Ξυράφι του Όκαμ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια


Αυτό το άρθρο χρειάζεται μετάφραση.

Αν θέλετε να συμμετάσχετε, μπορείτε να επεξεργαστείτε το άρθρο μεταφράζοντάς το ή προσθέτοντας δικό σας υλικό και να αφαιρέσετε το {{μετάφραση}} μόλις το ολοκληρώσετε.

Ουλιέλμος του Όκαμ
Μεγέθυνση
Ουλιέλμος του Όκαμ

Το ξυράφι του Όκαμ (εναλλακτική ορθογραφία Το Ξυράφι του Όκκαμ), είναι επιστημονική αρχή, η οποία αποδίδεται στον άγγλο φιλόσοφο Λογικής και φραγκισκανό μοναχό του 14ου αιώνα, Ουλιέλμο του Όκαμ. Η αρχή αυτή αποτελεί την βάση της μεθοδολογικής απαγωγής και αποκαλείται επίσης αρχή της οικονομίας.

Στην απλούστερη διατύπωσή του, το Ξυράφι του Όκαμ εκφράζεται ως εξής: «Κανείς δεν θα πρέπει να προβαίνει σε περισσότερες εικασίες από όσες είναι απαραίτητες».

Στα λατινικά διατυπώνεται ως:

Pluralitas non est ponenda sine necessitate

Η φράση αυτή θα μπορούσε να αποδοθεί πολύ ελεύθερα ως εξής: Όταν δύο θεωρίες παρέχουν εξίσου ακριβείς προβλέψεις, πάντα επιλέγουμε την απλούστερη

Παράδειγμα: Παρατηρούμε ότι ένα δέντρο έχει πέσει μετά από μια θύελλα. Βάσει του δεδομένου της θύελλας συνδυασμένου με αυτό του πεσμένου δέντρου, μία λογική εικασία θα ήταν να υποθέσουμε ότι η ισχύς της θύελλας ξερίζωσε και έριξε κάτω το δέντρο. Αυτή η υπόθεση δεν προσβάλλει την κριτική μας σκέψη, καθότι υπάρχουν ισχυροί λογικοί δεσμοί μεταξύ αυτού που ήδη γνωρίζουμε και αυτού που υποθέτουμε ότι έγινε (δηλ. το ότι βλέπουμε και ακούμε τις θύελλες αποτελεί ισχυρή απόδειξη για την ύπαρξή τους και για το ότι είναι ικανές να ξεριζώσουν και να ρίξουν κάτω δέντρα). Μία εναλλακτική υπόθεση θα ήταν ότι ένας γιγάντιος εξωγήινος ξερίζωσε το δέντρο. Αυτή η υπόθεση, ωστόσο, προϋποθέτει αρκετές περαιτέρω εικασίες, οι οποίες χαρακτηρίζονται από διάφορες λογικές αδυναμίες που προκύπτουν από ασυνέπειες με τα όσα ήδη γνωρίζουμε (αναφορικά με την ύπαρξη των εξωγήινων, την ικανότητα και την πρόθεσή τους να εκτελούν διαστρικά ταξίδια, την ικανότητα και την πρόθεσή τους να ξεριζώνουν δέντρα—είτε επίτηδες είτε όχι—καθώς και την ύπαρξη εξωγήινης βιολογίας που τους επιτρέπει να έχουν 200 μέτρα ύψος παρά την βαρύτητα της γης), πράγμα που την καθιστά απορριπτέα.

Πίνακας περιεχομένων

[Επεξεργασία] Παραλλαγές

Το ξυράφι του Όκαμ συχνά διατυπώνεται ως Entia non sunt multiplicanda praeter necessitatem, ή, αλλιώς, «Οι οντότητες δεν θα πρέπει να πολλαπλασιάζονται πέραν του απολύτως απαραίτητου». Αυτή η διατύπωση, ωστόσο, είναι μεταγενέστερη και δεν βρίσκεται σε κανένα από τα συγγράμματα του Όκαμ. Το ίδιο ισχύει και για την διατύπωση non est ponenda pluralitas sine necessitate που κυριολεκτικά σημαίνει «δεν θα πρέπει να προϋποτίθενται επαυξήσεις χωρίς να είναι απαραίτητο».

