Οι αρχαίοι Γνωστικοί

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Πίνακας περιεχομένων

[Επεξεργασία] Η ΓΝΩΣΤΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ

[Επεξεργασία] Πηγές (εκτός των κειμένων του Ναγκ Χαμαντί)

Μέχρι την ανακάλυψη των χειρογράφων του Ναγκ Χαμαντί είχαμε στη διάθεσή μας σχετικώς λίγα πρωτότυπα κείμενα, τα οποία θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως γνωστικά. Πρόκειται για τα κείμενα του κώδικα Ascew (Πίστις Σοφία) και του κώδικα Brucianus (τα δύο βιβλία του Ιεού), σωζόμενα στην Κοπτική, καθώς τα κείμενα του κοπτικού παπύρου Berolinensis 8502 (Ευαγγέλιο της Μαρίας, Απόκρυφο του Ιωάννη, Σοφία Ιησού Χριστού), ο οποίος, αν και ήταν γνωστός από το 1896, δεν εκδόθηκε παρά μόνο το 1955. Επίσης, ορισμένα από τα κείμενα του Corpus Hermeticum μπορούν να θεωρηθούν σε ένα ευρύ πλαίσιο γνωστικά (ιδιαίτερα ο Ποιμάνδρης). Το ίδιο ισχύει για έργα όπως οι Ωδές Σολομώντος, οι Πράξεις Ιωάννη, οι Πράξεις Θωμά (με τον περίφημο Ύμνο του μαργαριταριού). Αρκετές γνώσεις και χωρία αντλούσαμε μέσω της αντιαιρετικής γραμματείας των Πατέρων της Εκκλησίας (Ιουστίνος ο Μάρτυς, Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, Ειρηναίος, Ωριγένης, Επιφάνειος, Τερτυλλιανός). Χάρη σ’ αυτούς είχαμε στη διάθεσή μας χωρία από τα κείμενα του Ιουστίνου του Γνωστικού, των Ναασσηνών, του Σίμωνα του Μάγου, την επιστολή του Πτολεμαίου στη Φλώρα, αποσπάσματα από το υπόμνημα του Ηρακλέωνος, αποσπάσματα του Βαλεντίνου κ.ά. Στην ευρύτερη παράδοση του Γνωστικισμού μπορούν να ενταχθούν και τα κείμενα των Μανδαίων, γραμμένα στην Αραμαϊκή, τα οποία έλκυσαν την προσοχή των μελετητών ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα. Ο Μανδαϊσμός μπορεί να θεωρηθεί ως ένας αυτόνομος ανατολικός κλάδος του Γνωστικισμού. Τέλος, υπό ευρεία έννοια στο πλαίσιο του Γνωστικισμού μπορούν να ενταχθούν και τα κείμενα του Μανιχαϊσμού, της δυϊστικής θρησκείας που ίδρυσε ο Πέρσης Μάνης.


