση ότι είναι όνειρο. Η διαδικασία μπορεί να ειδωθεί ως ισορροπία μεταξύ συνείδησης και συναισθήματος. Για την διατήρηση της ισορροπίας, οι αμυγδαλές και ο παραιπποκάμπειος φλοιός πρέπει πιθανόν να βρίσκονται σε χαμηλότερα επίπεδα διέγερσης. [4] Η παράταση των έντονων ονειρικών ψευδαισθήσεων ίσως απαιτεί να παραμένει η γέφυρα και ο φλοιός της βρεγματοινιακής συμβολής ενεργός. Για να επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις της υπόθεσης αυτής, θα ήταν αναγκαίο να ελεγχθεί ο εγκέφαλος κατά τη διάρκεια συνειδητού ονείρου με κάποια τεχνική όπως το PET scan που απεικονίζει την εγκεφαλική αιματική ροή. Μέχρι σήμερα (2007), δεν έχει γίνει κάποια παρόμοια μελέτη.[5]
[Επεξεργασία] Αντίληψη του χρόνου κατά το συνειδητό ονείρεμα
Ο χρόνος που περνά κατά το συνειδητό ονείρεμα έχει δειχτεί ότι είναι περίπου ο ίδιος με αυτόν της εγρήγορσης. Το 1985 ο LaBerge έκανε μία πιλοτική μελέτη στην οποία άτομα κατά τη διάρκεια συνειδητού ονείρου μετρούσαν από το ένα ως το δέκα (στο όνειρο) και σηματοδοτούσαν το τέλος του μετρήματος με προσυμφωνημένες οφθαλμικές κινήσεις οι οποίες καταγράφονταν από πολυυπνογράφο.[6] Η μελέτη επαναλήφθηκε το 2004 από μελετητές στη Γερμανία και τα αποτελέσματα του LaBerge επαναλήφθηκαν. Η Γερμανική μελέτη των Erlacher, D. & Schredl, Μ επίσης μελέτησε την κινητική λειτουργία και βρήκε ότι τα βαθιά καθίσματα χρειάζονταν 44% περισσότερο χρόνο να γίνουν κατά τη διάρκεια συνειδητού ονείρου.[7]
[Επεξεργασία] Θεραπεία για εφιάλτες
Άτομα που υποφέρουν από εφιάλτες θα μπορούσαν να επωφεληθούν από την ικανότητα να αναγνωρίζουν ότι ονειρεύονται. Μία πιλοτική μελέτη έγινε το 2006 και έδειξε ότι η θεραπεία συνειδητού ονείρου ήταν αποτελεσματική στην μείωση της συχνότητας των εφιαλτών. Η θεραπεία περιελάμβανε κατανόηση της λογικής του συνειδητού ονείρου, εκμάθηση της τεχνικής πρόκλησης του και ασκήσεις συνειδητότητας. Αν και δεν ήταν ξεκάθαρο ποία πτυχή της θεραπείας ήταν υπεύθυνη για την επιτυχία, ωστόσο η θεραπεία σαν σύνολο ήταν επιτυχής.[8]
[Επεξεργασία] Προθανάτιες και εξωσωματικές εμπειρίες
Σε μία μελέτη 14 ατόμων με ικανότητα για συνειδητό όνειρο το 1991, όσοι εκτελούσαν WILD, ανέφεραν εμπειρίες συμβατές με πτυχές των εξωσωματικών εμπειριών όπως αιώρηση πάνω από το κρεβάτι και αίσθηση αποχωρισμού από το σώμα. [9]Λόγω της φαινομενικής επικάλυψης μεταξύ των συνειδητών ονείρων, των προθανάτιων εμπειριών και των εξωσωματικών εμπειριών, είναι πιθανό κατά τους ερευνητές να αναπτυχθεί ένα πρωτόκολλο πρόκλησης συνειδητού ονείρου παρόμοιου με τις ανωτέρω εμπειρίες στο εργαστήριο. [10]
[Επεξεργασία] Πολιτισμική ιστορία
Αν και έγινε ευρύτερα γνωστό μόνο κατά τις τελευταίες δεκαετίες, το συνειδητό όνειρο δεν είναι μοντέρνα ανακάλυψη.