Αυτό μπορεί να ερμηνευθεί με δύο ελάχιστα διαφορετικούς τρόπους. Σύμφωνα με τον πρώτο, από όλες τις θεωρίες που εξηγούν επαρκώς τα δεδομένα, προτιμάται η απλούστερη. Σύμφωνα με τον δεύτερο, προτιμάται το απλούστερο υποσύνολο μιας οποιασδήποτε θεωρίας η οποία εξηγεί επαρκώς τα δεδομένα. Η διαφορά έγκειται στο ότι είναι δυνατόν να υπάρχουν δύο διαφορετικές θεωρίες οι οποίες να εξηγούν τα δεδομένα επαρκώς και οι οποίες να μην έχουν καμία σχέση μεταξύ τους και κανένα κοινό στοιχείο. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι σε αυτήν την περίπτωση το Ξυράφι του Όκαμ δεν εισηγείται κάποιας προτίμησης και ότι ισχύει μόνον όταν σε μία αυτάρκη θεωρία προστίθεται κάτι τό οποίο δεν βελτιώνει τα όσα η θεωρία ήδη προβλέπει. Έτσι, το Ξυράφι του Όκαμ απλώς κόβει και αφαιρεί όλα αυτά τα επιπρόσθετα θεωρητικά στοιχεία.

Η αρχή του Ξυραφιού του Όκαμ έχει αποτελέσει την έμπνευση για πολλές άλλες διατυπώσεις, όπως: «Οικονομία των αιτημάτων», «αρχή της απλούστευσης» και την έκφραση (σε ορισμένες ιατρικές σχολές του εξωτερικού) «όταν ακούτε καλπασμό, να σκέφτεστε 'άλογο' και όχι 'ζέβρα'».

Μία επαναδίατύπωση του Ξυραφιού του Όκαμ σε πιο επίσημη ορολογία υπάρχει διαθέσιμη από την Θεωρία της Πληροφορίας στα πλαίσια του μηνύματος ελαχίστου μεγέθους.

«Όταν πρέπει να επιλεγεί ένα από δύο μοντέλα με ταυτόσημες προβλέψεις, επιλέγεται το απλούστερο». Αυτή η διατύπωση θέλει να πει ότι ένα απλούστερο μοντέλο δεν μπορεί να συμπεριληφθεί μεταξύ των μοντέλων που πληρούν τα κριτήρια της διατύπωσης, εάν οι προβλέψεις του δεν είναι ταυτόσημες.

Ο Λεονάρντο ντα Βίντσι, που έζησε μετά τον Όκαμ διατύπωσε μία παραλλαγή του Ξυραφιού του Όκαμ. Η παραλλαγή του βραχυκυκλώνει την ανάγκη για επιτήδευση, εξισώνοντας την τελευταία με την απλότητα:

Η απλότητα είναι η υπέρτατη επιτήδευση.

Το Ξυράφι του Όκαμ επίσης διατυπώνεται ως εξής:

Μεταξύ δύο θεωριών ή εξηγήσεων, όταν όλοι οι υπόλοιποι παράγοντες είναι ταυτόσημοι, προτιμάται η απλούστερη.

Εφόσον αυτή η διατύπωση είναι κάπως ασαφής, ίσως να είναι προτιμητέα αυτή του Νεύτωνα:

Δεν αποδεχόμαστε περισσότερες αιτίες για φυσικά φαινόμενα από όσες είναι ταυτόχρονα αληθείς και επαρκείς όσον αφορά την δικαιολόγηση της ύπαρξής τους.

Στο πνεύμα του ίδιου του «Ξυραφιού», πολλές φορές λέγεται ότι:

«Η απλούστερη εξήγηση είναι συνήθως η καλύτερη».

