Ραίημοντ Φρανς
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο Ραίημοντ Φρανς (Raymond Franz) ήταν μέλος του Κυβερνώντος Σώματος των Μαρτύρων του Ιεχωβά για 9 χρόνια (1971–1980), και για 15 χρόνια (1965-1980) στα World headquarters. Αποτελεί έναν ιδιαίτερα γνωστό πρώην Μάρτυρα του Ιεχωβά. Αφού αποχώρησε από την ομάδα στο τέλος του 1981, ο Ραίημοντ Φρανς έγραψε και επεξεργάστηκε δύο λεπτομερή βιβλία σχετικά με την οργάνωση των Μαρτύρων του Ιεχωβά Βιβλική και Φυλλαδική Εταιρία Σκοπιά (Watch Tower Bible and Tract Society).
[Επεξεργασία] Βιογραφία
Ο Ραίημοντ Φρανς, υπήρξε μέλος του Κυβερνώντος Σώματος των Μαρτύρων του Ιεχωβά, στο Μπρούκλυν των ΗΠΑ. Ήταν ένας από τα κεντρικά πρόσωπα που έδωσαν ώθηση στο παγκόσμιο κίνημα των «αποστατών από τη Σκοπιά», όταν μετά την αποκοπή του από την οργάνωση, εξέδωσε το αποκαλυπτικό του βιβλίο: «Κρίση Συνείδησης», που για πρώτη φορά περιέγραψε στον έξω κόσμο κρυφά ντοκουμέντα, και τα γεγονότα που συνέβαιναν στα άδυτα της ηγεσίας της εταιρίας Σκοπιά… Τα παρακάτω βιογραφικά ντοκουμέντα, έχουν ληφθεί από την αυτοβιογραφία του που περιλαμβάνεται στο ανωτέρω πρώτο του βιβλίο που έγραψε μετά την αποκοπή του. Και τα αυτοθυσιαστικά βιογραφικά ντοκουμέντα της ζωής του, αποτελούν εγγύηση για την ειλικρήνεια των λόγων του, τόσο πριν, όσο και μετά από την αποκοπή του από την οργάνωση της Σκοπιάς.
Γεννήθηκε το 1923 στις ΗΠΑ. Ο πατέρας του, η μητέρα του, καθώς και τρεις από τους παππούδες του, ήταν πιστοί της εταιρίας Σκοπιά. Ο πατέρας του είχε βαπτιστεί στη θρησκεία αυτή το 1913, όταν η θρησκεία αυτή, ήταν ακόμα γνωστή ως «Σπουδαστές της Βίβλου». Ο θείος του Φρέντ Φραντζ ήταν μέλος των κεντρικών γραφείων της εταιρίας Σκοπιά από το 1920, και στενός συνεργάτης του Ιωσήφ Ρόδερφορδ, και ζούσε στο Μπρούκλυν, στα κεντρικά γραφεία της οργάνωσης, και αργότερα έγινε ο τέταρτος πρόεδρος της εταιρίας Σκοπιά.
Στα 16 χρόνια του έγινε και ο ίδιος ο Ραίημοντ ενεργό μέλος της εταιρίας Σκοπιά. Αν και πήγαινε ακόμα στο σχολείο, δαπανούσε 20 ως 30 ώρες το μήνα στο να κηρύττει την πίστη των Μαρτύρων του Ιεχωβά από πόρτα σε πόρτα, στημένος σε γωνίες και δρόμους με περιοδικά, ή μοιράζοντας φέιγ βολάν, ενώ πάνω του υπήρχαν ταμπέλες που έγραφαν: «Η θρησκεία είναι παγίδα. Η Βίβλος μας εξηγεί το γιατί. Υπηρετήστε τον Θεό και τον Χριστό τον Βασιλιά».