- Κατά τον 5ο μχ αιώνα, ένα πολύ πρώιμο παράδειγμα συνειδητού ονείρου είναι ένα γράμμα του αγ. Αυγουστίνου το 415.[11]
- Τον 8ο αιώνα, Θιβετιανοί βουδιστές εφάρμοζαν μία μορφή γιόγκα που υποτίθεται ότι διατηρούσε πλήρη εγρήγορση κατά τη διάρκεια του ύπνος.[12]
- Μία πρώιμη καταγραφή συνειδητού ονείρου, βρίσκεται σε έργο του ιατρού και φιλόσοφου Sir Thomas Browne (1605–1682). Ο Browne ήταν ενθουσιασμένος με την ονειρική πραγματικότητα και κατέγραψε την δική του ικανότητα για συνειδητό ονείρεμα στο έργο του Religio Medici : "...ωστόσο σε ένα όνειρο μπορώ να συνθέσω μία ολόκληρη κωμωδία, να παρακολουθήσω τη δράση, να αναγνωρίσω τους αστεϊσμούς και να γελάσω ξυπνώντας με
την αλαζονεία που φανερώνουν..."[13]
- Ο Marquis d'Hervey του Saint-Denys, ήταν πιθανόν ο πρώτος που διατύπωσε την άποψη ότι είναι δυνατό ο καθένας να μάθει να ονειρεύεται συνειδητά. Το 1867, δημοσίευσε το βιβλίο του Les Reves et les Moyens de Les Diriger; Observations Pratiques (Τα όνειρα και πώς να τα καθοδηγήσετε: πρακτικές παρατηρήσεις), στο οποίο κατέγραψε τα αποτελέσματα των 20ετών ερευνών του πάνω στα όνειρα.
- Ο όρος "Lucid Dream (συνειδητό όνειρο) δημιουργήθηκε από τον Γερμανό συγγραφέας και ψυχίατρο Frederik van Eeden σε άρθρο του το 1913 με τίτλο A Study of Dreams (Μία μελέτη των ονείρων).[14] Ωστόσο το άρθρο παρέμεινε κατά κύριο λόγο στην αφάνεια και δεν έγινε γνωστό στην επιστημονική κοινότητα. Ο αγγλικός όρος Lucid Dream (φωτεινό, διαυγές όνειρο) θεωρείται από αρκετούς παραπλανητικός γιατί σημαίνει περισσότερα από απλώς καθαρό ή ζωντανό όνειρο. [15]Καλύτερος όρος θα ήταν ο αντίστοιχος του ελληνικού όρου συνειδητό όνειρο : "conscious dream". Ωστόσο ο συγγραφέας χρησιμοποίησε αρχικά τον όρο με την έννοια της επίγνωσης, όπως στην πρόταση 'lucid interval' (φωτεινό διάλειμμα) που χρησιμοποιείται για κάποιον που βρίσκεται σε παροδική ύφεση από ψύχωση. Υπό αυτή την έννοια ο όρος του van Eeden μπορεί ακόμη να θεωρηθεί κατάλληλος.
- Στη δεκαετία του '50, κυνηγοί στη Μαλαισία αναφέρεται ότι έκαναν εκτενή χρήση του συνειδητού ονείρου για εξασφάλιση νοητικής ευεξίας, αν και κατοπινές μελέτες διέψευσαν τους ισχυρισμούς τους.[16]
[Επεξεργασία] Επίτευξη συνειδητού ονείρου
Πολλοί είναι αυτοί που αναφέρουν ότι έζησαν κάποιο συνειδητό όνειρο ως παιδιά και γενικά τα παιδιά φαίνεται ότι κάνουν συχνότερα συνειδητό ονείρεμα από τους ενήλικες. Αν και το συνειδητό ονείρεμα είναι κάτι που μαθαίνεται,[17] το να έχει κανείς τακτικά συνειδητά όνειρα είναι μάλλον δύσκολο και όχι τόσο συχνό. Με τον καιρό έχουν αναπτυχθεί διάφορες τεχνικές πρόκλησης συνειδητών ονείρων κατά βούληση. Όσα ακολουθούν είναι παράγοντες που επηρεάζουν το συνειδητό ονείρεμα και τεχνικές που υποβοηθούν την επίτευξη του.
