Βόρεια Ήπειρος
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ως Βόρεια Ήπειρος ορίζεται από επίσημους και ανεπίσημους πολιτικούς και μη παράγοντες στην Ελλάδα γεωγραφικό τμήμα της νότιας αλβανικής επικράτειας. Υπήρξε τμήμα της Ηπείρου, που παραχωρήθηκε στην Αλβανία μετά από διάφορες συνθήκες.
Πίνακας περιεχομένων |
[Επεξεργασία] Ιστορία
[Επεξεργασία] Αρχαία και Οθωμανική εποχή
- Βλέπε επίσης το κύριο άρθρο Ήπειρος
Από τα πανάρχαια χρόνια ζούσαν εκεί πολλά και διάφορα Ελληνικά φύλα όπως οι Θεσπρωτοί, οι Χάονες, οι Μολοσσοί κ.α.
Έως το 1913 η Βόρεια Ήπειρος και η Νότια Ήπειρος αποτελούσαν μια ενιαία γεωγραφική ενότητα. Το πρόβλημα προέκυψε όταν μετά την κατάρρευση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας οι Έλληνες διεκδικούσαν την περιοχή ως το τμήμα της Ηπείρου και οι Αλβανοί διεκδικούσαν την ίδια ως τμήμα την Νότιας Αλβανίας. Αν και τα ελληνικά επιχειρήματα ήταν ισχυρά και βασίζονταν στην ελληνορθόδοξη πλειοψηφία που κατοικούσε στην περιοχή τελικά δεν κατάφεραν να ενσωματώσουν αναίμακτα την περιοχή στην υπόλοιπη Ελλάδα. Τα βασικά αντεπιχειρήματα των Αλβανών ήταν ότι κατοικούσαν εκεί αλλά και στην υπόλοιπη Ήπειρο μεγάλοι αποκομμένοι μουσουλμανικοί πληθυσμοί.
Εκ των πραγμάτων ήταν πολύ δύσκολο να γίνει προσδιορισμός και διαχωρισμός των πληθυσμών, καθώς επί τουρκοκρατίας οι λαοί κατατάσσονταν ανάλογα με την θρησκεία τους και οι μεταφορές και οι προσμίξεις ήταν εύκολες κάτω από την κοινή τουρκική εξουσία στη Βαλκανική. Το φαινόμενο αυτό μάλιστα εντάθηκε όταν ο Αλή πασάς κυριαρχούσε σε όλη την περιφέρεια της Ηπείρου, από το Αργυρόκαστρο και την Κορυτσά μέχρι την Ηγουμενίτσα και την Πρέβεζα, και είχε ανακηρύξει τα Ιωάννινα ως πρωτεύουσα της Ηπείρου (1788). Οι Τούρκοι θεωρούσαν πάντοτε ως Τούρκο όποιον ήταν μουσουλμάνος και Έλληνα όποιον ήταν Χριστιανός, άρα δεν τους ενδιέφερε να προσδιορίσουν την πραγματική ταυτότητα κάποιου π.χ. Αλβανού που ήταν ορθόδοξος Χριστιανός, απλώς τον καταχωρούσαν σαν Έλληνα.
Η πρώτη απόπειρα για γενικό ξεσηκωμό και επανάσταση από τον Τουρκικό ζυγό έγινε το 1821 όταν κάτοικοι της Χιμάρας προσπάθησαν να αφυπνίσουν όλους τους Ηπειρώτες ώστε να πολεμήσουν και αυτοί όπως οι υπόλοιποι αγωνιστές του '21. Την ίδια καθολικότητα είχε και ο ξεσηκωμός του 1854 όταν οι Ηπειρώτες προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν τον ρώσοτουρκικό πόλεμο, ώστε να κερδίσουν την ελευθερία τους με την προοπτική της ένωσης με την Ελλάδα να βρίσκεται στα άμεσα σχέδια τους.
[Επεξεργασία] Μεταβατική περίοδος
Με την Οθωμανική αυτοκρατορία στα πρόθυρα της πτώσης, η ελληνική κυβέρνηση, με υπόμνημα του υπουργείου Εξωτερικών στις 13 Ιουνίου του 1912, θεωρεί πως στην Ήπειρο και κατ' επέκταση στην Ελλάδα ανήκουν ολόκληρες οι περιφέρειες της Πρέβεζας, της Ηγουμενίτσας, των Ιωαννίνων, το μεγαλύτερο μέρος της περιφέρειας του Αργυρόκαστρου και η μισή περιφέρεια της Αυλώνας από τη γραμμή του Κουρβελέσι και την Κλεισούρα στον Αώο. Σύμφωνα με το υπόμνημα στην Αλβανία ανήκαν ολόκληρο το διαμέρισμα της Σκόδρας και από το διαμέρισμα των Ιωαννίνων μόνο η περιοχή του Βερατίου.
