Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ιάκωβος
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο Αρχιεπίσκοπος Βορείου και Νοτίου Αμερικής Ιάκωβος (κατά κόσμον Δημήτριος Κουκούζης) είχε γεννηθεί στην Ίμβρο τον Ιούλιο του 1911 και σπούδασε στη Θεολογική Σχολή Χάλκης και στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ.
Γονείς του ήταν ο Αθανάσιος και η Μαρία Κουκούζη. Είχε δύο αδελφές, την Βιργινία και την Χρυσάνθη κι έναν αδελφό, τον Παναγιώτη.
Στα 1934 χειροτονήθηκε Διάκονος και πήρε το όνομα Ιάκωβος. Πέντε χρόνια 1934 - 1939 υπηρέτησε στη Μητρόπολη Δέρκων και το 1939 - 1940 στην Αρχιεπισκοπή Αμερικής στο πλευρό του Αρχιεπίσκοπου Αθηναγόρα, ενώ στα 1940 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος στο Λόουελ της Μασσαχουσέτης και αμέσως μετά Αρχιμανδρίτης όπου και υπηρέτησε ως ιερατικός προϊστάμενος της ελληνικής κοινότητας Χάρτφορντ του Κοννέκτικατ ως το 1941.
Από το 1940 - 1942 ήταν καθηγητής της Θεολογικής Σχολής της Αρχιεπισκοπής της Αμερικής και από το 1942 - 1954 ήταν Προϊστάμενος του Καθεδρικού Ναού του Ευαγγελισμού της Βοστώνης, ενώ το 1950 πήρε την αμερικανική υπηκοότητα.
Στα 1954 έγινε Επίσκοπος Μάλτας (Μελίτης) και το 1956 Μητροπολίτης Μάλτας.
Το 1955 το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως τον διόρισε εκπρόσωπό του στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών στη Γενεύη και σε πολλά εκκλησιαστικά διεθνή συνέδρια και διασκέψεις. Στάλθηκε με εκκλησιαστική αποστολή στη Ρουμανία (1955), Νέα Ζηλανδία, Ινδία, Αιθιοπία, Ισραήλ, Ιορδανία, Λίβανο, Συρία, Φινλανδία (1956), Ρωσία, Ολλανδία και Αγγλία (1958).
Αρχές 1959 εξελέγη Αρχιεπίσκοπος της ελληνορθόδοξης Εκκλησίας Βορείου και Νοτίου Αμερικής από την Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Η Ενθρόνιση έγινε την 1η Απριλίου του ίδιου χρόνου, στον καθεδρικό Ναό της Αγίας Τριάδος, στη Νέα Υόρκη.
Πρόεδρος του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών (1959 - 1961), Αντιπρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Εκκλησιών Αμερικής (1963), Πρόεδρος της Μονίμου Συνόδου των Κανονικών Ορθοδόξων Επισκόπων της Αμερικής, Επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Βοστόνης, του Κολλεγίου Φράγκλιν και Μάρσαλ και της Θεολογικής Σχολής Μπέρκλεϋ.
Από το 1959 μέχρι και την παραίτησή του από τον αρχιεπισκοπικό θρόνο συνεργάστηκε με 9 διαδοχικούς προέδρους των Η.Π.Α (Αϊζενχάουερ, Κέννεντυ, Λ. Τζόνσον, Νίξον, Φορντ, Κάρτερ, Ρέιγκαν, Τζ.Χ.Ου. Μπους και Κλίντον).
Τιμήθηκε από 40 πνευματικά Ιδρύματα, τον πρόεδρο Κάρτερ με το Μετάλλιο της Ελευθερίας (1980) και το Κογκρέσσο των ΗΠΑ. Το 1986, έλαβε το Μετάλλιο των Μεταναστών του Έλλις Άιλαντ.
Από την Κύπρο έλαβε τους Μεγαλόσταυρους του Μακαρίου του Γ΄ και του Αγίου Βαρνάβα. Από την Ελλάδα έλαβε τους Μεγαλόσταυρους του Φοίνικα και της Τιμής και από τη Ρωσία το παράσημο Α΄ τάξης του Αγίου Βλαδίμηρου.