[Επεξεργασία] Προκαταρκτικές δεξιότητες
[Επεξεργασία] Ανάκληση ονείρων
Η ανάκληση ονείρων είναι απλά η ικανότητα να θυμάται κανείς τα όνειρα του. Το να έχει κανείς ικανοποιητική ανάκληση θεωρείται το πρώτο βήμα για την επίτευξη συνειδητού ονείρου. Η καλύτερη ανάκληση ονείρων αυξάνει τη συνειδητότητα των ονείρων γενικότερα και περιορισμένη ανάκληση μπορεί να οδηγήσει στο να ξεχάσει κανείς κάποιο συνειδητό όνειρο που κατάφερε να κάνει. Η κύρια τεχνική που χρησιμοποιείται είναι να κρατά κανείς ένα ημερολόγιο ονείρων (ονειρολόγιο) στο οποίο να καταγράφει ότι όνειρο (ή τμήμα ονείρου) θυμάται ακριβώς μόλις ξυπνήσει. Είναι σημαντική η άμεση καταγραφή (το ονειρολόγιο δίπλα στο κρεβάτι) γιατί το όνειρο ξεχνιέται πολύ γρήγορα καθώς περνά η ώρα.[18] Η ανάκληση ονείρων μπορεί επίσης να βελτιωθεί αν το άτομο δεν κινηθεί καθόλου αμέσως μόλις ξυπνήσει.[18] Αυτό φαίνεται να βοηθά διότι κατά τη διάρκεια του ύπνου REM (όπου εξελίσσονται το συνειδητό όνειρο) οι μύες του σώματος βρίσκονται σε πλήρη παράλυση - με εξαίρεση αυτούς των ματιών και δευτερευόντως συχνά τους υπεύθυνους για την ομιλία (εξ' ου το παραμιλητό στον ύπνο). Έτσι η κίνηση των μυών μετά την αφύπνιση σηματοδοτεί την πλήρη εγρήγορση και κάνει δυσκολότερη την άντληση της μνήμης ονειρικών γεγονότων.
[Επεξεργασία] Έλεγχος πραγματικότητας
Ο έλεγχος πραγματικότητας είναι ένας τρόπος να καθορίσει κανείς αν ονειρεύεται η όχι. Γίνεται με την πραγματοποίηση κάποιας ενέργειας που έχει διαφορετικά αποτελέσματα στην εγρήγορση και στο όνειρο. Κάνοντας τακτικούς ελέγχους κατά τη διάρκεια της μέρας, είναι πιθανό κανείς να κάνει από συνήθεια έλεγχο και κατά τη διάρκεια ενός ονείρου, οπότε το θετικό αποτέλεσμα του ελέγχου θα τον κάνει να καταλάβει ότι ονειρεύεται μπαίνοντας την ίδια στιγμή σε συνειδητό όνειρο. Συνήθη τεστ ελέγχου πραγματικότητας - και τα θετικά τους αποτελέσματα- είναι:
- Το διάβασμα ενός κειμένου, κοίταγμα μακριά από το κείμενο και ξαναδιάβασμα του κειμένου - το κείμενο συνήθως αλλάζει εντυπωσιακά.
- Κοίταγμα της ώρας, κοίταγμα αλλού και ξαναδιάβασμα της ώρας - η ώρα συνήθως έχει αλλάξει τελείως (αν το ρολόι είναι ψηφιακό πιθανότατα θα είναι τελείως ακατανόητη).[19]
- Κλείσιμο ενός ματιού και κοίταγμα με το άλλο της μύτης - στο όνειρο η μύτη δεν φαίνεται.
- Κλείσιμο της μύτης και προσπάθεια αναπνοής - συνήθως η αναπνοή θα είναι ανεπηρέαστη.
- Κοίταγμα στα χέρια και προσπάθεια επιμήκυνσης των δακτύλων (μπορεί να χρησιμοποιηθεί και το άλλο χέρι για να τραβήξει ένα δάκτυλο) - τα δάκτυλα μακραίνουν εύκολα με τη σκέψη και μόνο.