[Επεξεργασία] Ορολογία

Ο όρος «Γνώσις» ανάγεται στην πρώιμη χριστιανική περίοδο (1 Τιμ. 6.20) και χρησιμοποιήθηκε στο πλαίσιο της αντιαιρετικής πολιτικής της Εκκλησίας. Οι αντιπρόσωποί της Γνώσης καλούνταν «Γνωστικοί» και θεωρούνταν ως άνθρωποι, οι οποίοι είχαν ιδέες, αντιλήψεις και τρόπους συμπεριφοράς διαφορετικούς από την ορθόδοξη Εκκλησία και τη θεολογική της παράδοση. Ο όρος, πέρα από τη χρήση του στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία, είχε αρχικά θετική χροιά και σε χριστιανικό πλαίσιο, ήδη από την εποχή του Παύλου και του Ιωάννη του Ευαγγελιστή. Εκεί δεν αντιτίθεται στην πίστη, αλλά θεωρείται ότι προσδιορίζει την αναγνώριση της σωτηρίας, όπως την αντιλαμβανόταν η κυρίαρχη τάση σκέψης στον πρώιμο Χριστιανισμό. Ο Ωριγένης και ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς κατανοούσαν τον όρο εντός της χριστιανικής θεολογίας και τον αντιπαρέθεταν προς την ψεύτικη γνώση του αιρετικού Γνωστικισμού. Ωστόσο, η αρνητική χρήση του όρου, προερχόμενη από την πολεμική εναντίον των αιρέσεων, υπήρχε εκ παραλλήλου και συχνά κυριαρχούσε. Γνωστικές πηγές ισχυρίζονται ότι κατέχουν την αληθή γνώση αναφορικά με την κατάσταση του ανθρώπου και την απελευθέρωσή του από τον υλικό κόσμο, ο οποίος συχνά εξισώνεται από τους Γνωστικούς με το σκότος. Παρόλα αυτά ο όρος «Γνωστικός» δε χρησιμοποιείται με σταθερό τρόπο από τις γνωστικές πηγές ως αυτοχαρακτηρισμός. Συχνά -και ιδιαίτερα στα κείμενα του Ναγκ Χαμαντί- προτιμώνται άλλοι όροι, όπως «Γενιά του Σηθ», «Υιοί Φωτός», «Υιοί του Νυμφώνος», «Εκλεκτοί», «Τέλειοι», «Άγιοι», «Πνευματικοί» κ.τ.λ. Τα ονόματα που χρησιμοποιούνται σε αντιαιρετικά έργα αναφέρονται πρωταρχικά στους ιδρυτές των διαφόρων σχολών του Γνωστικισμού (Σιμωνιανοί, Ουαλεντινιανοί, Βασιλειδιανοί, Μαρκώσιοι κ.τ.λ.) ή σε καίρια σημεία της διδασκαλίας τους (Ναασσηνοί ή Οφίτες, Βαρβηλίτες, Σηθιανοί κ.τ.λ.). Μόνο στη σύγχρονη εποχή ο όρος «Γνωστικισμός» χρησιμοποιήθηκε ως γενική περιγραφή της κοσμοθεωρίας που μοιράζονταν αυτές οι ομάδες