Το 1938 παρακολούθησε σε συνέλευση της οργάνωσης στο Σινσινάτι τον δεύτερο πρόεδρο της Σκοπιάς, τον Ιωσήφ Ρόδερφορδ να μιλάει από το Λονδίνο μέσω ραδιοτηλεφωνικής σύνδεσης, και εντυπωσιάστηκε βαθιά από τα λόγια του: «…δεν υπάρχει καμιά δικαιολογία για ν’ αποκρύψουμε κάποιο τμήμα (γεγονότων) από το κοινό… Κανείς δεν πρέπει ποτέ αν επιτρέψει σε προηγούμενες πεποιθήσεις ή γνώμες να τον αποτρέψουν από το να λάβει και να εξετάσει τα γεγονότα». Μια φράση που τη φύλαξε ως οδηγό στη ζωή του, και που αργότερα θα καθόριζε προσωπικές του, και ιστορικές εξελίξεις και στην ίδια την εταιρία Σκοπιά…
Βαπτίστηκε στην οργάνωση της Σκοπιάς το 1939. Τον Ιούνιο του 1940, αφού αποφοίτησε από το Λύκειο, μπήκε στην «ολοχρόνια υπηρεσία έργου» της εταιρίας Σκοπιά. Τον καιρό εκείνο, ενώ μαινόταν ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος, και οι Μάρτυρες του Ιεχωβά κρατούσαν ουδετερότητα, ο Ραίημοντ έγινε μάρτυρας σκηνών ωμής οχλοκρατικής βίας εναντίον ομοπίστων του, κάτι που τον έπειθε όλο και περισσότερο, ότι διώκονται για χάρη του Θεού. Παράλληλα, διώχθηκε και ο ίδιος με προσωρινή φυλάκιση λίγων ημερών, εξ αιτίας της συμμετοχής του σε ομαδικό κήρυγμα.
Το 1941 σε ηλικία 19 ετών, ακούγοντας τα λόγια και την κατεύθυνση της συνέλευσης εκείνου του καλοκαιριού στο Σαίν Λούι του Μισσούρι, πήρε την απόφαση να καθυστερήσει το γάμο «για την εποχή της βασιλείας του Θεού», και να αφιερώσει τη ζωή του σε μια διαρκή υπηρεσία προς την οργάνωση, πιστεύοντας ότι ο καιρός του τέλους είναι πολύ σύντομος. (Τελικά το1959 παντρεύτηκε τη σύζυγό του σε ηλικία 36 ετών, χωρίς όμως να θελήσουν να αποκτήσουν παιδιά ποτέ).
Το 1942, διορίσθηκε από την οργάνωση ως «ειδικός σκαπανέας» στο Γουέλστον του Οχάιο. Δηλαδή είχε μια αποστολή κηρύγματος πλήρους απασχόλησης, συγκριτικά με άλλους «σκαπανείς», και του χορηγείτο γι’ αυτό από την οργάνωση, ένα μικρό μηνιαίο βοήθημα 15 δολαρίων για τις ανάγκες του, και ό,τι μάζευε από τα ποσοστά των συνδρομών που πουλούσε. Ήταν ένας διορισμός φτώχιας, ταλαιπωρίας, διωγμών και φυλακίσεων, από μισαλλόδοξα στοιχεία της περιοχής.
Το 1944 προσκλήθηκε να παρακολουθήσει μια εκπαίδευση πέντε μηνών, στην Ιεραποστολική Σχολή Γαλαάδ, της εταιρίας Σκοπιά. Και ενόσω περίμενε τον ιεραποστολικό του διορισμό, επί ενάμισι έτος, εργάσθηκε ως περιοδεύων επίσκοπος της εταιρίας Σκοπιά στην Αριζόνα και την Καλιφόρνια.
Διορίσθηκε το 1946 ιεραπόστολος στο Πόρτο Ρίκο. Τότε (ο τρίτος) πρόεδρος της εταιρίας Σκοπιά ήταν ο Νάθαν Νορ, επειδή ο προηγούμενος πρόεδρος ο Ρόδερφορδ είχε ήδη πεθάνει στις αρχές του 1942 από καρκίνο. Εκεί εργαζόταν εντατικά, συχνά φτάνοντας να διεξάγει μέχρι και περισσότερες γραφικές μελέτες με άλλους ανθρώπους κάθε εβδομάδα. Όμως οι συνθήκες χαμηλής υγιεινής και η ταλαιπωρία, αδυνάτισαν τον οργανισμό του, και προσβλήθηκε από δυσεντερία, παρατυφική λοίμωξη με συσφυκτικό άλγος και αιματηρές κενώσεις, και λοιμώδη ηπατίτιδα, ώστε δεν μπορούσε καν να ανεβεί τις σκάλες ως τον πρώτο όροφο του γραφείου τους.
