Χρήστης:Ribas

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Πληθυσμός (1928-2001)
Έτος Κάτοικοι Μεταβολή
Απογραφή 1928 1118 ---
Απογραφή 1940 1404 286
Απογραφή 1951 1442 38
Απογραφή 1961 1592 150
Απογραφή 1971 1535 -57
Απογραφή 1981 1524 -9
Απογραφή 1991 1620 96
Απογραφή 2001 1507 -113

Το Παλαιοχώρι είναι χωριό του Νομού Χαλκιδικής και υπάγεται διοικητικά στον διευρυμένο Δήμο Αρναίας. Βρίσκεται στη βορειοανατολική Χαλκιδική, στην κύρια οροσειρά τους όρους Χολομώντα, σε υψόμετρο περίπου 550 μέτρων στο κέντρο του τριγώνου που σχηματίζουν τα χωριά Νεοχώρι ανατολικά σε απόσταση 3 χλμ, Αρναία δυτικά σε απόσταση 5 χλμ και Μεγάλη Παναγία νότια σε απόσταση 7 χλμ. Το Παλαιοχώρι έχει συνολική έκταση 47.600 στρεμμάτων, από αυτά τα 12.200 στρέμματα (25,6 %) είναι καλλιεργήσιμη έκταση, τα 14.800 στρέμματα (31 %) βοσκότοποι, τα 19.900 στρέμματα (41,9 %) δασικές εκτάσεις και τα 700 στρέμματα (1,5 %) οικισμοί, νερά κλπ. Αποτελεί συγκοινωνιακό και οδικό κόμβο και συνδέει οδικά τη βόρεια με τη νότια Χαλκιδική.

Πίνακας περιεχομένων

[Επεξεργασία] Ιστορία

[Επεξεργασία] Αρχαιότητα

Οι πρώτοι κάτοικοι της περιοχής είναι Θρακικά φύλα.

Υπάρχει έντονη κινητικότητα πληθυσμών από τον 8ο αιώνα π.Χ. λόγω του Α’ και Β’ Ελληνικού Αποικισμού στην περιοχή, με σκοπό την εκμετάλλευση της άφθονης ξυλείας, του χαλκού και των άλλων μεταλλευμάτων.

Οι Χαλκιδείς Πάλιν δ' ερήμους γενομένας αυτάς απάσας Χαλκιδείς συνοίκησαν οι πρώτοι που δημιούργησαν αποικίες στην έυρύτερη περιοχή (chalkidica, γεωγραφική περιοχή στα βορειοανατολικά της χερσονήσου η οποία έδωσε το ονομά της σε όλη την χερσόνησο, δηλ. Χαλκιδική). Κατά τον 5ο αι. π.χ. δημιουργείται το Κοινό των Χαλκιδέων επί της Θράκης. Κατοίκοι της Άνδρου και άλλων περιοχών της νότιας Ελλάδας απόικισαν και αυτοί την περιοχή της ΒΑ χερσονήσου (Στάγειρα, Απολλωνία, Άκανθος κ.α.) .

[Επεξεργασία] Αρχαιολογικοί Χώροι

Στην ευρύτερη περιοχή του Παλαιοχωρίου τοποθετούνται με βάση τις ιστορικές ενδείξεις οι εξής αρχαιοελληνικοί οικισμοί:

  • Αυγαί, Αυγέα ή Αυγαία (Augiea) [4][5]
  • Άρνη ή των Αρνών [6]
  • Κάστρο (Kastro) [7]
  • Παλαιοχώρι (Palaiocori)[8][9]

[Επεξεργασία] Το Θεοφυλακτο Κάστρο - Νέπωσι

Στο Καστέλι βρίσκεται στην περιοχή του Νέπωσι [ βυζ, Νε-πωσι(πούσι) = πυκνή ομίχλη ή από το σλαβικό nebois = ισχυρός, δυνατός (υπάρχει τοπικός μύθος για τον βασιλιά Νέμπους)] και είναι κτισμένο κατά τον 5ο μ.Χ. αιώνα σε θέση κατοικημένη τουλάχιστον από τον 2ο π.Χ. αι. Τα συμπεράσματα από την επιφανειακή μέχρι στιγμής μελέτη του κάστρου είναι τα εξής : Στην κορυφή ενός οχυρού λόφου, φύσει και θέσει απόρθητου, είναι κτισμένο ένα κάστρο το "Καστέλλι", όπως το ονομάζουν οι Παλαιοχωρινοί, το μεγαλύτερο στη Χαλκιδική. Η μόνη σύνδεση του λόφου με το βουνό είναι ένα στενό απόκρημνο μονοπάτι. Βρέχεται από τρεις πλευρές από τον "Παλαιοχωρινό λάκκο", βασικό παραπόταμο του Χαβρία, που ακούγεται βουερός στο βάθος χαράδρας 30 - 40 μέτρων. Περιβάλλεται σε μεγάλη ακτίνα από τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, με οργιαστική βλάστηση. Το κάστρο καταλαμβάνει έκταση 15 στρεμμάτων (σε επίπεδο) και περιστοιχίζεται από τείχος μήκους 800 - 1000 μέτρων περίπου και ύψους 4 - 5 μέτρων. Το τείχος φαίνεται να έχει τρεις οικοδομικές φάσεις, που ξεχωρίζουν στο ύψος και δείχνουν πόσες φορές ανακατασκευάσθηκε μετά από καταστροφές.

Το παλαιότερο εύρημα στην περιοχή, είναι ένα αττικό μελαμβαθές κεραμικό όστρακο, επίσης έχει βρεθεί επιγραφή (φωτ.) τών βυζαντινών επισκευών χρονολόγησης 910 που αναφέρει «[...]μιχαήλ πατρικίου και ζωής[...]» .

Πιττάκιο του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης και Οικουμενικού Πατριαρχή κ.κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ του Α' ευλογεί τους κατοίκους και κατονομάζει τη συνέχεια της Ορθοδοξιάς και του "Καστελίου " στο "Νέπωσι" με το Παλαιοχώρι. Αναφέρει σχετικά " Παλαιοχώριον το Θεοφύλακτο Κάστρο" .

[Επεξεργασία] Βαλτουδα - Καμήλα - Σκουριές

Στην τοποθεσία Βαλτούδα και Καστελούδι βρέθηκαν μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη με υπολείμματα οχύρωσεων και ναού.

Στην τοποθεσία Καμήλα υπάρχουν οχυρωματικές κατασκευές.

Επίσης υπάρχουν μακεδονικές εκμεταλλεύσεις των μεταλείων χρυσού και χαλκού στις Σκουριές.

[Επεξεργασία] Μεσαίωνας

Το Παλαιοχώρι αναφέρεται σε ένα περιορισμό του Κωνσταντίνου Περγαμηνού και του Γεώργιου Φαρισαίου το 1320 και στην Διαθήκη της Μοναχής Αγάθης το 1441 (Actes de Xeropotamou, Archives de L'Athos III, ed. J. Bompaire.-Paris:1964)

«[...]αφιερώτκον έτει 1441 της Αναστασιας Κομνηνής, σήζυγος του δεσπότου μακαρίτου Αστερίου μοναχού και κτίτορος, περί τον Γήσβορον και Παλεοχόρη του Παλεολώγου[...]»

«[...]Υπερ ης και διά την λύτρωσιν των πολλών μου αμαρτιών και ένεκεν της μελλούσης αιωνίου ζωής προσήλωσα ως αδιάσπαστα κειμήλια τα εκ του Μουζάλωνος εκείνου μακαρίτου Δημητρίου του ιατροφιλοσόφου εξωγηθέντα μοι τέλεια πράσει δύο χωριά, το Παλαιοχωρίον λεγόμενον και το χωρίον Γησβόρον καλούμενων[...]»

[Επεξεργασία] Τουρκοκρατία

Oι κάτοικοι του με βάση τα δεδομένα των οθωμανικών φορολογικών καταστιχων από το 1478 μέχρι το 1568[10] καταγράφονται ως καρβουνιάρηδες του μεταλλείου των Σιδηροκαυσίων. Για την υπηρεσία τους αυτή ήταν ασύδοτοι από τους έκτακτους φόρους. Ένα τμήμα των κατοίκων του χωριού ήταν στα 1527 και 1568 γερακάρηδες. Και αυτοί ήταν ασύδοτοι από τους έκτακτους φόρους.