Αυτό αποτελεί υπεραπλούστευση και είναι τουλάχιστον παροδηγητικό. Βλέπε παρακάτω «Στην επιστήμη».

Άλλωστε, αυτή η επαναδιατύπωση ενέχει πολλά σφάλματα και το μεγαλύτερο όλων είναι ότι το Ξυράφι του Όκαμ χρησιμεύει μόνον για τον διαχωρισμό μεταξύ δύο επιστημονικών θεωριών οι οποίες κάνουν τις ίδιες προβλέψεις. Το δεύτερο σφάλμα είναι ότι το Ξυράφι του Όκαμ δεν διατείνεται ότι κάνει την επιλογή της «καλύτερης» θεωρίας, αλλά απλώς ότι η απλότητα είναι ο καθοριστικός παράγοντας για την επιλογή μεταξύ δύο κατά τα άλλα ίσων θεωριών. Είναι δυνατόν, με την πάροδο του χρόνου, να γίνουν γνωστές πληροφορίες οι οποίες να καταστήσουν την περιπλοκότερη θεωρία ορθότερη. Το Ξυράφι του Όκαμ δεν διατείνεται σαφώς ότι κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει αλλά μας προτρέπει να δεχόμαστε την απλούστερη θεωρία έως ότου έχουμε λόγους για να μην το κάνουμε.

[Επεξεργασία] Υποστήριξη

Το Ξυράφι του Όκαμ είναι γνωστό με πολλές άλλες ονομασίες, όπως Αρχή της Οικονομίας, Αρχή της Απλότητας, διότι υπάρχει μία εμφανής σύνδεση μεταξύ της απλότητας, της οικονομίας και του Ξυραφιού. Πριν από τον 20ο αιώνα, επικρατούσε η αντίληψη ότι η υπεράσπιση του Ξυραφιού μεταφυσικώς αποτελούσε απλότητα, ότι η φύση ήταν κατά βάση απλή και ότι, συνεπώς, οι φυσικές θεωρίες θα πρέπει να αντανακλούν αυτήν την απλότητα. Από την αρχή του 20ου αιώνα, ωστόσο, αυτές οι αντιλήψεις άρχισαν να χάνουν την δημοτικότητά τους, διότι οι επιστήμονες άρχισαν να σχηματίζουν μία όλο και πιο περίπλοκη εικόνα του φυσικού σύμπαντος. Αντιστοίχως, οι φιλόσοφοι εγκατέλειψαν την μεταφυσική υποστήριξη του Ξυραφιού και κατέφυγαν στην επιστημολογία, παρέχοντας επαγωγικά, πραγματολογικά και πιθανοτητολογικά επιχειρήματα, κατάσταση η οποία συνεχίζει μέχρι και σήμερα. Έτσι, το Ξυράφι του Όκαμ αποτελεί πλέον αρχή μεθοδολογίας. Ο Έλιοτ Σόμπερ δεν συμφωνεί με την επιστημολογική υποστήριξη του Ξυραφιού και πιστεύει ότι πρέπει να υφίσταται κάποια μεταφυστική προκατάληψη πίσω του, μολονότι δεν προσφέρει πιθανές αναλύσεις. (Sober, 1990).