[Επεξεργασία] Αναγνώριση σημείων ονείρου
Τα σημεία ονείρου είναι στοιχεία που εμφανίζονται στα όνειρα αλλά ποτέ ή σπάνια στην εγρήγορση. Συνεπώς η εξάσκηση στην εντόπιση τους μπορεί να βοηθήσει στο να καταλάβει κανείς πότε ονειρεύεται. Η αναγνώριση των χαρακτηριστικών σημείων ονείρου του κάθε ατόμου γίνεται συνήθως με το να ανατρέξει και να εξετάσει τις καταγραφές του ονειρολογίου του. Παραδείγματα σημείων ονείρου είναι τα ακόλουθα:
- Εικόνες σε περιοδικό ή εφημερίδα γίνονται τρισδιάστατες και κινούμενες.
- Κίνηση στο δρόμο με τεράστια άλματα ή πτήση.
- Το μέρος όπου βρίσκεται το άτομο είναι τελείως απίθανο – π.χ. μία ξένη χώρα.
- Τα πρόσωπα που βλέπει κανείς στο όνειρο αλλάζουν ρούχα ή μορφή καθώς εξελίσσεται το όνειρο.
- Η αντίληψη της πραγματικότητας είναι αλλοιωμένη – π.χ. σφαιρική παραμόρφωση ή εικόνα με μεγάλα εικονοστοιχεία.
- Αυτόματη μετάβαση σε άλλο χώρο - τηλεμεταφορά.
Η χρήση των σημείων ονείρου για την πρόκληση συνειδητού ονειρέματος γίνεται συνήθως με την χρήση τους ως σημεία συναγερμού για την ανάγκη εκτέλεσης ενός τεστ ελέγχου πραγματικότητας.
[Επεξεργασία] Κυρίως τεχνικές
[Επεξεργασία] Μνημονική πρόκληση συνειδητού ονείρου (MILD)
Η τεχνική συνίσταται στον καθορισμό ενός στόχου ακριβώς πριν τον ύπνο, τον οποίο το άτομο επαναλαμβάνει νοερά έως ότου αποκοιμηθεί. Ο στόχος είναι συνήθως το να θυμηθεί να αναγνωρίσει ότι ονειρεύεται ή να θυμηθεί να αναγνωρίσει ένα συγκεκριμένο σημείο ονείρου και να κάνει αμέσως μετά έλεγχο πραγματικότητας.
[Επεξεργασία] Οπτική εκκόλαψη συνειδητού ονείρου (VILD)
Η τεχνική αποτελεί παραλλαγή της προηγούμενης, κατά την οποία το άτομο σχεδιάζει από πριν ένα συγκεκριμένο όνειρο στο οποίο κάνει έλεγχο πραγματικότητας και συνειδητοποιεί ότι ονειρεύεται και το οποίο επαναλαμβάνει νοερά έως ότου αποκοιμηθεί. Ο στόχος εδώ είναι να δει τελικά το συγκεκριμένο όνειρο όπως το σχεδίασε και κάνοντας τον έλεγχο πραγματικότητας να καταλάβει ότι ονειρεύεται.
[Επεξεργασία] Αφύπνιση και πίσω στο κρεβάτι (WBTB)
Η τεχνική είναι ίσως η ευκολότερη και από τις πιο αποτελεσματικές. Συνίσταται στην έγερση μετά από περίπου πέντε ώρες ύπνου, παραμονή μίας ώρας σε εγρήγορση και ξάπλωμα ξανά κάνοντας την τεχνική MILD. Έρευνες έχουν δείξει 60% αποτελεσματικότητα με τη χρήση αυτής της μεθόδου.[20] This is because the REM cycles get longer as the night goes on, and this technique takes advantage of the best REM cycle of the night. Because this REM cycle is longer and deeper, gaining lucidity during this time may result in a more lengthy lucid dream.[20]
[Επεξεργασία] Συνειδητό ονείρεμα από εγρήγορση (WILD)
Ένα συνειδητό όνειρο από εγρήγορση, επιτυγχάνεται όταν το άτομο μεταβαίνει απευθείας από την εγρήγορση σε όνειρο (σε ύπνο REM) χωρίς να χάσει ούτε στιγμή την διαύγεια του και την συνείδηση εαυτού.[21] Υπάρχουν πολλές τεχνικές που βοηθούν στην επίτευξη WILD. Κοινό τους σημείο είναι ότι βοηθούν στην διατήρηση της συνειδητότητας κατά τη διάρκεια της υπναγωγικής φάσης του ύπνου, την οποία το άτομο πρέπει να αναγνωρίσει και να παρακολουθήσει παθητικά αλλά συνειδητά έως ότου μπει στο όνειρο.