Στις περιοχές που αξίωνε η ελληνική κυβέρνηση ζούσαν επί το πλείστον Έλληνες ορθόδοξοι. Συγκεκριμένα, με βάση την τουρκική απογραφή του 1908, κατοικούσαν εκεί 326.778 χριστιανοί και 174.802 μουσουλμάνοι. Από μια άλλη στατιστική (του Geografico de Agostini της Ρώμης) προκύπτει ότι το 1907 σε ολόκληρη την Ήπειρο κατοικούσαν 452.000 κάτοικοι από τους οποίους οι 297.000 ήταν χριστιανοί και οι 155.000 μουσουλμάνοι.
Παρόλα αυτά, όταν οι Τούρκοι αποχώρισαν από την Ήπειρο το καλοκαίρι του 1912, προχώρησαν σε εκτεταμένες παραχωρήσεις στους Αλβανούς. Αναγνώρισαν ως Αλβανία τα διαμερίσματα της Σκόδρας, του Κοσόβου, του Μοναστηρίου αλλά και των Ιωαννίνων. Έτσι οι Έλληνες αντιλήφθηκαν ότι δεν υπάρχει τρόπος προσέγγισης των Αλβανών που ήδη έκαναν σχέδια για την "Μεγάλη Αλβανία".
[Επεξεργασία] Βαλκανικοί Πόλεμοι
Από την αρχή των Βαλκανικών πολέμων οι Αλβανοί είχαν στείλει επιστολή στις Μεγάλες Δυνάμεις ξεκαθαρίζοντας την υποστήριξή τους απέναντι στους Νεότουρκους καθώς έτσι εξυπηρετούσαν και τα δικά τους συμφέροντα. Έτσι στις αρχές του 1913 ο ελληνικός στρατός απελευθέρωσε γρήγορα τα Γιάννενα και παρελαύνοντας βόρεια στις 16 Μαρτίου κατέλαβε το Αργυρόκαστρο και στις 19 το Τεπελένι. Η Κορυτσά ήταν ήδη ελεύθερη από το Δεκέμβρη του 1912.
Στις 29 Ιουλίου 1913 οι Μεγάλες δυνάμεις αναγνωρίζουν την Αλβανία ως ανεξάρτητη και αυτόνομη και με το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας παραχωρούν στο νεοσύστατο κράτος όλες τις περιοχές της διαμάχης των δύο κρατών (Δέλβινο, Χιμάρα, Άγιοι Σαράντα, Τεπελένι, Πρεμετή, Κορυτσά, Αργυρόκαστρο). Βέβαια η Ελλάδα απέρριψε το πρωτόκολλο και αρνήθηκε αρχικά να αποχωρίσει από την περιοχή που κατοικούσαν ελληνικοί πληθυσμοί και κατείχε με ισχυρές δυνάμεις. Έτσι οι Μεγάλες Δυνάμεις, με υπόμνημα που απέστειλαν στο ελληνικό κράτος στις 13 Φεβρουαρίου 1914, απαιτούσαν την αποχώρηση των ελληνικών δυνάμεων από την περιοχή και πρόσφεραν ως αντάλλαγμα τα νησιά του Αιγαίου, εκτός από την Ίμβρο την Τένεδο και το Καστελόριζο. Επιπλέον, ζητούσαν από την Ελλάδα να μην ενθαρρύνει καμιά μορφή αντίδρασης στους ελληνικούς πληθυσμούς της περιοχής.
Η Ελλάδα στην απάντησή της, αφού εξέφρασε τη λύπη της για την αποχώρηση και ζήτησε εγγυήσεις για την ασφάλεια των πληθυσμών, συμφώνησε και όρισε τις ημερομηνίες αποχώρησης από τα μετέπειτα αλβανικά εδάφη. Παρόλα αυτά οι κάτοικοι του τμήματος αυτού αρνήθηκαν την αδικία που έγινε εις βάρος τους και στις 28 Φεβρουαρίου 1914 επαναστάτησαν και σχημάτισαν κυβέρνηση με πρωτεύουσα το Αργυρόκαστρο και πρωθυπουργό τον Γεώργιο Ζωγράφο. Οι Ηπειρώτες αυτοί πίστευαν ότι είχαν προδοθεί από το ελληνικό κράτος γιατί όχι μόνο αποχώρησε από την περιοχή τους αλλά και δεν τους προμήθευσε με όπλα για αμυνθούν έναντι των Αλβανών.