[Επεξεργασία] Η αντιλογία του Chatton

Ο Walter του Chatton, ο οποίος ήταν σύγχρονος του Ουλιέλμου του Όκαμ (1287-1347), αντιτέθηκε στο Ξυράφι του Όκαμ και στις εφαρμογές του. Ως αντίλογο, επινόησε το αντι-ξυράφι του: «Εάν τρεις θέσεις δεν επαρκούν για να επιβεβαιώσουν μία καταφατική πρόταση για κάποιο ζήτημα, τότε πρέπει να προστεθεί και μια τέταρτη, και ούτω καθ'εξής». Αν και αρκετοί άλλοι φιλόσοφοι έχουν διατυπώσει παρόμοια «αντι-ξυράφια» μετά από τον Chatton, το αξίωμα του Chatton ποτέ δεν γνώρισε την επιτυχία του Ξυραφιού του Όκαμ. Άλλοι φιλόσοφοι, οι οποίοι διετύπωσαν δικά τους αντι-ξυράφια ήταν οι Γοτεφρείδος Ουλιέλμος Λάιμπνιτς (1646-1716), Εμμανουήλ Κάντ (1724-1804) και Καρλ Μένγκερ (20ος αιώνας). Η εκδοχή του Λάιμπνιτς ονομάστηκε «αρχή της πληρότητας» (Άρθουρ Λάβτζοϊ). Η ιδέα πάνω στην οποία βασιζόταν ήταν ότι ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο με τον μέγιστο δυνατό αριθμό διαφορετικών πλασμάτων. Ο Καντ θεώρησε ότι η αρχή του Όκαμ έπρεπε να μετριαστεί κάπως και έτσι διετύπωσε το δικό του αντι-ξυράφι: «Η ποικιλία των οντοτήτων δεν θα πρέπει να μειώνεται αβασάνιστα». Ο Κάρλ Μένγκερ θεωρούσε ότι τα μαθηματικά κάνουν υπερβολική οικονομία σε ό,τι αφορά τις μεταβλητές και συνεπώς διαμόρφωσε τον Νόμο κατά της Τσιγκουνιάς, σύμφωνα με τον οποίο «Οι οντότητες δεν θα πρέπει να μειώνονται σε βαθμό ανεπάρκειας», ή, αλλιώς, «είναι μάταιο να περιορίζουμε στο λίγο αυτό που χρειάζεται πολύ». Ένα λιγότερο σοβαρό, ή (όπως θα έλεγαν κάποιοι) ακόμη πιο ακραίο αντι-ξυράφι είναι η Παταφυσική, η «επιστήμη των φανταστικών λύσεων», την οποία επινόησε ο Άλφρεντ Τζάρι (1873-1907). Η Παταφυσική, ο απόλυτος αντι-απαγωγισμός, θεωρεί ότι το κάθε συμβάν εντός του σύμπαντος είναι εντελώς μοναδικό και διέπεται από δικούς του ιδιαίτερους νόμους. Ο αργεντίνος συγγραφέας Χόρχε Λουίς Μπόρχες, ανέπτυξε αργότερα παραλλαγές σε αυτό το θέμα στο διήγημά του/ψευδοδιατριβή Tlön, Uqbar, Orbis Tertius. Επιπλέον, υπάρχει και το Ρόπαλο του Κάμπτρι, του οποίου η κυνική διατύπωση υπαγορεύει: «Δεν μπορεί να υφίσταται σύνολο αμοιβαία ασυνεπών παρατηρήσεων, για το οποίο η ανθρώπινη διάνοια να μην μπορεί να συλλάβει μία συνεκτική εξήγηση, ανεξάρτητα από το πόσο περίπλοκη θα είναι αυτή».

[Επεξεργασία] Στην επιστήμη

Το Ξυράφι του Όκαμ αποτελεί θεμελιώδη αρχή για όσους ακολουθούν την επιστημονική μεθοδολογία. Πρέπει βέβαια να σημειωθεί, ότι το Ξυράφι αποτελεί ευριστικό επιχείρημα και ότι δεν αποδίδει απαραιτήτως ορθά αποτελέσματα. Είναι, στην ουσία, μία πυξίδα που δείχνει προς την γενική κατεύθυνση η οποία πρέπει να ακολουθηθεί προκειμένου να επιλεγεί η επιστημονική υπόθεση που (επί του παρόντος) περιέχει τον μικρότερο αριθμό μη αποδεδειγμένων εικασιών. Συχνά, πολλές θεωρίες είναι εξίσου «απλές», με αποτέλεσμα το Ξυράφι του Όκαμ να μην παρέχει καμία διαφοροποίηση.