[Επεξεργασία] 2. Ορισμός-χρονολογική αφετηρία-πηγές προέλευσης του Γνωστικισμού

Οι μελετητές εξακολουθούν ακόμη και σήμερα να δυσκολεύονται να συμφωνήσουν για τον ορισμό, την καταγωγή και την απαρχή του Γνωστικισμού. Ο Evans έχει παρατηρήσει ότι αν ο Γνωστικισμός οριστεί με τρόπο πολύ γενικό, τότε η αρχή του πρέπει να αναζητηθεί πολύ πριν το Χριστό και οι πηγές του θα είναι πολλές και διάφορες. Αν οριστεί πιο στενά, μπορεί να θεωρηθεί ως πρώιμη χριστιανική αίρεση και επομένως μεταγενέστερη από το κήρυγμα του Ιησού. O R. Wilson πρότεινε ότι μια λύση θα ήταν να διακρίνουμε μεταξύ Γνωστικισμού και Γνώσης. Με τον όρο «Γνωστικισμός» θα εννοούμε τη συγκεκριμένη χριστιανική αίρεση και τις ποικιλίες της, ενώ με τον όρο «Γνώση» το σύνολο των ιδεών που υπόκεινται στα διάφορα γνωστικά συστήματα και τις οποίες ο Γνωστικισμός μοιράζεται και με άλλα συγγενή θρησκευτικοφιλοσοφικά ρεύματα της εποχής. Εντούτοις, κι αν ακόμη ο όρος Γνωστικισμός περιοριστεί στις χριστιανικές αιρέσεις του 2ου και 3ου αιώνα, και πάλι είναι δύσκολο να συμπεριληφθούν σ’ αυτόν όλα τα ανεπτυγμένα γνωστικά συστήματα της εποχής. O Yamauchi υποστηρίζει ότι ουσιαστικό στοιχείο κάθε ανεπτυγμένου Γνωστικισμού είναι ο ριζοσπαστικός δυϊσμός μεταξύ του θείου και του δημιουργημένου, καθώς μια βασική γνωστική θέση υποστηρίζει ότι η δημιουργία του κόσμου είναι αποτέλεσμα λάθους και άγνοιας. Σύμφωνα με την παραδοσιακή και απλούστερη άποψη ο Γνωστικισμός δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μια αίρεση του Χριστιανισμού. Η άποψη αυτή φαίνεται ότι έχει ως πηγή της τη στάση των Πατέρων της Εκκλησίας απέναντι στο κίνημα. Κατά τη γνώμη των Πατέρων ο Γνωστικισμός αποτέλεσε όργανο του διαβόλου, ο οποίος προσπαθούσε να καταστρέψει μέσω αυτού την Εκκλησία. Στις Πράξεις 8 ο Σίμων ο Μάγος θεωρείται ο πρώτος αντιπρόσωπος του Γνωστικισμού. Ο μαθητής του Μένανδρος πέρασε τη γνωστική αίρεση στο Σατουρνίνο ή Σατουρνίλο από την Αντιόχεια και στο Βασιλείδη από την Αλεξάνδρεια. Αυτή η αλυσίδα δασκάλων-μαθητών χρησιμοποιήθηκε για αιώνες προκειμένου να ερμηνεύσει την καταγωγή και τη διάδοση του Γνωστικισμού, αν και στηρίζεται περισσότερο στο μύθο παρά την ιστορία. Σήμερα, ωστόσο, και ιδιαίτερα την τελευταία δεκαπενταετία έγινε σταδιακά δεκτό ότι πρέπει να αναγνωριστεί η ύπαρξη ενός μη χριστιανικού Γνωστικισμού, ανεξάρτητα από το αν αυτός προϋπήρξε ή συνυπήρξε με το Χριστιανισμό. Σήμερα η κυρίαρχη άποψη είναι ότι η καταγωγή του Γνωστικισμού είναι κατά βάση μη χριστιανική. Έτσι, ο Γνωστικισμός δε θεωρείται μια καθαρά χριστιανική αίρεση, αλλά ένα σχετικά ανεξάρτητο πνευματικό-θρησκευτικό φαινόμενο ή θρησκεία που τροφοδοτείται από διάφορες πηγές, όπως είναι η ιουδαϊκή σοφιολογική και αποκαλυπτική γραμματεία, η ελληνιστική φιλοσοφία και οι μυστηριακές θρησκείες, καθώς και ο παραδοσιακός ιρανικός δυϊσμός. Αυτή η θέση μπορεί να αναδειχθεί καλά από την προσεκτική μελέτη μιας από τις πιο σημαντικές γνωστικές πηγές, η οποία έχει τον τίτλο Απόκρυφο του Ιωάννη και σώζεται σε πολλές παραλλαγές στα κείμενα του Ναγκ Χαμαντί. Αυτό το κείμενο περιέχει μια μακροσκελή έκθεση της κλασικής γνωστικής μυθολογίας. Είναι βέβαιο ότι το κείμενο, στη μορφή που μας έχει σωθεί, είναι ένα χριστιανικό κείμενο στο βαθμό που η γνώση που αποκαλύπτεται σ’ αυτό αποδίδεται στον Ιησού ως μέρος μιας αποκάλυψης στον Ιωάννη, γιο του Ζεβεδαίου. Ανάλυση, όμως, της μορφής και του περιεχομένου εύκολα αποδεικνύει ότι ο ρόλος του Ιησού ως γνωστικού δασκάλου μέσα σ’ αυτό το έργο ανήκει σ’ ένα δευτερογενές στάδιο, όπου στοιχεία διαλόγου έχουν προστεθεί εκ των υστέρων σε μια αποκάλυψη που αρχικά δεν ήταν χριστιανική. Στην αποκάλυψη αυτή εμφαίνεται μια θρησκεία που αρχικά δεν είχε να κάνει