Έλληνες

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Έλληνες
Συνολικός πληθυσμός 14,000,000 – 17,040,000 (υπολογισμός)
Χώρες με σημαντικούς πληθυσμούς Ελλάς:
   10,744,740 (απογραφή 2001)

ΗΠΑ:
   1,213,807 (απογρ. 2000)[1] – ο αριθμός ατόμων ελληνικής καταγωγής υπολογίζεται σε 3,000,000[2]
Κύπρος:
   689,471 (απογρ. 2001, στην ελεύθερη Κύπρο μόνο)
Αυστραλία:
   375,703 (απογρ. 2001)[3]
Γερμανία:
   370,000 (υπολ. 2006)[4]
Καναδάς:
   215,105 (απογρ. 2001)[5]
Ηνωμένο Βασίλειο:
   212,000 (υπολ.)[6]
Ρωσία:
   97,827 (απογρ. 2002)[7]
Ουκρανία:
   91,500 (απογρ. 2001)[8]
Αλβανία:
   58,785 (απογρ. 1989)[9]
Βέλγιο:
   35,000 (υπολ.)[10]
Γαλλία:
   35,000 (υπολ.)[11]
Ιταλία:
   30,000 (υπολ.)[12]
Βραζιλία:
   25,000 (υπολ.)[6]
Αργεντινή:
   20,000 (υπολ.)[6]
Γεωργία:
   15,166 (απογρ. 2002)[13]
Καζαχστάν:
   12,703 (απογρ. 1999)[14]
Ολλανδία:
   12,500 (υπολ.)[15]
Σουηδία:
   12,000 – 15,000 (υπολ.)[16]
Ελβετία:
   11,000 (υπολ.)[17]
Νέα Ζηλανδία:
   10,000 (υπολ.)[6]
Ουζμπεκιστάν:
   9,500 (est.)[18]
Ρουμανία:
   6,513 (απογρ. 2002)[19]
Αυστρία:
   5,000 (υπολ.)[20]
Τουρκία:
   5,000 (υπολ. 2006)[21]
Αίγυπτος:
   3,800 (υπολ.)[22]
Βουλγαρία:
   3,408 (απογρ. 2001)[23]
Τσεχία:
   3,231 (απογρ. 2001)[24]
Μολδαβία:
   3,000 (υπολ.)[25]
Ουγγαρία:
   2,509 (απογρ. 2001)[26]
Λουξεμβούργο:
   2,000 (υπολ.)[27]
Ισπανία:
   1,500 – 2,000 (υπολ.)[28]
Πολωνία:
   1,404 (απογρ. 2002)[29]
Αρμενία:
   1,176 (απογρ. 2002)[30]
Ζιμπάμπουε:
   1,100 (υπολ.)[31]
Δανία:
   1,000 (υπολ.)[32]
Μεξικό:
   1,000 (υπολ.)[33]
Κιργιστάν:
   650 – 700 (υπολ.)[34]
Ιορδανία:
   600 (υπολ.)[35]
Αιθιοπία:
   500 (υπολ.)[36]
ΠΓΔΜ:
   422 (απογρ. 2002)[37]
Αζερμπαϊτζάν:
   250 – 300 (υπολ.)[38]
Υπόλοιπες χώρες:
   άγνωστο

Γλώσσα Ελληνική
Θρησκεία Οι περισσότεροι είναι ελληνορθόδοξοι Χριστιανοί, με Ρωμαιοκαθολικές, Μουσουλμανικές, Άθεες και άλλες μειονότητες.

Οι Έλληνες είναι ένα έθνος που κατοικεί κυρίως στα νότια Βαλκάνια. Οι Έλληνες έχουν κατοικήσει τον χώρο που σήμερα ονομάζουμε Ελλάδα, την Κύπρο την κάτω Ιταλία και Σικελία που αποτελούν την Magna Graecia, δηλαδή την Μεγάλη Ελλάδα, τη Κορσική και τα απέναντι σε αυτή παράλια της σημερινής Γαλλίας τα παράλια της Μικράς Ασίας και του Πόντου. Οι Έλληνες γενικότερα ίδρυσαν αποικίες γύρω από όλη τη Μεσόγειο ενώ μετά την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου οι πόλεις και οι αποικίες τους έφτασαν μέχρι την σημερινή Ινδία. Σήμερά το Ελληνικό έθνος εξακολουθεί να είναι διασκορπισμένο σε ολόκληρο τον κόσμο. Η πλειοψηφία παραμένει εντός των ορίων του σημερινού ελληνικού κράτους, της νήσου Κύπρου, που αποτελεί το δεύτερο ελληνικό κράτος των ημερών μας, και της Βορείου Ηπείρου που ανήκει στην Αλβανία. Ισχυρές ελληνικές παροικίες έχουν δημιουργηθεί από Έλληνες μετανάστες στις Η.Π.Α. στην Αυστραλία στη Γερμανία ενώ μικρότερες ομάδες κατοικούν σχεδόν σε κάθε χώρα της γης. Αξίζει να σημειωθεί ότι στη Κάτω Ιταλία και στην Κορσική υπάρχουν ακόμα ομάδες που μιλούν διαλέκτους της ελληνικής γλώσσας και δηλώνουν Έλληνες στην καταγωγή, απόγονοι των αρχαίων ή μεσαιωνικών Ελλήνων που κατοικούσαν στις περιοχές αυτές. Η πλειοψηφία των Ελλήνων μιλάει την ελληνική γλώσσα, και ακολουθεί το ανατολικό ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα.


