Βρούτος
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
O Μάρκος Ιούνιος Βρούτος Καίπιο ήταν συγκλητικός στην Αρχαία Ρώμη και ευνοούμενος του Ιουλίου Καισαρα. Στις 15 Μαρτίου το 44π.Χ οταν ο Καίσαρ πήγαινε στην Σύγκλητο για την τελευταία συνέλευση πριν αναχωρήσει για μια εκστρατεία, η συνωμοσία των 60 που ήταν ο Μάρκος Ιούνιος Βρούτος, ο Γάιος Κάσσιος Λόγκινος, ο Δέκιμος Βρούτος Αλβίνος, ο Γάιος Τρεμπόνιος και παλιοί οπαδοί του Πομπήιου τον μαχαίρωσαν 23 φορές την ώρα που ήταν μπροστά από το άγαλμα του Πομπήιου. Σύμφωνα με τον μύθο, ενώ ο Καίσαρας έπεφτε νεκρός είπε Κι εσύ τέκνον Βρούτε?. Ο μύθος επίσης λέει πως μια νύχτα σκοτεινή, ενώ ο Βρούτος συλλογιζόταν στη σκηνή του, ένιωσε κάποιον να μπαίνει μέσα. Έστρεψε τα μάτια του στην είσοδο και είδε ένα φοβερό και αλλόκοτο όραμα, μια τερατώδη και τρομαχτική ανθρώπινη μορφή, να στέκεται σιωπηλή δίπλα του. Όταν ρώτησε "Ποιός από τους ανθρώπους ή τους θεούς είσαι; Τι σ'έφερε σε μένα;", το φάντασμα αποκρίθηκε "Ο κακός σου δαίμονας, Βρούτε. Θα με δείς στούς Φιλίππους". Κι ο Βρούτος χωρίς να ταραχτεί απάντησε "Θα σε δω".
Μετά τη δολοφονία του Καίσαρα οι αρχηγοί της συνωμοσίας έφυγαν απ' τη Ρώμη κάτω απ' την κατακραυγή του λαού. Ο Βρούτος έμεινε για ένα διάστημα στην Αθήνα, όπου αφιερώθηκε στη μελέτη της φιλοσοφίας και στην προετοιμασία της σύγκρουσης για την εξουσία με την Β' Τριανδρία. Στις μάχες στους Φιλίππους το Σεπτέμβριο το 42 π.Χ. ο στρατός του Βρούτου και του Κάσσιου συγκρούστηκε με τα στρατεύματα της Β'Τριανδρίας μα ηττήθηκαν. Ακολουθώντας τη μοίρα του Κάσσιου, ο Βρούτος αυτοκτόνησε λίγο μετά τη μάχη πέφτοντας πάνω στο σπαθί του.