Παρακάτω παρουσιάζεται ο σχετικός πίνακας απογραφής. Με αστερίσκο (*) σημαίνονται οι γερακάρηδες:

Πληθυσμός (1478 — 1568)
Έτος Χριστιανοί Μουσουλμάνοι
Νοικοκυριά Άγαμοι Χήρες Νοικοκυριά Άγαμοι
1478 24 2
1519 78 10 5
1527 99 + 7* 13 + 4* 12
1568 91 + 18* 44 + 8* 2 + 2* 1*
  • Η Ραλιγόβα, μετέπειτα Αρναία το 1928, στο κατάστιχο του 1478 καταχωρείται ως καλλιεργήσιμη γη του Παλαιοχωρίου και δεν είχε κατοίκους. Μεταξύ του 1478 και 1519 εξελίχθηκε σε χριστιανικό χωριό. Επίσης καταχωρούνται και άλλες εκτάσεις στην γεωγραφική περιοχή του Παλαιοχωρίου.
  • Αναφέρονται επίσης εκτάσεις κοντά στο (τούρκικα) Yenikoy ή (σλάβικα) Novoselo, μετετέπειτα το αντίστοιχο στην ελληνική Νεοχωρί από τον 19ο αιώνα, το οποίο πιθανώς να ιδρύθηκε κατά την οθωμανική περίοδο πριν το 1519 και ονομάστηκε έτσυ σε αντιδιαστολή με το γειτονικό Παλαιοχώρι.
  • Στίς 24 Ιουνίου 1682 υπάρχει αφιέρωση χωραφιού στην Μονή Ξηροποτάμου στα Πινακαρια από τον Στόϊκο. Υπογράφουν οι κάτοικοι του Παλαιοχωρίου Στέργιος, Ζαφείρης , Γιοβάννης και Γεώργιος.
  • Κατά τον 18ο αιω. υπάρχουν αρκετά πωλητηρία λειβαδιών στην γεωγραφική περιοχή του Παλαιοχωρίου (Μονή Ξηροποτάμου).
  • Το 1793 πέρασε από το Παλαιοχώρι ο γάλλος πρόξενος στην Θεσσαλονίκη Espirit m. Cuisinery. Στο Voyage dans la Makedonie περιγράφει έναν δυναμικό οικισμό. Και κλείνει την τρισέλιδη αναφορά του στο Παλαιοχώρι και στον Παλαιοχωρινό ο οποίος τον φιλοξένησε με την ιστορική ρήση «[...]με μεγάλη μου λύπη αποχωρίστηκα από αυτόν τον Έλληνα[...]».

[Επεξεργασία] Νεότερη Ελληνική Ιστορία

Στην επανάσταση του 1821 ο Εμμανουήλ Παπάς και ο καπετάν Στάμος Χάψας πρερχόμενη από το Άγιο Όρος και την Μονή Εσφιγμένου όπου είχαν κηρήξει την έναρξη της επαναστάσεως , στο Παλαιοχώρι και στα βουνά του Χολομώντα διαχωρίστικαν σε δύο στρατιωτικά τμήματα. Το ένα κατευθύνθηκε προς την Νέα Απολλωνία(Εγρί Μπουτζακ) και το άλλο προς τα Βασιλικά. Το Παλαιοχώρι καταστράφηκε ολοσχερώς μετά την επικράτηση των Τούρκων και πιθανώς η ανάμνηση εκείνης της καταστροφής διατηρείται μέσα από την λαϊκή παράδοση στο έθιμο της Τρίτης μέρας του Πάσχα Του Χαλκού τ΄ Αλώνι (βλ. Έθιμα και εκδηλώσεις)

Στην αποτυχημένη επανάσταση του Τσάμη Καρατάσου το 1854 στην περιοχή έγινε μάχη.

Η συμμετοχή στον Μακεδονικό Αγώνα ήταν καθολική . Μακεδονομάχοι από το Παλαιοχώρι με βάση τα επίσημα αρχεία του Μακεδονικού Αγώνα είναι ο Μακαβός Γ. Αναγν 'Οργανο πράκτορα Γ' Τάξης κ.α. Ο Αγώνας για ανεξαρτησία ήταν άρρηκτα συνδεδεμένος με το ελληνικό στοιχείο της περιοχής της Νιγρίτας όπου έδρασε ο καπ. Γιαγκλής(από Ιερισσό) και της Νέας Ζίχνης όπου έδρασε ο καπ. Δούκας - Ζέρβας . Μακεδονομάχοι αγωνιστές από το Παλαιοχώρι στις παραπάνω περιοχές είναι ο καπ. Σταματόπουλος (μετέπειτα πρώτος κοινοτάρχης Τερπνής) , ο καπ. Σκοτίδας - Ρίμπας Α.Ιωαν. (σκοτ.1906) με την ομάδα του τους Αστέριο Λαλά , Κλοντήρα Δημήτριο , Διαμαντούδη Θεοδόσιο κ.α. Στό σώμα Αθ. Μινόπουλου προσέφεραν υπηρεσίες οι : Νικόλαος Σό(ω)κος , Κων/νος Σό(ω)κος , Άγγελος Κλαρίνος , Πάπα Απόστόλου . Οι Ν. Σό(ω)κος και Κ. Σό(ω)κος ήταν και συνεργάτες του Μητροπολίτη Ειρηναίου (Κασσάνδρας) ώς μελη των Μακεδονικών επιτροπών.

Κάτοικοι του Παλαιοχωρίου πεσσόντες υπέρ πατρίδος :

  • στούς Βαλκανικούς Πόλεμους το 1912 : Μπακατσιάνο Ιωάννη , Περιστεριανό Δημήτρη , Χαρδαβέλλα Ιωάννη και Αραμπατζή Δημήτριο .
  • στην εκστρατεία της Μικράς Ασίας που οδήγησε στην μικρασιατική καταστροφή τους : Ρίμπα Αθανάσιο , θεοχάρη Χριστόδουλο και Κουμαντσιώτη Αστέριο,
  • στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και το Αλβανικό μέτωπο τους : Βέλλιο Γεώργιο , Σαμαρά Γεώργιο , Αντωνίου Νικόλαο και Σαρμανιώτη Δήμο ,

Επίσης Παλαιοχωρινοί συμμετείχαν ενεργά στις οργανώσεις της Εθνικής Αντίστασης

  • Π.Α.Ο.-ΕΔΕΣ οι Κουμαντσιώτης Θεοχ. , Μπακατσιάνος Γ. , Αποστολάς Γ. , Σιώκος Νικ. , Σιώκος Ν. Αθαν. , Σιώκος Γ. Αθαν. , Σιώκος Κωνστ. , Μαρκογιάννης Κ. , Μουστάκας Γ. ,
  • ΕΑΜ-ΕΛΑΣ.

Στον Εμφύλιο Πόλεμο , το Παλαιοχώρι καταστράφηκε ολοσχερώς από τους συμμορίτες (ΔΣΕ) στις 14 Αυγούστου 1948 . Υπήρξαν εκείνη την αποφράδα ημέρα 5 νεκροί oi: Αθανάσιος Γεωρ. Σιώκος, Γεωργιος Χρισ. Πολύζος , Αστέριος Εμμαν. Σίσυλας , Κων/νος Αθαν. Αραμπατζης , Νικόλαος Αγγ. Βλαχός. Ήταν κίνηση αντιπερισπασμού των συμμοριτών(ΔΣΕ) οι οποίοι στον κίνδυνο εγκλωβισμού των δυνάμεων τους στο μέτωπο της Πίνδου , μετά την επιτυχή επιχείρηση Κορωνίς (έναρξη 14 ιουνίου 1948) των κυβερνητικών δυνάμεων , προχωρούσαν σε καταστροφές χωριών στην υπόλοιπη ελληνική επικράτεια .

Στις Νομαρχιακές και Δημοτικές εκλογές στις 11 Οκτωβρίου 1998 οι κάτοικοι πραγματοποίησαν καθολική αποχή σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την κατάργηση της Κοινότητας Παλαιοχωρίου σύμφωνα με το Νόμο Καποδίστρια.

[Επεξεργασία] Ο Ζορμπάς , ο Νίκος Καζαντζάκης και το Παλαιοχώρι

Στο Παλαιοχώρι έζησε ο Γιώργος Ζορμπάς (1867-1942), το πρόσωπο από το οποίο ο Νίκος Καζαντζάκης εμπνεύστηκε το έργο του Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά (πρ. εκδ. στα γαλλικά, Editions du Chene, 1947, πρ. εκδ. στα ελληνικά, Δίφρος, 1955).