Ο Δευκαλίωνας και η Πύρρα είναι το ζευγάρι από όπου "ξεκινούν" οι Ελληνας. Από αυτούς ξεκινούν οι διάφορες φυλές. Τα παιδιά τους ήταν ο Ελληνας από όπου κατάγονται οι Ελληνας, ο Αίολοςαπό όπου κατάγονται οι Αιολείς, ο Δώρος από όπου κατάγονται οι Δωριείς και ο Ξάνθος. Τα παιδιά του Ξάνθου είναι ο Αχαιός από όπου κατάγονται οι Αχαιοί και ο Ιών από όπου κατάγονται οι Ιώνες.


[Επεξεργασία] Η καταγωγή του όνοματός τους

Η Ελλάδα στην Ευρωπαική Ένωση αναφέρετε ώς Hellas, εντούτοις οι Δυτικοί ,κατονομάζουν τους Έλληνες Γραικούς (Greece, Griechenland), ενώ οι ανατολικοί γείτονές τους ως Ίωνες ( Γιουνάν οι Τούρκοι, Ιωνάν οι ραββίνοι). Τις περισσότερες φορές, έστω και ενδόμυχα,θεωρούνε το όνομα ‘Γραικός’και το όνομα ‘Ρωμιός’ που χρησιμοποιούσαν οι Έλληνες επί 13 και πλέον αιώνες μέχρι και την Τουρκοκρατία, ως όρους περιφρονητικούς και σκωπτικούς και επιμένουν στο δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού τους.

Το όνομα Γραίκος είναι αρχαιότερο του ονόματος ‘Έλληνας’ . Σε μια επιγραφή του 4ου π.Χ. αι. αναφέρεται ότι ‘Έλληνες ονομάσθηκαν αυτοί που αποκαλούνταν πριν Γραικοί’, ενώ ο Αριστοτέλης στα Μετεωρολογικά του σημειώνει ότι στην περιοχή της Δωδώνης στην Ήπειρο, την οποία ο Κλαύδιος ο Πτολεμαίος θεωρούσε ως την αρχέγονη Ελλάδα, κατοικούσαν οι ‘ Σελλοί’ που αποκαλούνταν τότε Γραικοί και τώρα Έλληνες.

Το όνομα ‘Έλληνες’ στα ομηρικά χρόνια δεν αντιστοιχούσε παρά μόνο σ' ένα ελληνικό/γραικικό φύλο, που κατοικούσε στηΘεσσαλία και τη Φθιώτιδα, ανάμεσα στα Φάρσαλα και τη Θήβα, το οποίο είχε ως ηγέτη του τον μυθικό Αχιλλέα και μάλλον η παρουσία του εκεί πρέπει να συνδέεται με την μετανάστευση σε αυτό το μέρος των ιερέων της Δωδώνης Σελλών. Φαίνεται λοιπόν ότι οι Έλληνες ήταν ένα από τα παλιά ελληνικά φύλα όπως οι Δαναοί, οι Αχαιοί, οι Αργείοι, οι Λοκροί, οι Άκαρνάνες Η ετυμολογία της λέξεως ‘Έλλην’ προκαλεί μέχρι σήμερα συζητήσεις.

Ο Ελληνιστής Βιλλαμότς σχετίζει την λέξη ΄Έλλην’ με τη λέξη ‘έλλοψ’ που σημαίνει ‘άφθογγος’, οπότε ‘Έλληνες’ είναι αυτοί που μιλάνε μια ακατάληπτη γλώσσα. Άλλοι σχετίζουν τους Έλληνες με τους ‘ελλούς’, το ιερατικό σωματείο της Δωδώνης και άλλοι με τη λέξη ‘έλλα’που σημαίνει ‘καθ έδρα’, οπότε και Έλληνες είναι οι ‘αυτόχθονες’. Σημειωτέον ότι στα Πετράλωνα της Χαλκιδικής βρέθηκε ανθρώπινος σκελετός ηλικίας 700.000 ετών, δηλ. 650.000 χρόνια αρχαιότερος του Νεάντερλαντ.

Οι Έλληνες, οι οποίοι μέσω των κοινών Ιερών Δωδώνης Δελφών και Ολυμπίας, των κοινών πανελλήνιων Ολυμπιακών αγώνων και των Μηδικών Πολέμων και μέσα από την αίσθηση της κοινής γλώσσας και παιδείας απέκτησαν κοινή ελληνική συνείδηση. Δεν είναι τυχαίο ότι οι Άργεάδες της Μακεδονίας επέμεναν με τόσο πείσμα να μετέχουν στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Ήδη τον 7ο αι. έχει επικρατήσει η ονομασία Πανέλληνες και από εκεί αποσπάστηκε και γενικεύτηκε η ονομασία Έλληνες / Έλλην εξ ου και ο τονισμός Έλλην αντί Ελλήν.