[Επεξεργασία] Παράταση του συνειδητού ονείρου
Ένα πρόβλημα αυτών που επιχειρούν συνειδητό ονείρεμα είναι η γρήγορη αφύπνιση, λίγο αφότου έχουν συνειδητοποιήσει ότι ονειρεύονται. Ο Stephen LaBerge έχει προτείνει δύο μεθόδους για την παράταση του ονείρου. Η πρώτη συνίσταται στην γρήγορη περιστροφή του ατόμου. Η δεύτερη είναι το τρίψιμο των χεριών. Αμφότερες αυξάνουν την αισθητηριακή πρόσληψη στοιχείων του ονειρικού περιβάλλοντος και εμποδίζουν την αίσθηση του σώματος στο κρεβάτι να παρεισφρήσει στη συνειδητότητα τερματίζοντας το όνειρο.[22]
[Επεξεργασία] Άλλα σχετιζόμενα φαινόμενα
- Ψευδής αφύπνιση
- Ψευδή αφύπνιση έχουμε όταν κάποιος ονειρεύεται ότι έχει ξυπνήσει. Συνήθως στην ψευδή αφύπνιση το υπνοδωμάτιο είναι το ίδιο ή σχεδόν το ίδιο με το πραγματικό και αν το άτομο προηγουμένους είχε επίγνωση ότι ονειρεύεται (συνειδητό όνειρο), μετά την ψευδή αφύπνιση πιστεύει πλέον ότι ξύπνησε ενώ ακόμη κοιμάται. Η σημασία του φαινομένου για το συνειδητό ονείρεμα είναι διπλή: Αφ' ενός μπορεί να τερματίσει την επίγνωση ενός ατόμου ότι ονειρεύεται, τερματίζοντας έτσι ένα συνειδητό όνειρο, αφ' ετέρου μπορεί να χρησιμοποιηθεί για πρόκληση συνειδητό ονείρου, αν κανείς κάνει έλεγχο πραγματικότητας κάθε φορά που ξυπνάει.
- Υπνική παράλυση
- Κατά τη διάρκεια του ύπνου REM όλοι οι μύες του σώματος (με εξαίρεση αυτούς των ματιών) παραλύουν, διότι σε αντίθετη περίπτωση οι κινήσεις του σώματος στο όνειρο θα γινόταν και από το σώμα στο κρεβάτι με αποτέλεσμα την αφύπνιση του ατόμου. Ωστόσο είναι δυνατόν ο μηχανισμός που προκαλεί την παράλυση να κινητοποιηθεί και πριν την έναρξη του ονείρου (π.χ. κατά τη διάρκεια της τεχνικής WILD) ή να παραμείνει ενεργός μετά την αφύπνιση του ατόμου. Στην τελευταία περίπτωση το άτομο νιώθει ότι βρίσκεται ξαφνικά στο κρεβάτι τελείως παραλυμένο και το καταλαμβάνει φόβος. Λόγω της φύσης της κατάστασης μεταξύ ύπνου και εγρήγορσης και του συνακόλουθου φόβου από την παράλυση, συχνά παρατηρούνται στη φάση αυτή και υπναγωγικές ψευδαισθήσεις (κυρίως ακουστικές) που επιτείνουν την αγωνία του ατόμου. Η κατάσταση αντιμετωπίζεται ωστόσο επιτυχώς από κάποιον που γνωρίζει τη φύση της, με βαθιές ανάσες και διατήρηση της ηρεμίας του. Αυτό είτε λύει την παράλυση, είτε την μετατρέπει σε συνειδητό όνειρο.
[Επεξεργασία] Δείτε επίσης
[Επεξεργασία] Βιβλιογραφία
- ↑ Watanabe,-Tsuneo (Mar 2003). "Lucid Dreaming: Its Experimental Proof and Psychological Conditions". Journal-of-International-Society-of-Life-Information-Science 21 (1): 159-162.