Ο ισχυρισμός, ότι ο Ζορμπάς, ήρωας του γνωστού μυθιστορήματος του Νίκου Καζαντζάκη, έζησε στο Παλαιοχώρι αντλείται από τα στοιχεία που παρουσιάζει ο λογοτέχνης Γιάννης Αναπλιώτης στο έργο του, "{Ο}αληθινός Ζορμπάς κι ο Νίκος Καζαντζάκης" (Αθήνα: Δίφρος, 1960), καθώς και στις αφηγήσεις της κόρης του Ζορμπά, Ανδρονίκης Κεχάεφ. Επίσης στο δοκίμιο του λαογράφου από το Καταφύγι Κολινδρού Πιερίας (το χωριό που γεννήθηκε ο Ζορμπάς) κ. Σόρμα και όλων όσων σχετίστηκαν μαζί του στην πολυτάραχη ζωή του.

[Επεξεργασία] Σύντομο Βιογραφικό "Αλέξη (Γιώργη) Ζορμπά"

Ο Αλέξης Ζορμπάς που το πραγματικό του όνομα ήταν Γιώργης, γεννήθηκε στον Καταφύγι του Δήμου ΒΕΛΒΕΝΤΟΥ γύρω στα 1867. Ήταν γιος του Φώτη Ζορμπά, ενός πλούσιου τσέλιγκα και κτηματία, και είχε άλλα τρία αδέλφια (την Κατερίνα, τον Γιάννη και τον Ξενοφώντα). Δουλεύει στο Καταφύγι στα κτήματα και στα κοπάδια του, γίνεται ξυλοκόπος, αργότερα φεύγει στη Χαλκιδική, διαμένει σε ένα φίλο του στο Παλαιοχώρι, και εργάζεται ως μεταλλωρύχος σε μια Γαλλική εταιρεία εκμετάλλευσης μεταλλίων στο Γήσβορο (Στρατονίκη). Γνωρίζεται με τον αρχιεργάτη του μεταλλείου, Γιάννη Καλκούνη, "κλέβει" και παντρεύεται στο Παλαιοχώρι την κόρη του Ελένη, κάνει μαζί της οχτώ παιδιά, από τα οποία αγαπούσε ιδιαίτερα την πρωτοθυγατέρα του Ανδρονίκη. Όμως οι πόλεμοι και ο θάνατος της γυναίκας του Ελένης, φέρνουν δυστυχία στην οικογένειά του. Μετά από όλα αυτά εγκαταλείπει το Παλαιοχώρι και την Χαλκιδική και έρχεται στο Ελευθεροχώρι Πιερίας που απέχει οχτώ χιλιόμετρα από τον Κολινδρό, όπου μένει ο αδελφός του Γιάννης Ζορμπάς, ο γιατρός. Το 1915 φεύγει για το Άγιον Όρος με την απόφαση να γίνει καλόγερος. Εκεί θα γνωριστεί με τον Καζαντζάκη και μια δυνατή φιλία θα αρχίσει να δένει τους δύο άντρες. Κατόπιν πηγαίνουν στη Μάνη, εκμεταλλευόμενοι τα ορυχεία της Πραστοβάς (Στούπα είναι ένα παραθαλάσσιο χωριό, Δήμος Λεύκτρου - Μάνη Μεσσηνίας - Πελοπόννησος). Ο Νίκος Καζαντζάκης εδώ εμπνεύστηκε και έγραψε το έργο του "Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά". Η ταραγμένη ζωή του θα σταματήσει στα Σκόπια, όπου εγκαταστάθηκε, ξαναπαντρεύτηκε και έκανε και άλλα παιδιά, νέα οικογένεια. Ο Β΄Παγκόσμιος Πόλεμος, η πείνα και ναζιστική σκλαβιά τον έστειλαν στον τάφο το 1942.

[Επεξεργασία] Τουρισμός

Το Παλαιοχώρι μαζί με τον Άθω είναι σημείο Α’ τάξης του κρατικού τριγωνομετρικού δικτύου της Ελλάδας.

Η γεωμορφολογία του εδάφους παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία μορφών και χρωμάτων, λόγω των διαφορετικών τύπων βλάστησης. Υπάρχουν πυκνά δάση δρυός, οξιάς και καστανιάς και γι' αυτό η περιοχή χαρακτηρίζεται ως «τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους», όπου οι ανθρώπινες παρεμβάσεις είναι ελάχιστες και αφανείς.

[Επεξεργασία] Kομβικό περιηγητικό ορμητήριο της ορεινής και ΒΑ Χαλκιδικής

Στο Παλαιοχώρι βρίσκεται ο βασικός οδικός κόμβος της ΒΑ Χαλκιδικής , καθιστώντας το περιηγητικό και τουριστικό ορμητήριο , όπου οδηγεί :

  • προς Παναγία , Πυργαδίκια , Αγ. Νικόλαο και Σιθωνία ,
  • προς Ιερισσο , Ουρανούπολη και το το Άγιο Όρος , και τέλος
  • προς την Αρναία ,τα Ζερβοχώρια , τον Πολύγυρο και την Θεσσαλονίκη.

[Επεξεργασία] Αξιοθέατα

Κεντρικό σημείο συνάντησης είναι η παραδοσιακή πλατεία με τον αιωνόβιο πλάτανο και τα παραδοσιακά καφενεία.

Ακόμη ιδιαίτερης ιστορικής και θρησκευτικής σημασίας είναι ο Ναός των Παμμεγίστων Ταξιαρχών με τις υπέροχες τοιχογραφίες και το άγαλμα του οικουμενικού πατριάρχη Ιωακείμ Γ΄ του Μεγαλοπρεπούς στον προαύλιο χώρο. Εκεί υπάρχει και η κατά την παράδοση θαυματουργή εικόνα (φωτ) του Ταξιάρχη Μιχαήλ (16ος αιώνας) και η είκόνα της της Παναγίας της Γοργοεπηκόου (μοναδικό πιστό αντίγραφο της θαυματουργής εικόνας που υπάρχει στη Μονή Δοχιαρείου του Αγίου Όρους).

Ακόμη υπάρχει ο Ναός του Αγιού Αθανασίου του Αθωνίτη'' με το διπλανό αγίασμα και ο παλιός Ναός του Αρχαγγέλου Μιχαήλ με την τεράστια τοιχογραφία του αγίου.

Επίσης o "Βακούφκος Μύλος"(Παλιός Νερόμυλος) και η Ντρίστα (Ντριστέλλα-Υδροτριβείο) στην ομώνυμη περιοχή . Εκεί υπάρχουν και τα ερείπια των παλιών πλυντηριων του ορυχείου Χαλκού "Ξεναρίου" στις "Σκουριές"