Μετά από 8 χρόνια βίωσης αυτής της κατάστασης, έφθασε στο χείλος νευρικής κατάρρευσης. Ενημέρωσε τον πρόεδρο της εταιρίας, και του έδωσαν την επιλογή να επιστρέψει στις ΗΠΑ, ή να διαλέξει άλλη περιοχή της χώρας εκείνης. Διάλεξε την κωμόπολη Αγκουαντίλλα, που πίστευε ότι έχει μεγαλύτερη ανάγκη από τις υπηρεσίες του. Έτσι, σε ένα περίπου έτος, του δόθηκε διορισμός να επισκέπτεται εκκλησίες των Μαρτύρων του Ιεχωβά στο νησί του Πόρτο Ρίκο και τις γειτονικές Παρθένες νήσους, και κατά περιόδους του ζητήθηκε να ταξιδεύει στη Δομινικανή Δημοκρατία, όπου οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ήταν υπό απαγόρευση, από τον δικτάτορα Τρουχίλλο. Με τα ταξίδια αυτά, εισήγαγε στη χώρα λαθραία έντυπα της εταιρίας Σκοπιά. Αυτό έγινε πολλές φορές, ώσπου το 1955 του ζητήθηκε να υποβάλλει αίτηση προσωπικά στον ίδιο τον δικτάτορα, γνωρίζοντας τη φήμη, ότι «εξαφάνιζε» όσους έπεφταν στη δυσμένειά του. Προς έκπληξή του, αφού παρέδωσε προσωπικά στον ίδιο την αίτησή του, όχι μόνο δεν τον απέλλασαν, αλλά συνέχισε να εισάγει κρυφά έντυπα χωρίς να τον υποψιαστούν. Ένα κύμα βίαιου διωγμού κατά των Μαρτύρων του Ιεχωβά στη Δομινικανή Δημοκρατία το 1957, έγινε αιτία να απελαθούν από τη χώρα αυτή όλοι οι Αμερικανοί ιεραπόστολοι.
Το 1959, όταν άλλαξε η πολιτική της οργάνωσης για το θέμα του γάμου των ιεραποστόλων της, ο Ραίημοντ παντρεύτηκε τη σύζυγό του Σύνθια, που υπηρετούσε την οργάνωση μαζί του. Όμως σε λίγους μήνες, λόγω των δύσκολων συνθηκών, προσεβλήθη κι εκείνη με τη σειρά της από μια σειρά ασθενειών, παρόμοιες με αυτές που είχε υποστεί παλαιότερα ο Ραίημοντ, από τις οποίες ποτέ δεν έγινε τελείως καλά. Ώσπου, ενώ ως το 1961 υπηρετούσαν σε περιοδείες, τότε μεταφέρθηκαν και πάλι στην Δομινικανή Δημοκρατία, λίγο μετά τη δολοφονία του δικτάτορα Τρουχίλλο. Εκεί έμειναν για πέντε χρόνια, κατά την διάρκεια των οποίων άλλαξαν εκεί τέσσερις κυβερνήσεις, και συνέβη ένας πόλεμος τον Απρίλιο του 1965, με επίκεντρο την πόλη που έδρευαν ο Ραίημοντ και η γυναίκα του.
Από το 1965 και μετά, ο Ραίημοντ και η γυναίκα του, τα υπόλοιπα δεκαπέντε χρόνια της «ολοχρόνιας υπηρεσίας» τους, τα πέρασαν στα κεντρικά γραφεία της εταιρίας Σκοπιά, στο Μπρούκλυν της Νέας Υόρκης.
Λίγους μήνες μετά την άφιξή του στα κεντρικά γραφεία, ο πρόεδρος Νορ, του ζήτησε να αναλάβει τη διαμόρφωση ενός Λεξικού για την Αγία Γραφή, αποτέλεσμα εργασίας 250 ανδρών από όλο τον κόσμο. Ένα υλικό όμως, τόσο κακογραμμένο, που το 50% δεν χρησιμοποιήθηκε. Μαζί με τον Ραίημοντ, διορίσθηκε στο έργο αυτό, και ο Λάιμαν Σουίνγκλ (Lyman Swingle) που ήταν Διευθυντής της εταιρίας Σκοπιά, (όπως λέγονταν τότε τα μέλη του Κυβερνώντος Σώματος της εταιρίας), και ο Γραμματέας της ιεραποστολικής Σχολής Γαλαάδ της Σκοπιάς, Έντουαρντ Ντάνλαπ (Endward Dunlap), ο οποίος αργότερα έγινε ένας ακόμα από τα βασικά πρόσωπα που ενίσχυσαν το παγκόσμιο κίνημα των «Αποστατών από τη Σκοπιά». Το λεξικό αυτό, στην κατασκευή του οποίου συμμετείχαν δύο ακόμα άτομα, καθώς και άλλα εκτάκτως, ολοκληρώθηκε μετά από 5 χρόνια, και κυκλοφόρησε παγκόσμια από τις εκδόσεις της εταιρίας Σκοπιά, με το όνομα: «Βοήθημα προς Κατανόηση της Βίβλου». Η έκτασή του ήταν 1696 σελίδες. Το βιβλίο αυτό ήταν αποκαλυπτικό για τα μέλη που το κατασκεύαζαν, καθώς (όπως ο ίδιος ο Ραίημοντ γράφει στο βιβλίο του: «Κρίση Συνείδησης»): «η έρευνά μας πάνω σε κάθε θέμα, συχνά αποκάλυψε ότι η πραγματικότητα διέφερε από την άποψη της εταιρίας».
