Όρνιθες (κωμωδία)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Κωμωδία του Αριστοφάνη που παρουσιάσθηκε το 414 π.Χ. στα Διονύσια, χαρίζοντας στον δημιουργό της το δεύτερο βραβείο. Ο Αριστοφάνης έγραψε τους «Όρνιθες» απογοητευμένος από την τροπή του Πελοποννησιακού Πολέμου. Με το μεγάλο αυτό έργο, ο Αριστοφάνης βρίσκει την ευκαιρία να διακωμωδήσει τους συκοφάντες και τους κόλακες του δήμου, καθώς και τις θεωρίες για νέα πολιτεύματα. Το έργο πραγματεύεται τη φυγή δυο ανθρώπων από την τυραννία του κόσμου στο βασίλειο του παραμυθιού και συνενώνει την πιο τολμηρή φαντασία με την πιο ανάερη ποίηση.

[Επεξεργασία] Η υπόθεση του έργου

Δύο Αθηναίοι φίλοι, ο συνετός Πισθέταιρος και ο βωμολόχος Ευελπίδης ζητούν πληροφορίες από τον τσαλαπετεινό (βασιλιάς Τηρέας) για κάποια πόλη, όπου να μπορεί κανείς να ζήσει ήσυχα και ειρηνικά. Επειδή δεν βρίσκουν αρεστή λύση, ο Πισθέταιρος προτείνει να ιδρύσουν τα ίδια τα πουλιά στο εναέριο μεσοδιάστημα μια πόλη, που θα έκανε τους θεούς να λιμοκτονήσουν και να γίνουν βολικοί. Στην εισαγωγή λοιπόν εμφανίζονται οι δύο φίλοι να πετούν μέσα από το δάσος καβαλικεμένοι ο ένας στην κουρούνα και ο άλλος στην καλιακούδα, με την ουσιαστική δικαιολογία ότι μεταναστεύουν επειδή βαρέθηκαν τη δικομανία των Αθηναίων και τίποτε άλλο. Πριν από την παράβαση γίνεται αγώνας, γιατί ο χορός των πουλιών θεωρεί εχθρούς του τους δύο ανθρώπους ενώ τον τσαλαπετεινό τον ονομάζει προδότη, και μόνο ύστερα από μεγάλο διάλογο ο Πισθέταιρος τα κερδίζει για το σχέδιο, να δοθεί η κυριαρχία του κόσμου πίσω στα πουλιά. Στη συνέχεια γίνεται η μεταμόρφωση των δύο φίλων σε πουλιά και ακολουθεί το ονομάτισμα της πόλης ως Νεφελοκοκκυγία (= κατοικία των κούκων στα σύννεφα), το χτίσιμο των διαχωριστικών τειχών ανάμεσα στη Γη και στον Ουρανό και ετοιμάζεται η θυσία για την ίδρυση της πόλης. Εδώ εμφανίζονται διάφοροι παρασιτικοί πολίτες και καλοθελητές που καταφθάνουν στην πόλη και συγυρίζονται σε μια σειρά επεισοδίων ενω μετά έρχεται η σειρά των θεών. Η Ίρις αιχμαλωτίστηκε καθώς πετούσε από το βασίλειο των πουλιών και στάλθηκε στον Δία, αφού της είπαν την καινούργια κατάσταση. Τελευταίος σχεδόν φτάνει ο δολοπλόκος Προμηθέας, για να πληροφορήσει τον Πισθέταιρο πόση στενοχώρια προκαλεί στους θεούς ο αποκλεισμός τους εξαιτίας του κράτους των πουλιών. Στην παρέα είναι ακόμα ο διπλωμάτης Ποσειδών, ο φοβερός φαγάς Ηρακλής και ο αγροίκος Τριβαλλός, εκπρόσωπος των βαρβαρικών θεών. Μετά τις διαπραγματεύσεις αποφασίζεται ότι ο Δίας πρέπει να παραχωρήσει τη Βασίλεια, την προσωποποίηση της κυριαρχίας του κόσμου, και το έργο τελειώνει με τη γαμήλια ένωση του Πισθέταιρου και της ουράνιας θεάς.

[Επεξεργασία] Αξιοσημείωτες παραστάσεις

Το 1959 πρωτοπαρουσιάσθηκε η θρυλική παράσταση του Θεάτρου Τέχνης. Τότε ο συνθέτης Μάνος Χατζιδάκις συναντήθηκε καλλιτεχνικά με άλλους κορυφαίους καλλιτέχνες: με το ζωγράφο Γιάννη Τσαρούχη, που είχε επιμεληθεί τα σκηνικά και τα κοστούμια, και με τον Κάρολο Κουν, το σκηνοθέτη της παράστασης και καλλιτεχνικό διευθυντή του Θεάτρου Τέχνης. Η παράσταση όμως κάθε άλλο παρά ευπρόσδεκτη ήταν. Το κοινό αντέδρασε σχετικά άσχημα στην πρεμιέρα (29 Αυγούστου), με αποτέλεσμα να απαγορευθούν οι επόμενες παραστάσεις από το Υπουργείο Προεδρίας. Ωστόσο, το κοινό αποδοκίμασε μια συγκεκριμένη σκηνή και όχι όλο το έργο, όμως παρ' όλ' αυτά η παράσταση διακόπηκε άδοξα. Η πορεία του μουσικού έργου, ωστόσο, δεν διακόπηκε. Ο συνθέτης αποφάσισε να ασχοληθεί με τις λεπτομέρειές του και να το ενορχηστρώσει. Το έργο πήρε την οριστική του μορφή (καντάτα) το 1964. Ένα χρόνο μετά, ο Μωρίς Μπεζάρ σκηνοθετεί και χορογραφεί τους «Όρνιθες», σε μουσική διεύθυνση του ίδιου του Χατζιδάκι, και παρουσιάζει το έργο στην Όπερα των Βρυξελλών. Με τους «Όρνιθες» το πολυεδρικό πρόσωπο του Μάνου Χατζιδάκι πλουτίζεται με νέα στοιχεία και σημειώνεται ένας ακόμη μεγάλος σταθμός, όχι μόνο στη δική του πορεία, αλλά και σ' εκείνη της σύγχρονης ελληνικής μουσικής.