Από την άλλη μεριά, χωρίς το Ξυράφι του Όκαμ επιστήμη δεν υφίσταται. Η πρωταρχική πράξη της επιστήμης, αυτή της σύνθεσης θεωριών και της επιλογής της πλέον αξιόλογης θεωρίας με βάση την συλλογική ανάλυση των δεδομένων, θα ήταν αδύνατη δίχως κάποια μεθοδολογία επιλογής μεταξύ των θεωριών που εκφράζουν τα διαθέσιμα στοιχεία.

Αυτό οφείλεται στο ότι για κάθε σύνολο δεδομένων αντιστοιχεί άπειρος αριθμός θεωριών που είναι συνεπείς ως προς τα εν λόγω δεδομένα (αυτό είναι γνωστό ως το Πρόβλημα του Υποπροσδιορισμού). Έστω, για παράδειγμα ότι κάποιος ερευνά την περίφημη θεωρία του Ισαάκ Νεύτωνα πέρι του ότι κάθε δράση έχει μία ίση αντίδραση. Είναι πολύ εύκολο να επινοηθούν εναλλακτικές θεωρίες οι οποίες εξηγούν τα δεδομένα εξίσου αποτελεσματικά. Μία τέτοια θεωρία θα μπορούσε να υποστηρίζει ότι για κάθε δράση υπάρχει μία αντίδραση κατά το ήμισυ της αρχικής, ενώ ταυτόχρονα καλοπροαίρετα αόρατα πλάσματα ενισχύουν την αντίδραση με δική τους ενέργεια, ώστε η αντίδραση να γίνεται ίση με την δράση. Όλα αυτά τα πλάσματα θα πεθάνουν το έτος 2055 και τότε η φύση του παρατηρήσιμου σύμπαντος θα αλλάξει. Αυτή η θεωρία περιγράφει εξίσου καλά τις παρατηρήσεις μάς όσο και η θεωρία του Νεύτωνα. Επιπλέον, δεν μας είναι δυνατόν να επιλέξουμε μέσω άμεσων αποδείξεων οποιαδήποτε θεωρία μέχρι το 2055. Επειδή η δεύτερη θεωρία υποστηρίζει ότι τα εν λόγω πλάσματα είναι αόρατα και μη ανιχνεύσιμα, δεν μπορούμε να κάνουμε διαχωρισμό μεταξύ των δύο θεωριών μέχρι το 2055. Από την άλλη μεριά, κάθε θεωρία έχει εξαιρετικά μεγάλη επιρροή όσον αφορά το τι προσδοκούμε για το μέλλον (για παράδειγμα, ίσως επιλέξουμε να ζήσουμε διαφορετικά τις ζωές μας, εάν γνωρίζουμε ότι ο κόσμος όπως τον ξέρουμε θα πάψει να υπάρχει το 2055). Τελικά, διαφαίνεται επίσης ότι δημιουργείται άπειρος αριθμός παρόμοιων θεωριών, απλώς και μόνον αλλάζοντας το έτος. Με το έτος 2056 δημιουργείται νέα θεωρία. Το 2057 ορίζει άλλη μία, και ούτω καθεξής. Επειδή υπάρχει ένας άπειρος αριθμός θεωριών οι οποίες αντιστοιχούν σε κάθε σύνολο παρατηρήσεων εξίσου καλά και οι προβλέψεις της καθεμίας είναι εξίσου πρωτότυπες, εάν η επιστήμη είναι ανίκανη να επιλέξει μεταξύ τους, τότε ποτέ δεν θα κατορθώσει να καθορίσει την χρήσιμη θεωρία. Μέχρι τώρα, ο μόνος γνωστός τρόπος για να επιλέγεται η χρήσιμη θεωρία μεταξύ των απείρων θεωριών που αντιστοιχούν σε ένα σύνολο παρατηρήσεων είναι το Ξυράφι του Όκαμ. Για αυτόν τον λόγο, το Ξυράφι του Όκαμ αποτελεί απαραίτητο στοιχείο της επιστήμης, χωρίς το οποίο η επιστήμη παύει να λειτουργεί.