  • "Βακούφκος Μύλος"(Παλιός Νερόμυλος) Είναι «ανατολικός» ή «ελληνικός» με τη μικρότερη εσωτερική οριζόντια φτερωτή ( όπου η ποσότητα του νερού είναι μικρή και γινεται εκμετάλλευση πίεσης από υδατόπτωση). Ο νερόμυλος με την οριζόντια φτερωτή είναι διαδόμένος στον ελληνικό χώρο από την Βυζαντινή επόχή (γι’ αυτό και ονομάστηκε «ανατολικός») και ως το τέλος της λειτουργίας του δεν παρουσίασε σημαντική εξέλιξη. Στην προβιομηχανική περίοδο το βασικότερο προϊόν για τη διαβίωση του ανθρώπου ήταν το σιτάρι το οποίο μεταποιούνταν σχεδόν αποκλειστικά σε ψωμί. Καθώς οι χειρόμυλοι δεν επαρκούσαν στο άλεσμα, η χρήση των νερόμυλων ήταν απολύτως απαραίτητη. Τα κτίσματα των μύλων είναι λιθόκτιστα (συνήθως ένας ορθογώνιος χώρος με πατάρι καμιά φορά για τη διανυκτέρευση του μυλωνά). Η κατασκευή της στέγης είναι προσαρμοσμένη στην τοπική αρχιτεκτονική με ξύλινη σκεπή σκεπασμένη με κεραμίδια ή σχιστολιθικές πλάκες. Στη μια άκρη του κτίσματος υπήρχε συνήθως ο αλεστικός μηχανισμός, ενώ στην άλλη περίμεναν οι πελάτες, γίνονταν οι συναλλαγές και η αποθήκευση. Ο μηχανισμός του νερόμυλου αποτελείτο από δύο μέρη: το κινητικό, που το αποτελούσαν η φτερωτή και τα εξαρτήματά της, και το αλεστικό, που περιλάμβανε τις μυλόπετρες και τα εξαρτήματα λειτουργίας.
  • Ντρίστα (Ντριστέλλα-Υδροτριβείο) Είναι ένας ξύλινος κάδος σε σχήμα κώνου και βαθύς. Συναρμολογείται από σφηνωμένες μεταξύ τους πλανισμένες σανίδες σε σχήμα σφήνας και δένεται περιφερειακά με σιδερένια τσέρκια. Επειδή μοιάζει με βαρέλι, κατασκευάζεται συνήθως από βαγενά (βαρελά) και όχι από μαραγκό. Το μεγαλύτερο μέρος του βρίσκεται χωμένο βαθιά στο έδαφος, ώστε να μην υπάρχει κίνδυνος να ανοίξουν τα τοιχώματα από την πίεση του νερού. Το στενό του άνοιγμα έχει διάμετρο 0,40 μ. και το πλατύ του 2μ. Το ύψος του είναι 2μ. και έχει χωρητικότητα 5 κ.μ. νερού και 75 κ. υφαντών. Η νεροτριβή επεξεργάζεται μάλλινα υφαντά (φλοκάτες, μαλλιώτα, κάπες κλπ.). Η πτώση του νερού στον κάδο προκαλεί τη δημιουργία στροβίλων, οι οποίοι συμπαρασύρουν τα υφαντά στη δίνη τους. Με την τριβή του νερού τα υφαντά «αναμαλλιάζουν», χνουδιάζουν, γίνονται αφράτα και τα στημόνια με τα υφάδια δημιουργούν ένα σώμα (κλείνουν τα αναμεταξύ τους κενά). Λειτούργησαν δύο τύποι νεροτριβής: οι γυριστές, με μεγαλύτερη διάμετρο, στις οποίες το νερό εκτοξευόταν από το στόμιο του βαγενιού στο τοίχωμά του, δημιουργώντας περιστροφική κίνηση και οι βουτηχτές, στις οποίες το βαγένι ήταν πιο όρθιο και το νερό εκτοξευόταν σχεδόν κατακόρυφα. Οι προφορικές μαρτυρίες για το χρόνο της λειτουργίας των νεροτριβών φτάνουν ως τις μέρες μας όπου γίνεται η επεξεργασία της φλοκάτης, το πλύσιμο των κουβερτών κ.λ.π. .Οι νεροτριβές συνέβαλαν πολύ στη βιοτεχνική άνθιση των μάλλινων υφαντών, κυρίως της φλοκάτης. Συστεγασμένη με το νερόμυλο.

Τα παραδοσιακά σοκάκια , οι περιπατιτικές διαδρομές μέσα στην οργιώδη βλάστηση των γύρω βουνών , η περιοχή του Νέπωσι και ο καταράκτης με το επιβλητικό φαράγγι στο Περιστέρι είναι μερικά από τα σημεία που αξίζουν ιδιαίτερης μνείας.

[Επεξεργασία] Υφαντά

Η τέχνη της υφαντικής στο Παλαιοχώρι έμεινε αναλοίωτη μέσα στο πέρασμα του χρόνου και περναέι από γενιά σε γενιά , από μάνα σε κόρη (ξακουστά σε όλη την ελλάδα τα υφαντά της Χαλκιδικής).

Ξεκινάει με την κούρα των γιδοπροβάτων όπου απομακρύνονται οι τρίχες με μεγάλα κτένια . Το μαλλί το έπλεναν καλά για να φύγουν οι βρομιές του. Έβαζαν σε μια σκάφη χλιαρό νερό και έριχναν μέσα το μαλλί. Το νερό δεν έπρεπε να καίει γιατί το μαλλί μάζευε και δεν μπορούσε να ξαστεί. Το έπλεναν δυο και τρεις φορές. Το νερό από την πρώτη πλύση λεγόταν ρύπος κι αυτό δεν το πετούσαν αλλά το κρατούσαν για να το χρησιμοποιήσουν στη βαφή του μαλλιού με μπλε χρώμα. Στη συνέχεια το έβαζαν μέσα σ’ ένα καλάθι ή πάνω σε φράχτες για να φεύγουν τα νερά και το έβαζαν σε ένα σκιερό μέρος για να στεγνώσει. Δεν έπρεπε να το βάλουν στον ήλιο για να μην κιτρινίσει. Όταν στέγνωνε άρχιζαν το ξάσιμο. Αυτό γινόταν με τα χέρια. Άνοιγαν σιγά σιγά το μαλλί για να γίνει απαλό και συγχρόνως το καθάριζαν και από κάποια σκουπιδάκια που είχε. Έπειτα το πήγαιναν στη λανάρα.

Η λανάρα ήταν δυο σανίδια με πυκνά σύρματα ή καρφιά καρφωμένα στην επιφάνειά τους. Ας πούμε σα δυο μεγάλες συρμάτινες βούρτσες. Το ένα απ’ αυτά ήταν σταθερό και το τοποθετούσαν με τα σύρματα προς τα πάνω. Το άλλο είχε μια λαβή απ’ όπου το κρατούσαν οι γυναίκες και το χρησιμοποιούσαν με τα σύρματα προς τα κάτω.

Στο σταθερό τμήμα της λανάρας έβαζαν μικρές τούφες από τα μαλλί που είχαν ξάσει και με το άλλο το τραβούσαν έτσι όπως χτενίζουμε τα μαλλιά μέχρις ότου οι ίνες του μαλλιού να γίνουν παράλληλες. Τότε το έβγαζαν μικρές μικρές τούφες. Το μαλλί αυτό ήταν έτοιμο για γνέσιμο. Το γνέσιμο γινόταν με τη ρόκα και το αδράχτι.

Στη ρόκα που ήταν μια διχαλωτή βέργα έβαζαν τις τούφες από το μαλλί.

Το αδράχτι ήταν ένα κυλινδρικό ξύλο που στη μέση ήταν πιο χοντρό και στις άκρες ήταν στην κάτω μυτερό για να μπορεί να γυρίζει και στην πάνω είχε ένα αυλάκι σα βίδα για να μπορεί να κατευθύνει την κλωστή να τυλίγεται. Στο κάτω μέρος το αδράχτι είχε το “σφιντίλι” Αυτό ήταν ένα στρόγγυλο ξυλάκι με μια τρύπα στη μέση για να περνάει από κει το αδράχτι. Αυτό το έβαζαν για να γυρνάει καλύτερα το αδράχτι. Έβαζαν μια κλωστή και στην άκρη της τύλιγαν λίγο μαλλί. Στη συνέχεια, γύριζαν δυνατά το αδράχτι όπως γυρίζουμε τη σβούρα και έτσι λίγο λίγο το μαλλί περιστρέφονταν και γίνονταν κλωστή.

Όταν γέμιζε το αδράχτι έπρεπε να βγάλουν την κλωστή για να μπορέσουν να γνέσουν κι άλλο.

Γι’ αυτό είχαν το τ(υ)λιγάδι. Κι αυτό όπως και η ρόκα ήταν μια διχαλωτή βέργα μόνο που στην άλλη άκρη του είχε μια τρύπα όπου έβαζαν κάθετα ένα μικρό ξυλάκι. Το μαλλί από το αδράχτι το τύλιγαν στο τ(υ)λιγάδι στη διχάλα της κορυφής και στο ξυλάκι της βάσης. Αν δεν είχαν τ(υ)λιγάδι μπορούσαν να το κάνουν και με τα χέρια τους χρησιμοποιώντας τη διχάλα που σχηματίζει ο αντίχειρας και ο δείκτης με τον αγκώνα. Έτσι η κλωστή γινόταν μια κουλούρα. Αυτή θα πήγαινε στην ανέμη και με τη τσιγκρίκα (ροδάνι) θα τυλιγόταν στα μασούρια για να πάει για ύφανση.

Η κουλούρα που είχε γίνει η κλωστή στο τ(υ)λιγάδι έπρεπε να τυλιχτεί στα μασούρια. Έμπαινε λοιπόν στην ανέμη που μπορούσε να περιστρέφεται γύρω από έναν κάθετο άξονα και μαζευόταν στα μασούρια. Τα μασούρια ήταν μικρά κυλινδρικά καλάμια περίπου 15 εκατοστά που ήταν τρύπια κατά μήκος. Τα μασούρια αυτά γύριζαν με τη βοήθεια της τσιγκρίκας και η κλωστή τυλίγονταν γύρω από το μασούρι.

Η τσιγκρίκα ήταν μια ρόδα που γύριζε με το χέρι γύρω από ένα άξονα. Έτσι που γύριζε μετέδιδε την κίνηση με ένα σκοινί στο μασούρι κι έτσι τυλιγόταν η κλωστή. Τα μασούρια τώρα ήταν έτοιμα να πάνε για να χρησιμοποιηθούν στον αργαλειό.

