Συμπόσιο (Πλατωνικός διάλογος)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το Συμπόσιο είναι ένας από τους Σωκρατικούς διαλόγους το αρχαίου Έλληνα φιλοσόφου Πλάτωνα, μαθητή του Σωκράτη. Ο διάλογος εστιάζει στον θεό Έρωτα και τη θέση του στο δρόμο του φιλοσόφου. Θεωρείται ένα από τα κορυφαία έργα του Πλάτωνα.

[Επεξεργασία] Σκηνικό

Κατά το έτος 416 π.χ. εξέχοντες άνθρωποι της αριστοκρατικής τάξης της Αθήνας παρευρίσκονται σε ένα συμπόσιο με αφορμή τη νίκη του τραγικού ποιητή Αγάθωνα στα Λήναια, επι άρχοντος Ευφήμου (Αθήν. 217α). Η πρώτη μας επαφή με τον Σωκράτη γίνεται τη στιγμή που αυτός εμφανίζεται στο συμπόσιο, τη δεύτερη μέρα των εορτασμών. Είναι φροντισμένος και καθαρός, μέχρι του σημείου να φοράει παπούτσια. Σχεδόν ολόκληρος ο διάλογος είναι σε μορφή αφήγησης από τον Απολλοδώρο σε κάποιον ακατονόμαστο φίλο του. Ο Απολλόδωρος άκουσε τη συζήτηση από τον Αριστόδημο, ο οποίος συμμετείχε στο συμπόσιο, και πιθανότατα ο Πλάτωνας έλαβε γνώση των λεγομένων από τον αδερφό του ή από τον ακατονόμαστο φίλο.

[Επεξεργασία] Ιστορικός και δραματικός χρόνος του Συμποσίου

Το έργο κατανέμεται σε τρία χρονολογικά επίπεδα: το συμπόσιο λαμβάνει χώρα το 416 π.Χ.,ενω η αναδιηγήση του Απολλοδώρου τοποθετείται γύρω στο 400 π.Χ., δεκαέξι χρόνια μετά το γεγονός. Τέλος ο χρόνος συγγραφής του Συμποσίου εντοπίζεται χρονολογικώς, κατά την κρίση της πλειοψηφίας των ειδικών επί του θέματος φιλολόγων, στα 385 π.Χ.. Η χρονολογηση αυτή τεκμηριώνεται με καθαρά ενδοκειμενικά στοιχεία, και δη μέσω μίας αναχρονιστικής αναφοράς του Αριστοφάνους σε ιστορικό γεγονός που συνετελέσθη το 385 π.Χ., στην κατάλυση των τειχών της Μαντίνειας από τους Σπαρτιάτες. Στο χωρίο 193α ο Αριστοφάνης μιλώντας για τη διχοτόμηση του πρωταρχικού οργανισμού των ανθρώπων αναφέρει: “νυνὶ δὲ διὰ τὴν ἀδικίαν διῳκίσθημεν ὑπὸ τοῦ θεοῦ, καθάπερ Ἀρκάδες ὑπὸ Λακεδαιμονίων” (XIV, 193a). Η πρόσφατη ιστορική συγκυρία μας οδηγεί να ταυτίσουμε τον υπαινιγμό αυτό με την κατάλυση των τειχών της Μαντίνειας από τους Σπαρτιάτες το 385 π.Χ.. Αιτία της επιθετικής κίνησης των Σπαρτιατών ήταν ο πρωταγωνιστικός ρόλος της Μαντίνειας στην αντιλακωνική πολιτική στην Αρκαδία, υπό τη στενή επιρροή του Άργους ή/και των Αθηνών. Οι Σπαρτιάτες υποχρέωσαν τους κατοίκους να κατανεμηθούν σε 4 ή 5 κώμες διασπώντας την ενιαία κρατική τους οντότητα και εξαλείφοντας το οχυρωμένο τους κέντρο (Ξενοφ. Έλλ. 5,2,1 κ.εξ.). Το ρήμα διοικίζω που χρησιμοποιεί ο Αριστοφάνης έχει ακριβώς αυτή τη σημασία, διαλύω πόλη. Η τελευταία επισήμανση είναι απαραίτητη, όταν αντιπαραβάλουμε την προηγηθείσα εξήγηση του χωρίου 193α με την εξήγηση που προτάθηκε από τον πολύ Ulrich von Willamowitz-Moellendorf, κατά την οποία ο Αριστοφάνης αναφέρεται στη διάλυση της Αρκαδικής Συνομοσπονδίας από τους Σπαρτιάτες, το 418 π.Χ. (Θουκ. 5, 81). Επι αυτής της παρατήρησης συμπεραίνεται ότι δεν τίθεται θέμα αναχρονισμού από μέρους του Πλάτωνα (πβλ. όμως τον αναχρονισμό στο διάλογο Μενέξενος), απλώς τα πρόσφατα γεγονότα του 385 επανέφεραν στη μνήμη του συγγραφέα το μακρινό εκείνο ιστορικό γεγονός, το οποίο και τοποθετεί στο στόμα του Αριστοφάνους. Ο μέγας Συκουτρής δεν απορρίπτει την ερμηνεία αυτή, ωστόσο επισημαίνει ότι προσκρούει στη σημασία του ρήματος διοικίζω που συνήθως χρησιμοποιείται για διάλυση πόλεων, όχι συνομοσπονδίας (κοινού).

[Επεξεργασία] Πρόσωπα του διαλόγου