Το Ξυράφι του Όκαμ δεν σημαίνει «απλότητα ίσον τελειότητα». Ο Αλβέρτος Αινστάιν πιθανότατα αναφερόταν σε αυτό όταν έγραψε το 1933 ότι «ο υπέρτατος σκοπός κάθε θεωρίας είναι να καταστήσει τα ανεπίδεκτα μείωσης στοιχεία όσο απλά και λιγότερα είναι δυνατόν χωρίς να εγκαταλείπει την επαρκή παράσταση έστω και ενός εμπειρικού δεδομένου». Αυτό το σχόλιο συχνά παραφράζεται ως «Μία θεωρία πρέπει να είναι όσο απλή είναι δυνατόν, αλλά όχι απλούστερη». Συχνά, η πιο ενδεδειγμένη εξήγηση είναι πιο απλή από την απλούστερη δυνατή εξήγηση επειδή απαιτεί λιγότερες εικασίες. Το να διατυπώσει κανείς το Ξυράφι του Όκαμ ως «Η απλούστερη εξήγηση είναι και η καλύτερη (ή η αληθέστερη)» αποτελεί υπεραπλούστευση καθ' αυτό.

Στην ιστορία της επιστήμης, το Ξυράφι του Όκαμ χρησίμευσε με δύο τρόπους. Ο ένας ήταν η οντολογική παραγωγή δι' απαλοιφής και ο άλλος ο διαρητορικός συναγωνισμός. Ορισμένα παραδείγματα της πρώτης περίπτωσης: Η ορμή της αριστοτέλειας φυσικής, οι «αγγελικές» μηχανές της μεσαιωνικής επουράνιας μηχανικής, τα τέσσερα πνεύματα της αρχαίας και μεσαιωνικής ιατρικής, ο δαιμονισμός ως εξήγηση των διανοητικών παθήσεων, το «Φλογιστόν» της μεταμεσαιωνικής χημείας και τα ζωτικά πνεύματα της μεταμεσαιωνικής βιολογίας.

