Μούντζα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η μούντζα είναι μία ευρέως διαδεδομένη στην Ελλάδα υβριστική χειρονομία.

[Επεξεργασία] Χρήση

Η μούντζα γίνεται με την παλάμη του χεριού. Ο υβρίζων τείνει το χέρι του προς τον υβρίζόμενο και "δείχνει" σε αυτόν την ανοιχτή του παλάμη ενώ τα δάκτυλα του χεριού του είναι τεντωμένα. Ο υβρίζων πρέπει να δίνει την εντύπωση πως κολλάει το χέρι του στο πρόσωπο του υβριζόμενου, όσο μακρια κ να βρίσκεται. Προκειμένου να δοθεί έμφαση, κάποιες φορές η μούντζα γίνεται με τα δύο χέρια. Σε αυτή την περίπτωση οι δύο παλάμες του υβρίζοντος είναι η μία πίσω από την άλλη. Η μούντζα συνοδεύεται συχνά από υβριστικές φράσεις και επιφωνήματα όπως "να!", "όρσε!", "να μαλάκα!" κ.ά.. Η μούντζα περιγραφόταν ειρωνικά ως το "παράσημο της ανοιχτής παλάμης". Πρέπει να σημειωθεί πως όσο πιο κοντά στο πρόσωπο του υβριζίμενου πλησιάσει το χέρι, τόσο μεγαλύτερη απαξίωση εκφράζει.

[Επεξεργασία] Ιστορία

Η χρήση της μούντζας ανάγεται στην εποχή του Βυζαντίου, και συγκεκριμένα σε μία ποινή που εφαρμοζόταν σε περιπτώσεις ασήμαντων παραπτωμάτων. Ο δικαστής έβαζε το χέρι του σε στάχτη και λέρωνε (μουντζούρωνε) το πρόσωπο του τιμωρούμενου, διαπομπεύοντάς τον με αυτόν τον τρόπο.
Υπάρχει ακόμα η άποψη ότι η χρήση της μούντζας χρονολογείται πολύ παλιοτερα, στην Αρχαία Ελλάδα. Στην περίπτωση αυτή, μία χειρονομία αντίστοιχη της μούντζας χρησιμοποιόταν αρχικά στα Ελευσίνια μυστήρια και συνοδευόταν από κατάρες που απευθύνονταν προς τον "εχθρό", το "Κακό" κ.λ.π.. Ωστόσο, αυτή η άποψη για την προέλευση της μούντζας έχει αμφισβητηθεί έντονα.