Η αυτόνομη Βόρεια Ήπειρος περιελάμβανε εκτός από το Αργυρόκαστρο περιελάμβανε την Χιμάρα, το Δέλβινο, τους Άγιους Σαράντα και την Πρεμετή. Μετά την αποχώρηση όμως των ελληνικών δυνάμεων ξέσπασαν ταραχές μεταξύ των Αλβανών και των Ηπειρωτικών δυνάμεων. Έπειτα από αρκετές στρατιωτικές επιτυχίες των αυτονομιστών οι Αλβανοί οδηγήθηκαν σε συμβιβασμό και στις 17 Μαρτίου υπέγραψαν το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας. Σύμφωνα με το πρωτόκολλο αναγνώριζαν την αυτονομία της Β. Ηπείρου και δεσμεύονταν για την διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας στα σχολεία αλλά και την θρησκευτική ελευθερία του ελληνικού πληθυσμού.
Το Πρωτόκολλο αυτό ποτέ δεν μπήκε σε ουσιαστική εφαρμογή καθώς μετά τη λήξη των διαπραγματεύσεων εκδηλώθηκε εξέγερση στην Αλβανία. Οι φανατικοί μουσουλμάνοι Αλβανοί καθοδηγούμενοι από Νεότουρκους ανέτρεψαν την κυβέρνηση του Βήντ που είχε διοριστεί από τις Μεγάλες Δυνάμεις και αφού ακύρωσαν το πρωτόκολλο της Κέρκυρας, άρχισαν εκτεταμένες προσπάθειες εξαλβανισμού του πληθυσμού προσδοκώντας την επιστροφή κάτω από την τουρκική κυριαρχία. Σε αυτή τη χαώδη κατάσταση βρίσκεται η Αλβανία στα μέσα του 1914 όταν και κηρύσσεται ο Α' Παγκόσμιος πόλεμος.
[Επεξεργασία] Α' Παγκόσμιος πόλεμος
Με την κήρυξη του Α' Παγκοσμίου πολέμου το 1914 η Ελλάδα ανέκτησε τις περιοχές της Β. Ηπείρου μέχρι την Κορυτσά και το Αργυρόκαστρο και η Ιταλία, που θεωρούσε την Αλβανία ως προτεκτοράτο της, κατέλαβε τον Αυλώνα. Αυτή η νέα κτήση όμως δεν ήταν αρκετή για την Ιταλία και γι αυτό προχώρησε σε εμπλοκή με την Ελλάδα, που κρατούσε στάση ουδετερότητας, καταλαμβάνοντας όλη την Ήπειρο, ακόμη και τα Ιωάννινα. Όταν αργότερα η Ελλάδα μπήκε στον πόλεμο, ο ελληνικός στρατός προέλασε επανακτώντας πόλεις όπως το Αργυρόκαστρο, την Πρεμετή, την Χιμάρα, τη Ρίζα, το Λεσκοβίσκι και την Μοσχόπολη. Στην συνέχεια του πολέμου οι πολεμικές επιχειρήσεις μεταφέρθηκαν στην Μακεδονία αφήνοντας στάσιμο το μέτωπο αυτό. Παρόλα αυτά οι συγκεκριμένες περιοχές διατηρήθηκαν μέχρι το 1921 όταν για δεύτερη φορά στη διάσκεψη των Συμμάχων στο Παρίσι παραχωρήθηκαν στην Αλβανία.
[Επεξεργασία] Β' Παγκόσμιος πόλεμος
Στις αρχές του Β' Παγκοσμίου πολέμου (1940-1941) ο ελληνικός στρατός ξαναπήρε για ακόμη μια και τελευταία φορά την Β. Ήπειρο. Η απελευθέρωση αυτή τη φορά ήταν από τους Ιταλούς, που είχαν καταλάβει αμαχητί ολόκληρη την Αλβανία το 1939. Η προέλαση του στρατού και η απελευθέρωση κάθε πόλης γιορταζόταν όχι μόνο από τους αυτόχθονες Έλληνες των περιοχών αυτών αλλά και από όλη την Ελλάδα που ζούσε στον παλμό των επιχειρήσεων στα βουνά της Β. Ηπείρου. Τελικά μετά την συνθηκολόγηση και την παράδοση στους Γερμανούς, οι Ιταλοί επέστρεψαν στην Β. Ήπειρο και συμπεριφέρθηκαν στους κατοίκους με αφάνταστη σκληρότητα, όπως και οι Γερμανοί στην Ελλάδα. Έκαψαν πάνω από 6.200 σπίτια ενώ υπολογίζεται ότι εκτέλεσαν 1.700 Έλληνες.
[Επεξεργασία] Σημερινή εποχή
Στη σημερινή Αλβανία υπάρχουν νομοθεσίες για να διατηρηθεί και να προστατευτεί η ελληνική μειονότητα της Β. Ήπειρου (περίπου 400.000 άτομα) αλλά δεν τηρούνται πάντα. Ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής εθνικής μειονότητας της Β.Ηπείρου ζει και εργάζεται σήμερα στην Ελλάδα.