'Ο ΑΡΓΑΛΕΙΟΣ'

Aποτελείται απο δυο ξύλα οριζόντια και παράλληλα.Από κάθε άκρη των ξύλων εξέχουν προς τα πάνω δυο ξύλα που είναι οι υποδοχές των αντιών. Στο πισάντι είναι τυλιγμένοστην τυλιχταρού το στημόνι και στο μπροστάντι μαζεύεται το υφάδι. Στη μέση ορθώνονται πάλι δύο ψηλότερα ξύλα,που προορίζονται για να στηρίξουν το ξυλότεχνο και τα μιτάρια. Απο κάθε μιτάρι κρέμεται μια πατήθρα,που πατώντας την εναλλάξ η υφάντρα,έχει το άνοιγμα του στιμονιού στα δύο. Άλλα εξαρτήματα του αργαλείου είναι η απλώστρα,το στριφτάρι,το τριβέλι και οι καρλόψυχες. Ο αργαλειός έπρεπε να κατασκευαστεί απο έμπειρο και μερακλή τεχνίτη για να πηγαίνει καλά το υφαντό. Μετά απο όλη αυτή την κοπιαστική διαδικασία φτάνει η υφάντρα στην κύρια δουλειά του αργαλειού. Ανάλογα με το κομμάτι που θα υφάνει διαλέγει και το σχέδιο.Οι σχεδιαστές,απλοί άνθρωποι με κάποια καλλιτεχνική φλέβα,αποτυπώνουν το σχέδιο σε χαρτί με τετραγωνάκια. Κάθε τετραγωνάκι και μια αράδα και πίσω από το σχέδιο γραμμένες με ακρίβεια οι αποχρώσεις και οι οκάδες που χρειάζεται το μαλλί για να γίνει.

Για τον αργαλειό θα πούμε ποια ήταν τα εξαρτήματά τους και συγχρόνως θα περιγράφουμε και τη χρήση τους

Το αντί

Βρισκόταν στο μέρος που καθόταν η υφάντρια. Ήταν ένα κυλινδρικό ξύλο που είχε κατά μήκος του μια σχισμή απ’ όπου περνούσε το υφάδι. Στην άκρη του είχε τρύπες όπου η υφάντρια τοποθετούσε ένα ξύλο το σφίχτη για αντίσταση και το στερέωνε για να μην περιστρέφεται

Το πισαντί

Βρισκόταν στην άλλη άκρη του αργαλειού απ’ αυτήν που καθόταν η υφάντρια και είχε τυλιγμένο το στημόνι δηλαδή οι μακριές κλωστές που θα πλέξουν με τις κλωστές που θα χρησιμοποιήσει η υφάντρια για να κάνουν το πανί. Η διαφορά του με το αντί είναι ότι αυτό δεν έχει τη σχισμή κατά μήκος του.

Το στημόνι

μετά το πισαντί και πηγαίνοντας προς την υφάντρια είχε δυο βέργες τοποθετημένες ανάμεσα στις κλωστές του για να μπορεί να ανοίγει καλύτερα και να περνάει η γυναίκα τη σαΐτα. Τα ξύλα αυτά λέγονταν σταυρόβεργες και εμπόδιζαν τις κλωστές να μπερδευτούν.

Τα μιτάρια

Στη συνέχεια οι κλωστές από το στημόνι περνούσαν από τα μιτάρια. Η λέξη αυτή μας θυμίζει το μίτο της Αριάδνης δηλαδή το κουβάρι της κλωστής. Αυτά ήταν ζευγάρια και ήταν κατασκευασμένα ως εξής : σε δυο παράλληλες σιδερένιες βέργες περνούσαν θηλιές που έμπλεκαν μεταξύ τους όπως δείχνει το παρακάτω σχήμα

Οι κλωστές του στημονιού περνούσαν έτσι ώστε να μπλέκονται και με τις δύο θηλιές. Αυτό γινόταν έτσι ώστε να μπορούμε να τα κατευθύνουμε όταν θέλουμε προς τα πάνω και όποτε θέλουμε προς τα κάτω. Όπως είπαμε τα μιτάρια ήταν ζευγάρι. Έτσι οι κλωστές περνούσαν εναλλάξ οι μισές από το ένα μιτάρι και οι μισές από το άλλο. Τα μιτάρια κρέμονταν από πάνω από τον αργαλειό με δυο καρούλια για να μπορούν να μετακινούνται πάνω-κάτω. Από την κάτω πλευρά ήταν συνδεδεμένα με δυο ξύλα σαν τα πετάλ του αυτοκινήτου που λέγονταν πατήθρες και η υφάντρια μπορούσε με το πάτημα του ποδιού της να ανεβάζει πότε το ένα και πότε το άλλο μετακινώντας αντίστοιχα και τις κλωστές του στημονιού τις μισές πάνω και τις μισές κάτω. Αυτό γινόταν εναλλάξ έτσι ώστε με τη μετακίνηση αυτή να μπλέκει το στημόνι με την κλωστή του μασουριού και να γίνεται το ύφασμα. Μετά τα μιτάρια ήταν το χτένι. Το χτένι ήταν σα χτένα μόνο που ήταν κλειστό από και τις δύο πλευρές. Δηλαδή ανάμεσα σε δυο παράλληλα ξύλα τοποθετούσαν μικρά καλάμια αρκετά πυκνά έτσι ώστε να αφήνουν μικρές σχισμές ίσα ίσα να περνάνε οι κλωστές του στημονιού. Αυτό στηριζόταν στο ξυλόχτενο. Δυο κάθετα σανίδια ενώνονταν με το κάτω μέρος του ξυλόχτενο που ήταν σταθερό. Το πάνω μέρος μετακινούνταν έτσι ώστε να μπορούμε να τοποθετήσουμε ανάμεσα το χτένι. Τα δυο ξύλα του ξυλόχτενο είχαν κατά μήκος τους μια σχισμή, σα συρτάρι για την καλύτερη τοποθέτηση του χτενιού. Τα κάθετα ξύλα στερεώνονταν σε ένα άξονα που βρισκόταν πάνω στον αργαλειό και έτσι το χτένι μπορούσε να κινείται σα μια κούνια. Όταν λοιπόν η υφάντρια κουνούσε με τα πόδια της τις πατήθρες, τα μιτάρια ανεβοκατέβαιναν και μαζί τους ανεβοκατέβαιναν ανάλογα και οι κλωστές του στημονιού έτσι ώστε οι μισές ήταν προς τα πάνω και οι μισές προς τα κάτω. Έτσι άφηναν ένα άνοιγμα μεταξύ τους. Τότε πετούσαν τη σαΐτα με το μασούρι και έτσι ξετυλιγόταν η κλωστή ανάμεσα στις κλωστές του στημονιού. Με το χτένι χτυπούσε την κλωστή αυτή έτσι ώστε να έρθει πολύ κοντά (σφιχτά) το υφασμένο κομμάτι. Έπειτα ανεβοκατέβαζε και πάλι με τις πατήθρες τα μιτάρια έτσι ώστε να αλλάξουν οι κλωστές του στημονιού θέση. Αυτές που ήταν πάνω κατέβαιναν και ανέβαιναν αυτές που ήταν κάτω. Έτσι πλέκονταν με την κλωστή που πέρασε η υφάντρια. Αναφέραμε για τη σαΐτα Αυτή ήταν σα μικρή βάρκα που ήταν ανοιχτή κι απ’ τις δυο πλευρές. Κατά μήκος της είχε ένα σύρμα όπου περνούσαν το μασούρι με την κλωστή. Αυτό το σύρμα το έβαζαν στην ειδική θέση της σαΐτας και το ασφάλιζαν με ένα μικρό ξυλάκι για να μη μπορεί να βγαίνει. Στην πλευρά της είχε μια τρύπα απ’ όπου έβγαινε η κλωστή. Στην άκρη του υφασμένου πανιού έβαζαν ένα σίδερο που αποτελούνταν από δυο κομμάτια και μπορούσαν να μεταβάλουν το μήκος του και λεγόταν ξίγκλα (τεντώστρα). Μ’ αυτό κρατούσαν τεντωμένο το πανί κι έτσι μπορούσαν να υφαίνουν καλύτερα και ευκολότερα. Το υφασμένο πανί περνούσε μέσα από τη σχισμή που είχε το αντί έτσι ώστε να είναι τεντωμένο το στημόνι και το πανί και να μπορεί να γίνει η ύφανση. Όταν η ύφανση προχωρούσε, τότε έβγαζαν το μεγάλο ξύλο που ασφάλιζε το πίσω αντί έβγαζαν και το σφίχτη από το αντί και μάζευαν το πανί γυρίζοντας το αντί και το πίσω αντί. Τα δεσίματα γίνονταν όταν τελείωνε το υφαντό και έκοβαν τις κλωστές. Μετά έπαιρναν δυο - δυο τις κλωστές και τις δένανε σταυρωτά (σταυρόκομπος)

