Φαρόπλοιο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το Φαρόπλοιο (Lightvessel), (αρχαία ελληνική "πυρσωρίς", νεοελληνική καθαρεύουσα "φάρων" -νος και κοινώς "καραβοφάναρο") είναι ειδικός τύπος πλοίου, είτε εξ αρχικής ναυπήγησης, είτε εκ μετασκευής, όπου φέρει συνήθως στο κέντρο, κατά το διάμηκες του καταστρώματος μεγάλη κυλινδρική υπερκατασκευή, το άνω μέρος της οποίας καταλήγει σε φάρο φέροντας ανάλογο μηχανισμό. Στην πραγματικότητα πρόκειται για πλωτό μεταλλικό Φάρο.

Τα πλοία αυτού του τύπου λαμβάνουν μόνιμη θέση με σταθερή αγκυροβολία, εξομοιούμενα έτσι με τους κοινούς φάρους ή επάκτιους φάρους, η θέση των οποίων, (γεωγραφικό στίγμα), αναγράφεται στους ναυτικούς χάρτες, φαροδείκτες, πλοηγούς κ.λπ.

Χρήση τέτοιων πλοίων γίνεται σε παράκτιες περιοχές όπου οι ακτές έχουν ελάχιστη κλίση, ή και για άλλους λόγους δεν προσφέρονται σε κατασκευή μόνιμου φάρου, ειδικότερα για προσεγγίζοντα πλοία από ανοικτή θάλασσα, όπως και σε περιοχές έντονης ναυτιλιακής κίνησης όπου συνυπάρχουν κίνδυνοι είτε μόνιμοι, είτε προσωρινοί, λόγω κάποιων έργων (λιμενικών, γεφυροποιίας, υποβρύχιων εργασιών κλπ). Επίσης «εν καιρώ πολέμου» όπου ακολουθεί η "σβέση των Φάρων", τα φαρόπλοια αντικαθιστούν τους κύριους φάρους, σε συγκεκριμένους χρόνους λειτουργίας και βεβαίως με διαφορετικές αναλαμπές και θέσεις των μονίμων.

  • Στο Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό ως Φαρόπλοια χαρακτηρίζονται επιπρόσθετα και τα υπαγόμενα στην Υπηρεσία Φάρων πολεμικά πλοία που εξυπηρετούν ανάγκες προσωπικού Φάρων ή προβαίνουν σε τακτικούς ελέγχους των αυτόματων Φάρων, ανεξάρτητα αν δεν φέρουν επ΄ αυτών μεταλλικό φάρο.
  • Τα Φαρόπλοια ανήκουν στα βοηθητικά πλοία από το γεγονός ότι παρεχουν υπηρεσία, θεωρητικά, όταν αυτά είναι αγκυροβολημένα και όχι όταν ναυσιπλοούν.
  • Ο λόγος παρουσίας ενός Φαρόπλοιου σ΄ ένα σημείο έναντι ενός απλού φωτοσημαντήρα είναι και μόνο η αναγκαιότητα αναγνώρισής του από μεγάλη απόσταση, όπου καλύπτει μεγάλη φωτοβολία.