Δημοσίευσε πολλές μελέτες και δοκίμια σε εκκλησιαστικά, θεολογικά και οικουμενικά θέματα σε ελληνικά και ξένα θεολογικά περιοδικά. Μιλούσε άπταιστα ελληνικά, Τουρκικά, Αγγλικά, Γαλλικά και λιγότερο γερμανικά.
Περπάτησε με τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ (1965) στην πορεία στην Σέλμα της Αλαμπάμα, γιά τα ανθρώπινα και πολιτικά δικαιώματα των μαύρων στις Η.Π.Α. Επέκρινε τον πόλεμο στο Βιετνάμ.
Το 1959 έγινε δεκτός από τον Πάπα Ιωάννη ΚΓ΄ στο Βατικανό. Ήταν ο πρώτος ελληνορθόδοξος επίσκοπος που επισκέφθηκε τον προκαθήμενο της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, μετά τρεις και πλέον αιώνες.
Αγωνίστηκε για να στηρίξει την Ελλάδα, για να υπερασπίσει την πολιτική της ενώ μείζονα ρόλο διαδραμάτισε και το 1983 στη ματαίωση της αναγνώρισης του τουρκοκυπριακού αυτοαποκαλούμενου κράτους.

Στα 1978 κατάφερε και ψηφίσθηκε ο Νέος Καταστατικός Χάρτης της Αρχιεπισκοπής, στην Κληρικολαϊκή Συνέλευση του Ντητρόιτ, που αντικατέστησε τους μέχρι τότε Χάρτες του 1922 και 1933. Ο νέος Χάρτης του 1978 επανέφερε την Εκκλησία της Αμερικής στην άμεση δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου, από αυτήν της Εκκλησίας της Ελλάδος.
H πιό κρίσιμη στιγμή στην ποιμαντορία του, ήταν στα 1994, όταν στην πόλη Ligonier της Πολιτείας Πεννσυλβάνια, μαζί με τους ορθόδοξους ηγέτες (στις Η.Π.Α) της Αλβανικής, Ουκρανικής, Συριακής, Βουλγαρικής, Ρουμανικής και Σερβικής Εκκλησίας, υπόγραψαν προσύμφωνο -υπό την προεδρία του- γιά την ένωση των Εκκλησιών στην Αμερική και την δημιουργία μίας Ορθόδοξης Εκκλησίας. Αυτό δυσαρέστησε τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, ο οποίος και κάλεσε τον Ιάκωβο και άλλους επισκόπους στην Κωνσταντινούπολη, όπου απαίτησε την απόσυρση της υπογραφής τους από την συμφωνία.
Στις 29 Ιουλίου 1996 ο Ιάκωβος παραιτήθηκε από Αρχιεπίσκοπος και στη θέση του η Σύνοδος του Πατριαρχείου, εξέλεξε τον μητροπολίτη Ιταλίας, Σπυρίδωνα.
Μνημειώδης η φράση του Ιάκωβου σε επιστολή του στον πνευματικό του πατέρα, Μητροπολίτη Ίμβρου και Τενέδου Φώτιο (1958): «Δε νομίζω να υπάρχει άλλη πιό διεφθαρμένη τάξη, από αυτήν του κλήρου». Πέθανε στην οικία του στις 10 Απριλίου 2005. Η εξόδιος ακολουθία τελέστηκε στον καθεδρικό Ναό της Αγίας Τριάδας στο Μανχάτταν, της Νέας Υόρκης, την Πέμπτη 14 Απριλίου 2005 χοροστατούντος του Αρχιεπισκόπου Αμερικής Δημητρίου. Άγημα ευζώνων της ελληνικής Προεδρικής Φρουράς, που βρισκόταν στη Νέα Υόρκη γιά την παρέλαση της Κυριακής 10 Απριλίου, απέδωσε τιμές στον εκλιπόντα ιεράρχη. Η ταφή έγινε την επομένη, Παρασκευή 15 Απριλίου 2005, στη Θεολογική Σχολή Βοστώνης στον «Λόφο της Ελπίδας».
![]() |
Αλέξανδρος | Αθηναγόρας | Μιχαήλ | Ιάκωβος | Σπυρίδων | Δημήτριος |