Κατά τη διάρκεια συγγραφής του «Βοηθήματος προς Κατανόηση της Βίβλου», ταξίδεψε με τον Τσαρλς Πλόγκερ σε διάφορα Πανεπιστήμια και ειδικούς αρχαιολόγους, αναζητώντας να βρουν στοιχεία που θα στήριζαν το 607 π.Χ, ως έτος πτώσεως της Ιερουσαλήμ, στο οποίο βασίζεται ένα από τα κεντρικά δόγματα της εταιρίας Σκοπιά, το δόγμα του 1914. Το πρόβλημα ήταν ότι όλοι ιστορικοί διαφωνούσαν με αυτό το έτος, και παρουσίαζαν άλλο. Ο Ραίημοντ στο βιβλίο του (Κρίση Συνειδήσεως 2ο κεφάλαιο), αργότερα έγραψε, για το σχετικό λήμμα των χρονολογιών, που ο ίδιος κατέγραψε στο λεξικό της οργάνωσης: «Βέβαια τα επιχειρήματα που παρουσίασα είναι έντιμα. Όμως, γνωρίζω ότι πρόθεσή μου ήταν να χρησιμέψουν για να στηρίξουν μια χρονολογία για την οποία δεν υπάρχει καμιά ιστορική απόδειξη».
Στις 20 Οκτωβρίου 1971, ο Ραίημοντ Φρανς κλήθηκε μαζί με άλλους τρεις, να γίνει μέλος του διευρυμμένου Κυβερνώντος Σώματος, την ίδια χρονιά που κυκλοφόρησε το «Βοήθημα προς Κατανόηση της Βίβλου» (στα Αγγλικά). Ήταν ένας από τα 11 (τότε) μέλη του Σώματος αυτού. Στη θέση αυτή, έμεινε 9 χρόνια, ως την παραίτησή του από μέλος του Κυβερνώντος Σώματος, τον Μάιο του 1980.
Μετά τον θάνατο του Νορ από καρκίνο στον εγκέφαλο, στις 8 Ιουνίου 1977, τη θέση του κατέλαβε ως 4ος πρόεδρος της εταιρίας Σκοπιά, ο Φρέντερικ Φρανς, θείος του Ραίημοντ. Όμως παράλληλα, στο διάστημα αυτό, ο Ραίημοντ έζησε ολόκληρο το παρασκήνιο της νέας δημοκρατικότερης οργανωτικής δομής της οργάνωσης της Σκοπιάς, που μετέθετε τις εξουσίες των προέδρων, στο «Κυβερνών Σώμα» στο οποίο μετείχε και αυτός. Στο διάστημα αυτό, η ήδη κλονισμένη δογματική πίστη του Ραίημοντ, συμπληρώθηκε από παρατηρήσεις του ως προς την ανεπάρκεια του Σώματος αυτού στο οποίο μετείχε, όχι μόνο να κατευθύνει τους πιστούς του χωρίς νομικισμό, αλλά και να συμφωνήσουν τα μέλη του, για το τι πρέπει να πιστεύουν σε διάφορα δόγματα, ή πώς πρέπει να ενεργήσουν. Ειδικότερα τον συγκλόνισε η διαφορετική κατεύθυνση που έδωσε το Κυβερνών Σώμα σε παρόμοια ζητήματα, στους πιστούς του στο Μεξικό και στη Μαλάουι, με αποτέλεσμα στο Μεξικό να ξεπεράσουν την κρίση με δωροδοκίες, ενώ στη Μαλάουι να δολοφονηθούν πολλοί Μάρτυρες του Ιεχωβά, διατηρώντας μια άτεγκτη στάση στις απαιτήσεις της κυβέρνησης. Τόσο τον συγκλόνισε το γεγονός αυτό, που στο βιβλίο του «Κρίση Συνείδησης», αφιέρωσε ξεχωριστό κεφάλαιο στο ζήτημα αυτό.