Βαφή του νήματος

Η προεργασία συνεχιζόταν με το βάψιμο του νήματος σε καζάνι ( που το έιχαν μόνο για αυτό το σκοπό ), μέσα στο οποίο έβραζαν οι φυτικές ίνες οι οποίες ήταν κατάλληλες για να δώσουν το χρώμα που ήθελαν να έχει το υφαντό. Τα μυστικά αυτής της βαφής τα γνώριζαν οι οι ηλικιωμένες γυναίκες, οι οποίες και τα μετέδιδαν στις νεώτερές τους. Έτσι, το μαύρο χρώμα γινόταν με τις φλούδες του σκλήθρου. Το γαλάζιο με ρίζες από λάπατα. Το καφέ με χλωρά καρυδόφλουδα ή κρεμμυδόφλουδα ή την καπνιά του φούρνου. Το μπλέ με λουλάκι. Το κίτρινο με κρεμμυδόφυλλα ή ή φλούδες αγριοαχλαδιά ή μουριάς. Το μπεζ με φλούδες από καρύδι και λίγο ξύλο κορομηλιά ή βελανίδια . Το μελί με κρεμμυδόφυλλα και το πράσινο με τη μολόχα, μ’ ένα φυτό την χίμελη το πράσινο. Για τη βαφή όπως είπαμε χρησιμοποιούσαν το πρώτο νερό που έπλυναν το μαλλί (ρύπος).

Τα Παλαιοχωρινά παραδοσιακά σχέδια ζωγραφιές και χειροτεχνίες.

Αυτές γίνονται σε χαλιά, μπάντες, κιλίμια και τρόκνιες. Ονομασίες όπως «μόρκος, μινάδινα, βελγιώτικο, ήλιοι, πυκνή τριανταφυλλιά, αλυσίδα, ρόκα, τριανταφυλιές, αγγελάκι, βοσκοπούλα, χορός των Μουσών, η νύφη και το άρμα του ήλιου, ζαρκάδι, λιοντάρι, κρικέλα, το μοναστηράκι», κ.α. χαρακτηρίζουν τα συνήθη θέματα των υφαντών. Στον αργαλειό γίνονται και οι κουρελούδες. Τα παλιά ρούχα δηλαδή τα κόβουν σε στενές λωρίδες, τα κάνουν κουβάρια και τα υφαίνουν. Ανάλογα με τα χρώματα των ρούχων φτιάχνουν διάφορα σχέδια στις κουρελούδες.

Στο χωριό υπάρχει και το Καλλιτεχνικό Εργαστήρι του Γυναικείου Αγροτουριστικού Συνεταιρισμού «ΘΕΟΦΥΛΑΚΤΟΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ» στο Παλαιοχώρι όπου υφαίνονται τα παραπάνω σχέδια(βλ. Πολιτισμός)

[Επεξεργασία] Γαστρονομία

Ορισμένα παραδοσιακά φαγητά του Παλαιοχωρίου είναι:

  • Τα Τσιγαρίδια και Η Λίγδα Το λίπος του γουρουνιού λιώνει μέσα σε ένα καζάνι στη φωτιά, συγκεντρώνεται σε πήλινα πιθάρια, πάγωνει και γίνεται η λίγδα (το βούτυρο της χρονιάς). Ότι απέμενε άλιωτο από το λίπος, τσιγαρίζεται και γίνεται τα τσιγαρίδια,
  • Κρασοπαπάρα νερό , κρασί και ψωμί ,
  • Παστός μικρό μέρος του λίπους αλατίσμένο (μεζές) ,
  • Κρέας χοιρινό με ντόπιο καρπολάχανο (λάχανο),
  • Πατσά με κεφάλι και πόδια χοιρινά ,
  • Μπομπάρι χοιρινές κοιλιές και έντερα(βρασμένα και λιασμένα) γεμιστά με ρύζι ,συκωτάκια και κρεας ψιλοκομένο ,
  • Μπομπότα πίτα με καλμποκίσιο αλεύρι , λίγα τραχανά και τσιγαρίδια ,
  • Κατσιαμάκι κουρκούτι από καλαμποκίσιο αλεύρι συνοδεύομενο με αλμυρό κρέας(πλευριμιές) ή μέλι
  • Οματές τα πάχια χοιρινά έντερα χημένα στη χόβολη
  • Λουβίδια, κρέας χοιρινό αλμυρό με ξερά φασόλια,
  • Γιαπράκια, κομμάτια κρέας και παστό αλμυρά με ρύζι και τραχανά τυλιγμένα με φύλλα από τουρσί λάχανο σαν λαχανοντολμάδες,
  • Τραϊ, γίδα βραστή με πατάτες ή ζυμαρικά (μανέστρα),
  • Κεφάλι γουρουνιού στο φουρνο με δαμάσκηνα, κυδώνια , κρεμύδια , πατάτες και μυρωδικά,
  • Ψιρούκια και "Κουσιάφια"
  • Λουκάνικα, χοιρινά ορεκτικά, παραδοσιακές πίτες(κολοκυθόπιτα,συκωτόπιτα κ.α.) και γλυκά.

[Επεξεργασία] Έθιμα και εκδηλώσεις

  • Στο τέλος του γάμου όλοι πλήν της νύφης , τραγουδάνε και χορεύουν αργά και κυκλικά. Σέ κάποια σημεία του τραγουδιού κραυγάζουν(ουίντε,εεε κ.α.).Στην αγκαλιά του ο πρώτος έχει το "κλίκι"(σαν στρόγγυλο τσουρέκι) με το το τέλος του τραγουδιού κομματιάζουν το "κλίκι" και πετάνε τα κομάτια στον αέρα για να μπρορέσουνε να έχουν όλοι από ένα μικρό κομματάκι:
Τ΄ου Κλίκ΄ι
Μεσ΄της νύφης τα λουλούδια τρία πουλάκια κελαηδούσαν
το ΄να λέει τ΄άλλο κλαίει τ΄άλλο κελαηδεί και λέει :
Να ΄χα μάνα της καρδιάς μου
και πατέρα της ψυχής μου
κι αδελφό της αγκαλιάς μου.
Τώρα του γαμπρού η μάνα περ΄φανεύετε και λέει :
΄γω 'χω γιο και άλλη δεν έχει,
΄γω ΄χω δένδρο στην αυλή μου κυπαρίσσι στη γωνιά μου.
Κάθεται κι η μοίρα επάνω και μοιράζει και ταιριάζει και βαριά αναστενάζει.
Βρέ πανάθεμά σε μοίρα όπου δεν μοιράζεις ίσια
στα καλά τα παλικάρια δίνεις άσχημα κοριτσιούδια και
στα όμορφα τα κοριτσιούδια δίνει άσχημα παιδούδια
  • Η Τσιγαριδογιορτή είναι το παραδοσιακό γλέντι στην πλατεία του χωριού. Συνήθως σερβιρίζονται η ομώνυμη τοπική νοστιμιά (τσιγαρίδια) , ψητές «μήρες»(χοιρινά παϊδακία και μπριζόλες) και χωριάτικα λουκάνικα συνοδευόμενα από τοπικό άφθονο κόκκινο κρασί , ρετσίνα και τσίπουρο.
  • Τα "Χελιδονίσματα" την 1η Μαρτίου . Τα παιδιά ξεχύνονται στους δρόμους του χωριού κουνώντας ένα ραβδί όπου έχει στερεωθεί ένα ξύλινο χελιδόνι με κουδουνάκι στο λαιμό τραγουδούν την :
'"Χελιδόνα"'
Η χελιδόνα έρχεται
από την Μαύρη θάλασσα
φέρνει φέρνει άνοιξη
μαζί με καλοκαίρι
Μάρτης μας ήρθε
καλώς μας ήρθε
και τα ζώα χαίρονται
έξω ψύλοι ποντικοί
μέσα υγεία και χαρά
και το Πάσχα με υγειά
να μας δώσετε πέντε αυγά
και άλλα τόσα την Πασχαλιά ,

κρατούν ένα καλάθι πηγαίνουν απο σπίτι σε σπίτι μαζεύοντας αυγά, φασόλια & χρήματα και μοιράζουν τους γνωστούς "Mάρτηδες" (στριφτό νήμα από κόκκινη και άσπρη κλωστή) για να μη μας "πιάνει" ο Μάρτης.