- ↑ LaBerge, Stephen (1990). Bootzen, R. R., Kihlstrom, J.F. & Schacter, D.L., (Eds.) Lucid Dreaming: Psychophysiological Studies of Consciousness during REM Sleep Sleep and Cognition. Washington, D.C.: American Psychological Association, pp. 109 – 126.
- ↑ LaBerge, Stephen, Levitan, Lynne (1995). "Validity Established of DreamLight Cues for Eliciting Lucid Dreaming". Dreaming 5 (3).
- ↑ Muzur A, Pace-Schott EF, Allan Hobson (Nov 2002). The prefrontal cortex in sleep. Trends Cogn Sci. 1;2(11):475-481.
- ↑ Hobson, J. Allan (2001). The Dream Drugstore: Chemically Altered States of Consciousness (in English). Cambridge,Massachusetts: MIT Press, 96-98.
- ↑ LaBerge, S.(2000). Lucid dreaming: Evidence and methodology. Behavioral and Brain Sciences 23(6), 962-3.
- ↑ Erlacher, D. & Schredl, M. (2004). Required time for motor activities in lucid dreams. Perceptual and Motor Skills, 99, 1239-1242.
- ↑ Spoormaker,-Victor-I; van-den-Bout,-Jan (October 2006). "Lucid Dreaming Treatment for Nightmares: A Pilot Study". Psychotherapy-and-Psychosomatics. 75(6): 389-394.
- ↑ Lynne Levitan, Stephen LaBerge (1991). Other Worlds: Out-of-Body Experiences and Lucid Dreams, Nightlight 3(2-3). The Lucidity Institute.
- ↑ Green,J. Timothy (1995). "Lucid dreams as one method of replicating components of the near-death experience in a laboratory setting.". Journal-of-Near-Death-Studies 14: 49-.
- ↑ Letter from St. Augustine of Hippo
- ↑ (March 2005). The Best Sleep Posture for Lucid Dreaming: A Revised Experiment Testing a Method of Tibetan Dream Yoga. The Lucidity Institute.
- ↑ Religio Medici, part 2:11. Text available at http://penelope.uchicago.edu/relmed/relmed.html
- ↑ Frederik van Eeden (1913). A study of Dreams. Proceedings of the Society for Psychical Research, Vol. 26.
- ↑ Blackmore, Susan (1991). "Lucid Dreaming: Awake in Your Sleep?". Skeptical Inquirer 15: pp 362 – 370.
- ↑ G. William Domhoff (2003). Senoi Dream Theory: Myth, Scientific Method, and the Dreamwork Movement. Retrieved July 10, 2006.
- ↑ LaBerge, Stephen, (1980). Lucid dreaming as a learnable skill: A case study. Perceptual and Motor Skills, 51, 1039-1042.
- ↑ 18,0 18,1 Stephen LaBerge (1989). How to Remember Your Dreams. Nightlight 1(1), The Lucidity Institute.
- ↑ Reality testing, Lucid Dreaming FAQ at The Lucidity Institute. (October 2006)
- ↑ 20,0 20,1 Stephen LaBerge, Leslie Phillips, Lynne Levitan (1994). An Hour of Wakefulness Before Morning Naps Makes Lucidity More Likely. NightLight 6(3). The Lucidity Institute.
- ↑ Stephen LaBerge, Lynne Levitan (1995). Validity Established of Dreamlight Cues for Eliciting Lucid Dreaming, Dreaming, Vol. 5, No. 3. The Lucidity Institute.
- ↑ Stephen LaBerge (1995). Prolonging Lucid Dreams. NightLight 7(3-4). The Lucidity Institute.
[Επεξεργασία] Διαβάστε ακόμη
- LaBerge, Stephen (1985). Lucid Dreaming.
- LaBerge, Stephen (1991). Exploring the World of Lucid Dreaming.
- Gackenbach, Jayne; Laberge, Stephen (1988). Conscious Mind, Sleeping Brain.
- Green, Celia (1968). Lucid Dreams.
- Green, Celia; McCreery, Charles (1994). Lucid Dreaming: The Paradox of Consciousness During Sleep.
- Garfield, Patricia L. (1974). Creative Dreaming.
- de Saint-Denys, Hervey (1982). Dreams and How to Guide Them.
- Godwin, Malcom (1994). The Lucid Dreamer.