τίποτε με το Χριστιανισμό και στην οποία η σωτηρία δεν έρχεται μέσα από την πίστη, αλλά μέσω μιας ειδικά αποκαλυμμένης γνώσης. Αυτή η γνώση προσφέρει το μέσο για την απελευθέρωση της ψυχής, της θεϊκής σπίθας μέσα στο ανθρώπινο σώμα, η οποία είναι θεϊκής προέλευσης και πρέπει να απελευθερωθεί από τα δεσμά του σώματος και του υλικού κόσμου. Συγκριτική μελέτη κειμένων που σχετίζονται με το Απόκρυφο του Ιωάννη, δηλαδή κειμένων που οι μελετητές συνήθως εντάσσουν στο λεγόμενο Σηθιανικό ή Κλασικό Γνωστικισμό, αλλά και άλλων έργων με παρόμοιο θρησκευτικό πνεύμα, μας επιτρέπει να διευρύνουμε το πλαίσιο της αρχαίας γνωστικής θρησκείας. Και ενώ ένα μέρος του διαθέσιμου υλικού δείχνει μια διαδικασία «εκχριστιανισμού» με τον Ιησού ως γνωστικό δάσκαλο, ένα άλλο μέρος, όπως ορισμένες πραγματείες από το Ναγκ Χαμαντί και κυρίως οι μανδαϊκές πηγές, ουσιαστικά δε σχετίζεται καθόλου με το Χριστιανισμό. Από την άλλη, ορισμένες ομάδες και σέκτες που ανήκουν στο Γνωστικισμό είναι πιο καθαρά χριστιανικές, όπως οι Βαλεντινιανοί και οι οπαδοί του Βασιλείδη. Ο Ειρηναίος (Έλεγχος 1.5.1) μάς πληροφορεί ότι ο Βαλεντίνος υιοθέτησε το γνωστικό σύστημα, όταν ανέπτυσσε το δικό του, δημιουργώντας μια σχολή που μπορεί να χαρακτηριστεί περισσότερο ως Γνωστικός Χριστιανισμός παρά ως Χριστιανικός Γνωστικισμός. Η μανδαϊκή μορφή του Γνωστικισμού (<manda = γνώση) είναι πολύ ενδιαφέρουσα από την άποψη ότι εκπροσωπεί έναν αρχαίο τύπο Γνωστικισμού που επιβιώνει ακόμη στις μέρες μας στο Ιράκ και το Ιράν. Η βασική γνωστική μυθολογία των Μανδαίων συγγενεύει στενά με αυτή του Απόκρυφου του Ιωάννη, αλλά στη διάρκεια της ιστορίας τους οι Μανδαίοι υπήρξαν εχθρικοί προς το Χριστιανισμό. Έτσι, το μανδαϊκό υλικό προσφέρει ισχυρή υποστήριξη στη θέση ότι ο Γνωστικισμός αναδύθηκε ανεξάρτητα από το Χριστιανισμό. Τέλος, ας σημειωθεί ότι μορφές όπως ο Σίμων ο Μάγος και ο μαθητής του Μένανδρος δεν ήταν απλώς γνωστικίζοντες Χριστιανοί, αλλά γνωστικοί προφήτες που απαιτούσαν για τον εαυτό τους το ρόλο του Ιησού ως Σωτήρος. Έτσι, τα στοιχεία για έναν μη χριστιανικό Γνωστικισμό φτάνουν τουλάχιστον μέχρι την εποχή των πρώτων Αποστόλων και είναι βέβαιο ότι πρώιμες μορφές της γνωστικής θρησκείας υπήρχαν τον 1ο αιώνα μ.Χ. στην Παλαιστίνη, τη Συρία και την Αίγυπτο. Στο 2ο αιώνα υπήρξε μια συμβίωση Χριστιανισμού και Γνωστικισμού, με αποτέλεσμα το μεγαλύτερο μέρος του διαθέσιμου υλικού μας να ανακλά μια διαδικασία βαθμιαίου εκχριστιανισμού. Σύμφωνα με αυτήν την άποψη το ιδεολογικό υπόβαθρο του Γνωστικισμού στον ελληνιστικό ατομισμό και συγκρητισμό συνδυάζεται με τις κοινωνικοοικονομικές και πολιτικές-ιστορικές συνθήκες στην ανατολική ρωμαϊκή αυτοκρατορία, συνθήκες που χαρακτηρίζονταν από την εκμετάλλευση, την καταπίεση, το φόβο αλλά και την αντίσταση των ανατολικών πληθυσμών. Η ιδέα του «εσωτερικού ανθρώπου» υπηρέτησε τον αυτοπροσδιορισμό πέρα από τις επίσημες λατρείες και τις κοινωνικές διασυνδέσεις. Ο κόσμος κατανοείται πια ως έλλειψη τάξης (χάος), παρά ως κόσμος που διέπεται από το λόγο (λογική), όπως θεωρούσε η ελληνική φιλοσοφία. Αυτή η στάση άρνησης και διαμαρτυρίας απέναντι στον κόσμο διακρίνεται στις μυθολογικές κατασκευές και την ασκητική συμπεριφορά πολλών γνωστικών ομάδων, ενώ η εστίαση στην ατομική σωτηρία του εσώτερου ανθρώπου (πνεύμα, ψυχή) αντιπροσωπεύει την υπέρτατη άρνηση αυτού του κόσμου. Κατά την άποψη αυτή η υιοθέτηση της μορφής του Χριστού από τους Γνωστικούς ως κυρίαρχης μορφής λυτρωτή ή απεσταλμένου του υπερβατικού Θεού είναι δευτερογενής εξέλιξη σε μια αρχικά ανεξάρτητη πνευματική κίνηση. Η εξέλιξη αυτή έφερε το Γνωστικισμό σε αντιπαράθεση με την Εκκλησία, καθώς οι περισσότεροι Γνωστικοί από το 2ο αιώνα κ.εξ. δήλωναν πια Χριστιανοί.