  • Την τρίτη ημέρα του Πάσχα στον χώρο του παλιού ναού (κοιμητηριακός) του Αρχαγγέλου Μιχαήλ τελείται τρισάγιο και στην συνέχεια στήνεται χορός στον οποίο συμμετέχουν εκατοντάδες Παλαιοχωρινοί και επισκέπτες. Ο χορός και το έθιμο λέγεται 'του χαλκού τ΄αλώνι' και αναπαριστά την σφαγή. Ο χορός είναι καγκελευτός αργόσυρτος, πάνω στα συρτά και διστακτικά βήματα των καταδικασμένων σε θάνατο. Το τραγούδι είναι γεμάτο υπονοούμενα για την πολυπόθητη λευτεριά, καθώς για πολλά χρόνια μετά, το έθιμο γινόταν με την παρουσία των τούρκων και τα πράγματα δεν μπορούσαν να ειπωθούν ανοιχτά.
Του Χαλκού τ΄Αλώνι
Μεσ΄του χαλκού τ΄αλω-νω-νι το μαρμαρινό,
παίζουν (συ)μάδα παι-ναι-ζουν γιός και βασιλιάς
Κανείς και δεν την παι-ναι-ζει σαν τον Κυρ-γιαννή ,
ο ήλιος και ο Γιαννάκης στοίχημα βάζουν,
Βάζουν στοίχημα βα-ά-ζουν στα κεφάλια τους ,
το ποιός θα πάει πρω-νω-τος στη μανούλα του
Ο ήλιος πάει στη μα-ά-να τ΄και βραδιάστηκε,
και ο Γιάννης εβραδιά-α-σθει στο μισοστρατί.
Περνούσαν οι διαβάτες και το έκλειγαν,
και τα καλά κορίτσια το μοιριολογούν.
Γιάννη μου να ΄χες μα-ά-να να ΄χεις αδελφή ,
να ΄χες καλή γυναι-αί-κα να ΄ρθει να σε δεί.
Τον λόγο δεν τον είπε δεν τον έσωσε ,
να και μανα τ΄, να και αδερφή να και καλή γυναίκα που ΄ρθε να τον δεί.
με δυό παιδιά στα χε-έρια κι ένα στη κοιλιά ,
κι η μάνα του τον κλαίει και το μοιριολογεί.
Δε σ΄έλιγα εγώ Για-ά-ννη μ΄δε σ΄ορμήνευα ,
στους χίλιους να μην πάγεις και στους εκατό.
Δεν ήταν μάνα μ΄χι-ί-λνοι ούτε κι εκατό ,
μον΄ήταν τρείς χιλιάδες κι όλο Αρβανιτιά
Ήταν και τ΄άλογα-α τους παιχνιδιάρικα ,
στα μάρμαρα πατού-ου-σαν κι έβγαζαν νερό ,
στους κάμπους περπατούσαν και κουρνιάχτιζαν.

ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΤΟ

'ΛΑΛΗΣΕΙ ΚΟΥΚΙ Μ΄'
Λάλησει κούκι μ΄ λα-μωρ-λάλησειν όπως λαλούσεις πρώτα
Γιε μ΄τι να λαλη-, γιε μ΄τι να λαλη-, γιε μ΄τι να λαλήσω μάτια μ΄τι να πώ.
Τί να λαλήσω μάτια μ΄τι να πώ , τι να σας μολογήσω.
Γιέ μ΄ήρθε η α-, γιέ μ΄ήρθε η α- , γιέ μ΄ήρθε η άνοιξη μάτια μ΄πικρή.
Ήρθε η άνοιξη μάτια μ΄πικρή , το καλοκάιρι μαύρο.
Γιέ μ΄και το μισό-, γιέ μ΄και το μισό-, γιέ μ΄και το μισό- μάτια μ΄- καλόκαιρο.
Και το μισό-μάτια μ΄-καλόκαιρο μαύρο φαρμακωμένο
Γιέ μ΄λαλούν τ΄αηδό-, γιέ μ΄λαλούν τ΄αηδό-, γιέ μ΄λαλούν τ΄αηδόνια μάτια μ΄ στις φωλιές .
Λαλούν τ΄αηδόνια μάτια μ΄στις φωλιές οι πέρδικες στα πλάγια.

[Επεξεργασία] Έθιμα σχετικά με γιορτές ορθόδοξων αγίων

Την παραμονή της γιορτής του Άγιου Ιωάννη, στις 21 Ιουνίου, οι νέοι μαζεύονταν στις γειτονιές του χωριού με γέλια και τραγούδια, άναβαν μεγάλες φωτιές με ξύλα και κλαδιά που μάζευαν νωρίτερα, και όταν λιγόστευαν οι φλόγες πηδούσαν πάνω από τη φωτιά λέγοντας «Άη Γιάννη Πρόδρομε, η σντρίγα να καεί κι γώ να μην καώ».

Στη γιορτή του Αγίου Αθανασίου του Αθωνίτη, στις 5 Ιουλίου, πανηγυρίζει ο ομώνυμος ναός του Παλαιοχωρίου. Αυτή η γιορτή καθιερώθηκε, επειδή τα παλιά χρόνια ο ναός αυτός ανήκε στη μονή Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους, η διοίκηση της οποίας δώρισε το ναό και την γύρω περιοχή στο Παλαιοχώρι. Την παραμονή γίνεται εσπερινός. Τη μέρα της γιορτής τελείται πανηγυρική θεία Λειτουργία και γίνεται περιφορά των εικόνων. Ακολουθεί παραδοσιακό "κουρμπάνι". Το φαγητό είναι πατάτες ή φασολάκια με τραΐ βρασμένο σε μεγάλα καζάνια , συνοδεύεται με κρασί και ακολουθεί γλέντι.

Στην γιορτή του Αγίου Φανουρίου στις 27 Αυγούστου , στο ομώνυμο εξωκλήσι, οι κοπέλες του χωριού με τη «φανουρόπιτα» στα χέρια κάνουν τάμα και περιμένουν το βράδυ να τους φανερωθεί ο γαμπρός.

Την Πρώτη Κυριακή του Οκτωβρίου γίνεται ιερή πανήγυρις και λιτανεία της ιερής εικόνας της Παναγίας της Γοργοεπηκόου (μοναδικό αντίγραφο της της αντίστοιχης θαυματουργής εικόνας της Μονής Δοχειαρίουτου Αγίου Όρους)

Στις 8 και 9 Νοεμβρίου γιορτή των πολιούχων του χωριού μας των Παμμεγίστων Ταξιαρχών Μιχαήλ και Γαβριήλ πραγματοποιήτε μεγάλο παραδοσιακό πανηγύρι και λιτάνευση της θαυματουργής εικόνας του Αρχαγγέλου Μιχαήλ.

[Επεξεργασία] Το Πάσχα

Το Πάσχα γιορτάζεται με μεγάλη λαμπρότητα και με έντονα παραδοσιακό τρόπο. Με γλέντια, με δημοτικούς χορούς και τραγούδια, με ειδικές εκδηλώσεις και πατροπαράδοτα έθιμα, με κατσίκια στις σούβλες και κοκορέτσια, όπως σε ολόκληρη την Ελλάδα.

Τη Δευτέρα του Πάσχα (γιορτή του Αγίου Γεωργίου) υπήρχε το τοπικό έθιμο να ζυγίζονται όλοι οι κάτοικοι του χωριού με το καντάρι.

Την Τρίτη του Πάσχα υπάρχει το έθιμο "του Χαλκού τ΄Αλώνι".

[Επεξεργασία] Δωδεκαήμερο

Με τη γιορτή των Χριστουγέννων ξεκινά μια περίοδος εορτασμού δώδεκα ημερών, το γνωστό Δωδεκαήμερο, που τελειώνει με τον εορτασμό των Θεοφανίων. Στις παραμονές των εορτών που σηματοδοτούν το Δωδεκαήμερο (Χριστούγεννα, Περιτομή ή Αγίου Βασιλείου, Φώτα) ψάλλονται τα "Κόλιντα" από μικρές ομάδες, κυρίως παιδιών.