Ο Ξενοφάνης, ποιη­τής και φιλόσοφος από τον Κολοφώνα της Μ. Ασίας, θεωρεί Έλληνες όλους όσοι μιλούν ελληνικά, χαρακτηρίζοντας ως Ελλάδα μακρι­νές περιοχές, όπως τη Σικελία και τον Εύξεινο Πόντο.

Αργότερα, με τον Χριστιανισμό ο όρος ‘Έλλην’ σήμαινε τον ειδωλολάτρη ή τον μη χριστιανό, ενώ οι κάτοικοι της Ελλάδος λέγονταν Ελλαδίτες. Οι ίδιοι οι Έλληνες, όπως και οι κάτοικοι ολόκληρης της Νέας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η οποία μόλις τον 16ο αι.μ.Χ., ονομάστηκε από τον Ιερώνυμο Wolf και άλλους προκατειλημμένους ιστορικούς περιφρονητικά ως Βυζάντιο, ονομάζονταν Ρωμαίοι ή μετέπειτα Ρωμιοί, αφού συνδέονταν μεταξύ τους με, το ρωμαϊκό δίκαιο, την ορθόδοξη πίστη και την κοινή ελληνική γλώσσα. Η ονομασία Ρωμιός χάνει επί τουρκοκρατίας την αίγλη του ‘αυτοκρατορικού’ Ρωμαίος και με τις σκληρές συνθήκες της υπό ζυγόν διαβίωσης αποκτά την χροιά του καταφερτζή, του καπάτσου, του ξύπνιου. ‘Από τις αρχές του 20ου αι. το Ρωμιός χρησιμοποιήθηκε ως αντίθεση προς τον μιμητισμό της Ευρώπης, τη λαϊκή χριστιανική βυζαντινή ανατολική (αλλά όχι ανατολίτικη) φυσιογνωμία του Νεοέλληνα’ (Λεξικό Μπαμπινιώτη).

Οι Λατίνοι συνέχισαν να χαρακτηρίζουν τους Έλληνες με το όνομα Γραικός.

Ορισμένοι υποθέτουν ότι απο­φασιστικό ρόλο έπαιξε μια ομάδα αποίκων της Κύμης, πού προέρχονταν από την πόλη Γραία της Ευβοίας, ενώ άλλοι υποστηρίζουν ότι το λα­τινικό όνομα σχετίζεται με τους κατοίκους της Γραίας από την περιοχή της Τανάγρας της Βοι­ωτίας πού μετείχαν και αυτοί στον δυτικό αποικισμό και άλλοι η άμεση γνωριμία από την περιοχή της Ηπείρου. Τα αισθήματα των Ρωμαίων απέναντι στους Έλληνες ήταν μικτά και φαίνεται ότι αυτά φόρτι­σαν και το όνομα Γραίκος . Φανατικοί Ρωμαίοι ευπα­τρίδες, όπως ο Κάτων, στηλίτευαν την ελληνομανία, η οποία είχε κυριεύσει την Ρώμη και μερικοί συντηρητικοί θεωρούσαν επικίνδυνη για τα ρωμαϊκά ήθη. Με δυσκολία δέχονταν οι περήφανοι Ρω­μαίοι πατρίκιοι ότι είχαν ανάγκη από ελληνική παιδεία με το καθιερωμένο ταξίδι στην Αθήνα και σε ολόκληρη την ελληνική Ανατολή, παρόλο που η γνώ­ση της ελληνικής γλώσσας ήταν για τους συγκλητικούς εντελώς αυτονόητη. Έτσι πί­σω από το Graeci και Graeculi κρυβόταν άλλοτε θαυμασμός και άλλοτε έντονη κριτική διάθεση. Με την πάροδο του χρόνου η λέξη Γραικός άρχισε να σημαίνει τον επιπόλαιο και τον τυχοδιώκτη, ενώ στον Μεσαίωνα πήρε την σημασία του ελληνοορθοδόξου ή ακόμα και του αιρετικού. Παρόλα αυτά υιοθετήθηκε από τους προεπαναστατικούς ως ονομασία των υποδούλων, επειδή όπως τόνιζε ο Α.Κοραής έτσι μας ονόμαζαν ‘τα φωτισμένα έθνη της Ευρώπης’, τα οποία αναγνωρίζοντας ένα ελληνικό κρατίδιο, το οποίο περιελάμβανε την Πελοπόννησο, την Στερεά και τις Κυκλάδες προσπάθησαν να ψαλιδίσουν τα όνειρα του Ρήγα και όλων των επαναστατών για ανασύσταση της Ανατολικής Ρωμιοσύνης.