Στην δεύτερη περίπτωση, έχουμε τρία παραδείγματα από την ιστορία της επιστήμης, όπου επιλέχθηκε η απλούστερη των δύο συναγωνιζόμενων θεωριών και όχι η οντολογική αντίπαλός της, παρά το ότι και οι δύο θεωρίες εξηγούσαν πλήρως τα φαινόμενα. Το πρώτο παράδειγμα είναι το ηλιοκεντρικό μοντέλο του Κοπέρνικου έναντι του γεωκεντρικού μοντέλου του Πτολεμαίου. Το δεύτερο είναι η μηχανική θεωρία της θερμότητας έναντι της Καλορικής θεωρίας. Τέλος, τρίτο είναι η θεωρία του Αινστάιν περί ηλεκτρομαγνητισμού έναντι της θεωρίας του φωσφώρου αιθέρα. Στην πρώτη περίπτωση, το μοντέλο του Κοπέρνικου επελέγη έναντι αυτού του Πτολεμαίου χάριν της απλότητάς του. Το μοντέλο του Πτολεμαίου, προκειμένου να εξηγήσει την φαινομενική οπισθοδρομική κίνηση του Ερμή σε σχέση με την Αφροδίτη, αιτούσε την ύπαρξη επικυκλίων στην τροχιά του Ερμή. Το μοντέλο του Κοπέρνικου (όπως διαμορφώθηκε από τον Κέπλερ) μπόρεσε να εξηγήσει αυτήν την κίνηση μεταθέτοντας την Γη από το κέντρο του ηλιακού συστήματος και αντικαθιστώντας την με τον Ήλιο ως κέντρο όλων των τροχιακών κινήσεων, ενώ ταυτόχρονα αντικατέστησε τις κυκλικές τροχιές του μοντέλου του Πτολεμαίου με ελλιπτικές. Επιπλέον, το μοντέλο του Κοπέρνικου δεν έκανε καμία αναφορά στις κρυστάλλινες σφαίρες στις οποίες υποτίθεται ότι περιέχονταν οι πλανήτες, σύμφωνα με το μοντέλο του Πτολεμαίου. Με μία κίνηση το μοντέλο του Κοπέρνικου μείωσε κατά δύο τα οντολογικά στοιχεία της Αστρονομίας. Σύμφωνα με την Καλορική θεωρία περί θερμότητας, η θερμότητα είναι μία αβαρής ουσία, η οποία μετακινείται από το ένα αντικείμενο στο άλλο. Αυτή η θεωρία προήλθε από την μελέτη των κανονιών και την ανακάλυψη της ατμομηχανής. Όταν ο Λόρδος Ράμφορντ μελετούσε την κατασκευή κανονιών, διαπίστωσε ότι οι παρατηρήσεις του αντιέβαιναν της Καλορικής θεωρίας. Έτσι διετύπωσε την δική του μηχανική θεωρία προς αντικατάσταση της προηγούμενης, η οποία εκτόπισε την Καλορική και ήταν οντολογικά απλούστερη από όλες τις προηγούμενες. Επίσης, κατά την διάρκεια του 19ου αιώνα, οι φυσικοί πίστευαν ότι για να ταξιδέψει το φως απαιτείται κάποιο μέσο, όπως συμβαίνει και με τα ηχητικά κύματα. Προϋποτέθηκε ότι αυτό το μέσο ήταν ο αιθέρας και συντελέστηκαν πολλά πειράματα προκείμενου να ανιχνευτεί. Ένα από τα γνωστότερα πειράματα με αρνητικό αποτέλεσμα στην ιστορία της επιστήμης, το πείραμα των Μίκελσον-Μόρλεϊ δεν κατόρθωσε να αποδείξει την ύπαρξη του αιθέρα. Ο Αινστάιν βασίστηκε σε αυτό το πόρισμο και σχημάτισε την θεωρία του χωρίς καμία αναφορά στον αιθέρα, παρέχοντας, έτσι, ακόμα ένα παράδειγμα μιας θεωρίας που προσφέρει μεγαλύτερη οντολογική απλότητα.

[Επεξεργασία] Στην βιολογία

Βιολόγοι και φιλόσοφοι της Βιολογίας χρησιμοποιούν το ξυράφι του Όκαμ σε δύο τομείς της Εξελικτική Βιολογία: στην αντιπαράθεση σχετικά με τις μονάδες [φυσικής] επιλογής και την Συστηματική. Στο βιβλίο του Adaptation and Natural Selection (Προσαρμογή και Φυσική Επιλογή, 1966) ο George C. Williams διατείνεται ότι ο αλτρουισμός μεταξύ των ζώων εξηγείται καλύτερα εάν δεχτούμε ως βάση του μία χαμηλού επιπέδου (δηλ. προσωπική) επιλογή σε αντίθεση με την υψηλού επιπέδου ομαδική επιλογή. Ο αλτρουισμός ορίζεται ως συμπεριφορά που ωφελεί την ομάδα και όχι την μονάδα, ενώ θεωρείται ότι η ομαδική επιλογή απότελεί τον εξελικτικό μηχανισμό ο οποίος επιλέγει τα αλτρουιστικά χαρακτηριστικά. Άλλοι θεωρούν την φυσική επιλογή ως τον μηχανισμό ο οποίος δικαιώνει τον αλτρουισμό μόνον ως το σύνολο συμπεριφορών των διαφόρων ζώων, τα οποία δρουν με βάση το προσωπικό συμφέρον, χωρίς να νοιάζονται για την ομάδα. Ο Williams υποστηρίζει ότι η θεωρία της προσωπικής επιλογής είναι η πιο φειδωλή. Κατ' αυτό τον τρόπο επικαλείται μία παραλλαγή του Ξυραφιού του Όκαμ που ονομάζεται Κανόνας του Μόργκαν.