  • Κόλιντα (Κάλαντα), έθιμο που διατηρείται αμείωτο ακόμα και σήμερα με τα παιδιά να γυρνούν από σπίτι σε σπίτι 2 μαζί ή και περισσότερα και να τραγουδούν τα κάλαντα συνοδεύοντας το τραγούδι τους με το τρίγωνο. Λέγονται την παραμονή των Χριστουγέννων, ανήμερα της Πρωτοχρονιάς (Σούρβα) και τα Φώτα και είναι διαφορετικά για κάθε γιορτή. Τα παιδιά χτυπούν την πόρτα του κάθε σπιτιού και ρωτούν: «Να τα πούμε;». Αν η απάντηση από τον νοικοκύρη ή την νοικοκυρά είναι θετική, τότε τραγουδούν τα κάλαντα για μερικά λεπτά τελειώνοντας με την ευχή «Και του Χρόνου. Χρόνια Πολλά». Ο νοικοκύρης τα ανταμοίβει με κάποιο χρηματικό ποσό, ενώ παλιότερα τους πρόσφερε μελομακάρονα ή κουραμπιέδες , φρούτα , καραμέλες και λουκάνικα τα οποία τα περνούσαν στίς "Σούγκλες" (σούβλα από ξύλο κρανιάς μια μακριά μυτερή βέργα που κατέληγε σε ένα χερούλι με δυο κυκλικές υποδοχές για το χέρι).

Επίσης στην γιορτή του Αγίου Στεφάνου στις 27 Δεκεμβρίου , σφάζουν σε κάθε σπίτι το Χριστουγεννιάτικο παραδοσιακό γουρούνι. Τίποτα δεν πήγαινε χαμένο από το χοίρο των Χριστουγέννων, για κάθε κομμάτι του ζώου υπήρχε κάποια χρήση π.χ. από το τομάρι κατασκεύαζανε τα παπούτσια τους που λεγότανε τσαρβούλια. Ακόμα κι αυτή η ουροδόχος κύστη, η «φούσκα» όπως λέγεται, πλυνόταν και καθαριζόταν και μετά φουσκωνόταν και γινόταν μπάλα, πολύτιμο δώρο για τα παιδιά της εποχής εκείνης.

[Επεξεργασία] Τοπική οργάνωση

[Επεξεργασία] Πολιτισμός

Στο Παλαιοχώρι από το 1968 έχει την έδρα του ο Σύλλογος Εργοδηγών και Επιστατών μεταλλείων Κασσάνδρας «Οι Ταξιάρχαι».

Το 1974 ιδρύεται η Πολιτιστική Εταιρεία Παλαιοχωρινών, η αρχαιότερη στο νομό Χαλκιδικής με συνεχή δράση.

Υπάρχει ακόμα η χορωδία του χωριού, ο Σύλλογος Απανταχού Παλαιοχωρινών, τμήμα της ομογενειακής οργάνωσης ΑΧΕΠΑ «Οι Φαιστυάδες», κ.α.

Στο χωριό υπάρχει και το καλλιτεχνικό εργαστήρι του Γυναικείου Αγροτουριστικού Συνεταιρισμού Παλαιοχωρίου «ΘΕΟΦΥΛΑΚΤΟΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ» , το οποίο ασχολείται κυρίως με τους τομείς της υφαντικής, του ραψίματος ελληνικών παραδοσιακών στολών, του ασπροκεντήματος και της παρασκευής γλυκών κουταλιού και παραδοσιακών εδεσμάτων. Ο συνεταιρισμός σήμερα απασχολεί 25 γυναίκες. Το εργαστήριο βρίσκεται επί της κεντρικής οδικής αρτηρίας Θεσσαλονίκης-Αγίου Όρους.

[Επεξεργασία] Αθλητισμός

Στο Παλαιοχώρι υπάρχουν οι κάτωθι αθλητικοί σύλλογοι :

  • Ο Άρης Παλαιοχωρίου , Η παλαιά ομάδα ποδοσφαίρου του Άρη Παλαιοχωρίου πήρε την αρχική της μορφή τη δεκαετία του 1920. Ιδρύθηκε επίσημα με καταστατικό το 1953. Κέρδισε το πρωτάθλημα Χαλκιδικής στην Α΄ Κατηγορία 3 φορές, κατέκτησε 3 φορές το κύπελλο. Η παιδική ομάδα κέρδισε το 1996 το πρωτάθλημα Χαλκιδικής.
  • ο Μ.Γ.Σ. Παλαιοχωρίου με τμήματα γυμναστική και στίβου και πολλες διακρίσεις στα Παννελήνια πρωταθλήμτα
  • ο Α.Σ. Χαβρίας Παλαιοχωρίου , με τμήματα ποδοσφαίρου και καλαθοσφαίρισης .

[Επεξεργασία] Υγεία

To Κέντρο Υγείας Παλαιοχωρίου του ΕΣΥ εξυπηρετεί όλους τους κατοίκους της Βόρειας Χαλκιδικής.

Υπάρχει Αγροτικό Ιατρείο και φαρμακείο .

[Επεξεργασία] Εκπαίδευση

Στο χωριό υπάρχει γυμνάσιο, 6/θέσιο δημοτικό, 2/θέσιο νηπιαγωγείο και παιδικός σταθμός.

[Επεξεργασία] Οικονομία

Η βασική ασχολία των κατοίκων από ιδρύσεως μέχρι και σήμερα είναι τα μεταλλεία (μεταλλωρύχοι). Στην περιοχή η μεταλλευτική δραστηριότητα υπάρχει στα Μεταλλεία Κασσάνδρας Στρατώνι - Στρατονίκη - Ολυμπιάδα όπου υπάρχουν μεταλλεύματα μεικτών θειούχων, σιδυροπιρίτη, χρυσού κ.α. και στις Σκουριές με κοιτάσματα χαλκού, χρυσού κ.α.

Το χωριό παράγει κυρίως αγροτικά προϊόντα, όπως πατάτες, λάχανα, φασόλια και σιτάρι. Η κτηνοτροφία είναι επίσης ανεπτυγμένη, με κυριότερο τομέα τα αιγοπρόβατα και την οικόσιτη χοιροτροφία.

Για τις οικονομικές συναλλαγές υπάρχει υποκατάστημα τράπεζας .

Για την διαμονή σας υπάρχουν ξενοδοχείο , αγροτουριστικά καταλύματα , πολλά ενοικιαζόμενα παραδοσιακά σπίτια και δωμάτια.

[Επεξεργασία] Παραπομπές

  1. Χάρτες: J.B. D'Anville (1741), G. Delisle (1700), J.C. Weigel (1720)
  2. «[...]εστί και εν Άθω άλλη Χαλκίς ώς Εύδοξος Τέταρτω μετά δε τον Αθω μέχρι Παλλήνης η επί θάτερα πεποίηκε κόλπον βαθύν και πλατύν Χαλκίδα επονομαζόμενον[...]», Στεφ. Βυζάντιος, Εθνικά Μέγα Γεωγραφικό Λεξικό. Συλλογή Εθνικής Χαρτοθήκης.
  3. «[...]πρωτεύουσα της εν Θράκη Χαλκιδικής Χερσονήσου πολλά παθούσα επί του Πελοπονησιακού πολέμου[...]», (Θουκ. Β58), Λεξικόν της Αρχαιολογίας, Αλ. Ραγκαβής, 1891. Συλλογή Εθνικής Χαρτοθήκης.
  4. Πτολεμαϊκoί χάρτες, Ρώμη, 1490.
  5. Χάρτης, Βενετία 1449, ιδιοκτησία του Πανεπιστημίου του Σικάγου. Κωδ. 388, Μαρκιανή Βιβλιοθήκη.
  6. «[...]τέταρτη της Ερασινίων προς τη Θράκη, το εθνικόν Αρναίος, το θηλυκόν Αρναία[...]», (Θουκ. IV 103), Στεφ. Βυζάντιος, Εθνικά Μέγα Γεωγραφικό Λεξικό, 17/9/1942 χρονικό Μητρ. Σωκράτους
  7. Χάρτης, Πανεπιστήμιο του Τέξας, 1856.
  8. Χάρτης POCOCKE, 1755. Συλλογή Εθνικής Χαρτοθήκης
  9. Χάρτης J.B. Tardieu, 1825. Συλλογή Εθνικής Χαρτοθήκης.
  10. Κολοβός Α. Ηλίας, Χωρικοί και μοναχοί στην Οθωμανική Χαλκιδική, 15ος - 16ος αιώνας, διδακτορική διατριβή, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Φιλοσοφική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη, 2000

[Επεξεργασία] Σύνδεσμοι