[Επεξεργασία] 3. Βασικές έννοιες

Ο Γνωστικισμός προσπαθεί να προσφέρει απαντήσεις στο πρόβλημα του κακού, την καταγωγή τού κόσμου, τη θέση του ανθρώπου στον κόσμο και το πεπρωμένο του. Ξεκινώντας από μια πίστη σε έναν απόλυτα υπερβατικό Θεό, ο οποίος συχνά αποκαλείται Πατέρας, η δημιουργία του κόσμου αποδίδεται σε έναν κατώτερο θεό (=Δημιουργός, Ιαλδαβαώθ, Σαμαήλ), ο οποίος με τη βοήθεια των Δυνάμεών του (=Άγγελοι, Άρχοντες, Πλανήτες) αναλαμβάνει να δημιουργήσει και τον άνθρωπο (Αδάμ). Ο υπέρτατος Θεός, προκειμένου να ελέγξει τη διαδικασία που τέθηκε σε κίνηση από το Δημιουργό, λαμβάνει διάφορα αντίμετρα που σχετίζονται με τη σωτηρία του ανθρώπου από τον κόσμο. Το σώμα του Αδάμ, το οποίο κατά τα άλλα είναι αδύναμο, είναι προικισμένο –χωρίς να το γνωρίζει ο Δημιουργός- από μια υπερβατική θεϊκή ουσία, η οποία καλείται πνεύμα, έννοια, ψυχή, σπινθήρ κ.ο.κ. Αυτό το κομμάτι του ανθρώπου τον καθιστά ικανό να αναγνωρίζει τον υπερβατικό Θεό, να καταλαβαίνει την ατέλεια του παρόντος κόσμου και να κατανοεί ότι ο απώτερος στόχος του ανθρώπου είναι η επιστροφή στο πνευματικό βασίλειο του αληθινού Θεού (=Βασιλεία, Πλήρωμα, Βασίλειο του Φωτός, Βυθός). Ταυτόχρονα ο άνθρωπος είναι ικανός να αντιλαμβάνεται τη συγκεχυμένη και αδύναμη φύση της δημιουργίας τού κατώτερου θεού, του οποίου η πρόθεση είναι ο έλεγχος του ανθρώπου. Η Γνώσις που σχετίζεται με την αληθινή φύση του κόσμου είναι υπερφυσική και δίνεται στο Γνωστικό (=αυτός που γνωρίζει) μέσω αποκαλύψεων είτε από αγγελιαφόρους του αληθινού Θεού –όπως ο Ιησούς, η Σοφία ή ο Σηθ- είτε από τις παραδοσιακές μορφές των αρχαίων χρόνων (κυρίως με βιβλική προέλευση). Στην αντίληψη αυτή υπόκειται η πεποίθηση των Γνωστικών ότι ο άνθρωπος είναι ικανός να επιτύχει άμεση, προσωπική και απόλυτη γνώση της αυθεντικής αλήθειας της ύπαρξης. Η γνώση αυτή δεν είναι αποτέλεσμα λογικής κατανόησης, αλλά γνώση που αποκτάται μέσω εμπειρίας. Γι’ αυτό και οι Γνωστικοί δεν ενδιαφέρονταν για μια συνεκτική δογματική θεολογία. Οι Γνωστικοί πίστευαν σε μια διαρκώς εξελισσόμενη δύναμη θεϊκής αποκάλυψης, την οποία ο καθένας βίωνε με διαφορετικό τρόπο. Η Γνώση, λοιπόν, ήταν η δημιουργική εμπειρία της θεϊκής αποκάλυψης, μια εξελικτική διαδικασία κατανόησης και όχι ένα στατικό και μοναδικό σύστημα. Μέρος της γνωστικής κατανόησης είναι και η συνειδητοποίηση της ύπαρξης εντός του ανθρώπου ενός αδημιούργητου εαυτού, ενός εαυτού μέσα στον εαυτό, μια συνειδητοποίηση που οδηγεί στην ελευθερία. Η διαδικασία της απελευθέρωσης της θεϊκής ουσίας του ανθρώπου από το σκοτεινό υλικό κόσμο προσδιορίζει την κρυφή ιστορία της ανθρωπότητας μέχρι το τέλος της. Ωστόσο, στο Γνωστικισμό η απελευθέρωση δε σημαίνει απολύτρωση από την ατομική αμαρτία και ενοχή, αλλά τη σωτηρία του πνεύματος από την ύλη. Όλο το οπλοστάσιο της γνωστικής μυθολογίας και θεολογίας -που προσπαθεί να ερμηνεύσει αλληγορικά κυρίως τις βιβλικές παραδόσεις- υπηρετεί αυτό το σκοπό, ο οποίος οδηγεί σε συμπεριφορές άρνησης του υλικού κόσμου. Οι Γνωστικοί, λοιπόν, θεωρούν τους εαυτούς τους ως εκλεκτούς, μια αριστοκρατία που αντιπαραβάλλεται με το μεγάλο πλήθος των ανθρώπων που σκέφτονται με όρους του κατώτερου υλικού κόσμου. Έτσι, δημιουργείται μια τριμερής διαστρωμάτωση των κοινωνιών: οι Πνευματικοί ή Εκλεκτοί αποτελούν την καρδιά της κοινότητας, οι Ψυχικοί ή Κατηχούμενοι είναι τα απλά μέλη της –συχνά ταυτίζονται με τα μέλη της καθολικής Εκκλησίας· τέλος, υπάρχουν και οι Χοϊκοί, οι οποίοι είναι τελείως απορροφημένοι από τις υλικές σκέψεις. Αν και μόνο η Γνώση εγγυάται τη σωτηρία, εντούτοις υπήρχαν και τελετουργίες μεταξύ των Γνωστικών, οι οποίες, με την εξαίρεση των Μανδαίων και των Μανιχαίων, είναι πολύ λίγο γνωστές. Φαίνεται ότι έκαναν βαφτίσεις, μυήσεις, αφιερώσεις, δείπνα, έψελναν και διεξήγαν νεκρικές τελετές Ωστόσο, το κέντρο ήταν πάντα η διδακτική καθοδήγηση από τους Πνευματικούς.