Ωστόσο, τα πιο πρόσφατα συγγράματα βιολόγων όπως το The Selfish Gene (Το εγωκεντρικό γονίδιο) του Ρίτσαρντ Ντώκιν, έχουν αποκαλύψει ότι η άποψη του Williams δεν ήταν ούτε η απλούστερη, ούτε η στοιχειωδέστερη. Ο Ντώκινς υποστηρίζει ότι η λειτουργία της εξέλιξης εξαρτάται από το πλήθος των γονιδίων τα οποία πολλαπλασιάζονται στα περισσότερα δυνατά αντίγραφα, διότι αυτά καθορίζουν την πρόοδο κάθε συγκεκριμένου είδους. Δηλαδή, γίνεται φυσική επιλογή ορισμένων γονιδίων και αυτό αποτελεί ουσιαστικά την θεμελιώδη υποφώσκουσα αρχή η οποία καθιστά την μοναδική και ομαδική επιλογή αναδυόμενα χαρακτηριστικά της εξέλιξης.

Μπορούμε να ανατράξουμε στο εξής παράδειγμα από την Ζωολογία: Musk oxen, when threatened by wolves, will form a circle with the males on the outside and the females and young on the inside. This as an example of a behavior by the males that seems to be altruistic. The behavior is disadvantageous to them individually but beneficial to the group as a whole and was thus seen by some to support the group selection theory.

However, a much better explanation immediately offers itself once one considers that natural selection works on genes. If the male musk ox runs off, leaving his offspring to the wolves, his genes will not be propagated. If however he takes up the fight his genes will live on in his offspring. And thus the "stay-and-fight" gene prevails. This is an example of kin selection. An underlying general principle thus offers a much simpler explanation, without retreating to special principles as group selection.

Systematics is the branch of biology that attempts to establish genealogical relationships among organisms. It is also concerned with their classification. There are three primary camps in systematics; cladists, pheneticists, and evolutionary taxonomists. The cladists hold that genealogy alone should determine classification and pheneticists contend that similarity over propinquity of descent is the determining criterion while evolutionary taxonomists claim that both genealogy and similarity count in classification.

It is among the cladists that Occam's razor is to be found, although their term for it is cladistic parsimony. Cladistic parsimony (or maximum parsimony) is a method of phylogenetic inference in the construction of cladograms. Cladograms are branching, tree-like structures used to represent lines of descent based on one or more evolutionary change(s). Cladistic parsimony is used to support the hypothesis(es) that require the fewest evolutionary changes. It should be noted that for some types of tree, it will consistently produce the wrong results regardless of how much data is collected (this is called long branch attraction). For a full treatment of cladistic parsimony see Elliott Sober's Reconstructing the Past: Parsimony, Evolution, and Inference (1988). For a discussion of both uses of Occam's Razor in Biology see Elliott Sober's article Let's Razor Occam's Razor (1990).

Francis Crick has commented on potential limitations of Occam's Razor in biology. He advances the argument that because biological systems are the products of (an on-going) natural selection, the mechanisms are not necessarily optimal in an obvious sense. He cautions: "While Occam's razor is a useful tool in the physical sciences, it can be a very dangerous implement in biology. It is thus very rash to use simplicity and elegance as a guide in biological research."

[Επεξεργασία] Στην ιατρική

Όταν στην σύγχρονη Ιατρική γίνεται αναφορά στο Ξυράφι του Όκκαμ, οι γιατροί και οι φιλόσοφοι της ιατρικής κάνουν λόγο για την διαγνωστική οικονομία (φειδώ). Η διαγνωστική οικονομία επιτάσει ότι όταν γίνεται διάγνωση ενος τραυματισμού, μιάς ασθένειας, αρρώστιας ή πάθησης, ο γιατρός πρέπει να προσπαθεί να εστιάσει την προσοχή του σε όσο το δυνατόν λιγώτερες αιτίες που θα ανταποκρίνονται και θα ερμηνεύουν όλα τα συμπτώματα.