[Επεξεργασία] 5. Γιατί ο Γνωστικισμός θεωρήθηκε αιρετικός;

Ο Γνωστικισμός υπήρξε για ένα διάστημα ελκυστικός, επειδή μετέτρεπε το Χριστιανισμό σε μια μορφή ιδιωτικής θρησκείας, η οποία βοηθούσε τον οπαδό της να αποφύγει τις δυνητικά επικίνδυνες για τη ζωή του Χριστιανού πολιτικές όψεις του κινήματος, δηλαδή την επιμονή στη δημόσια μαρτυρία του Ιησού και την απαγόρευση συμμετοχής στη δημόσια λατρεία. Ωστόσο, η γνωστική πίστη στην ύπαρξη ενός υπερβατικού Θεού, ο οποίος κείται υπεράνω όλων των θεών των άλλων θρησκευτικών συστημάτων, έθετε σε αμφιβολία τη θεμελιώδη χριστιανική πίστη στο μονοθεϊσμό, όταν παρουσίαζε το δημιουργό του κόσμου ως κατώτερη θεότητα, η οποία σχετιζόταν με τον υπέρτατο Θεό μέσω μιας σειράς εκπορεύσεων και Αιώνων. Ομοίως, η γνωστική πεποίθηση στην ύπαρξη ενός λυτρωτή, ο οποίος λυτρώνει μέσω μιας γνώσης που τελικά οδηγεί τον Γνωστικό εκτός του κόσμου και σε μια κατάσταση που μετατρέπει τον λυτρωμένο σε υποψήφιο λυτρωτή, θεωρήθηκε ορθώς από τους ορθόδοξους θεολόγους ότι έθετε σε αμφιβολία τη θεμελιώδη πίστη ότι ο Ιησούς είναι ο μοναδικός Μεσσίας. Τέλος, οι Γνωστικοί, θεωρώντας το φυσικό σώμα κατώτερο από το πνεύμα, έτειναν να μειώνουν τη σημασία της ενσάρκωσης του Ιησού στην ιστορία της σωτηρίας ή αμφισβητούσαν το γεγονός ότι ο Ιησούς όντως υπέφερε και σταυρώθηκε. Μια τέτοια διδασκαλία θεωρήθηκε επικίνδυνη σε μια εποχή διώξεων σε βάρος των Χριστιανών, όταν οι τελευταίοι καλούνταν να μιμηθούν τα πάθη του Ιησού και να μαρτυρήσουν για την πίστη τους: αν ο Ιησούς δε σταυρώθηκε και δεν πέθανε πραγματικά, ποιος ο λόγος να υποφέρουν για την πίστη τους οι οπαδοί του;

[Επεξεργασία] Σύνδεσμοι

[Επεξεργασία] Εξωτερικοί Σύνδεσμοι