Την ίδια εκείνη χρονιά, το 1977, ο Σουηδός Καρλ Όλοφ Γιόνσον, έστειλε στα κεντρικά γραφεία της εταιρίας Σκοπιά, μια ογκώδη μελέτη, σχετικά με τους Καιρούς των Εθνών, και την ημερομηνία καταστροφής της Ιερουσαλήμ, το 587 π.Χ., που απεδείκνυε λάθος με επτά παράλληλες γραμμές αποδείξεων, τη βασική χρονολογία των Μαρτύρων του Ιεχωβά, το 607 π.Χ., πάνω στην οποία στηριζόταν το κεντρικό τους δόγμα για το 1914. Αυτή ήταν μια ενέργεια, που σηματοδότησε το ξεκίνημα του παγκοσμίου κινήματος των «Αποστατών από τη Σκοπιά», που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980. Η μελέτη του Σουηδού, δόθηκε στον Φρανς να την εξετάσει, επειδή αυτός ήταν που είχε κάνει και τη σχετική έρευνα στο «Βοήθημα προς κατανόηση της Βίβλου». Η έρευνα αυτή, τον συνέτριψε. Επιπλέον δική του έρευνα, όχι μόνο δεν διάψευσε τις θέσεις του Γιόνσον, αλλά τις ενίσχυσε.
Στις συνεδριάσεις του Κυβερνώντος Σώματος των Μαρτύρων του Ιεχωβά στις 6 Μαρτίου και 14 Νοεμβρίου 1979, ο Ραίημοντ Φρανς μοίρασε ένα αντίγραφο των πρώτων 20 σελίδων της μελέτης του Γιόνσον σε κάθε μέλος του Κυβερνώντος Σώματος. Όμως δεν υπήρξε ενδιαφέρον να διορθωθεί το λάθος από τη δογματική της εταιρίας Σκοπιά. Αντ’ αυτού, τον Ιούλιο του 1982, ο Γιόνσον αποκόπηκε από της οργάνωση της Σκοπιάς, χωρίς να του δοθεί απάντηση για τη μελέτη που είχε στείλει στο Κυβερνών Σώμα. Μάλιστα, έκτοτε σκλήρυνε η στάση της εταιρίας Σκοπιά ενάντια σε κάθε μέλος της που απεκόπτετο ή αποχωρούσε με τη θέλησή του από την οργάνωση, ώστε να μην επιτρέπεται ούτε να του μιλήσουν τα άλλα μέλη. Αυτό ήταν εντελώς αντίθετο από την κεντρική αρχή με την οποία είχε μάθει να ζει ο Ραίημοντ Φρανς, όταν 16 ετών άκουσε από τον Ρόδερφορδ, ότι: «δεν υπάρχει καμιά δικαιολογία για ν’ αποκρύψουμε κάποιο τμήμα (γεγονότων) από το κοινό». Και αυτό, τον έφερε σε μια κατάσταση συνειδησιακής κρίσης, που τον είχε ήδη οδηγήσει να παραιτηθεί από το Κυβερνών Σώμα το 1980, καθώς ως μέλος του Κυβερνώντος Σώματος, ένιωθε ότι απέκρυπτε στοιχεία από τους πιστούς στους οποίους ηγεμόνευε, ενώ όφειλε να τους τα αποκαλύψει.
Η αποκοπή του Ραίημοντ Φρανς, ακολούθησε, με την κατηγορία ότι «θεάθηκε να τρώει με τον σπιτονοικοκύρη του πρώην Μάρτυρα» (Time Magazine of Feb. 22, 1982, p. 66). Έκτοτε, δύο χρόνια αργότερα, ο Ραίημοντ Φρανς, βλέποντας αυτή τη σκλήρυνση της οργάνωσης απέναντι στους αποκομμένους, στα 61 του χρόνια αποφάσισε να εκδώσει το πρώτο του βιβλίο εκτός οργάνωσης: «Κρίση Συνείδησης», που δημοσιεύθηκε το 1983 στα Αγγλικά, την ίδια χρονιά, που δημοσιεύθηκε και η πρώτη έκδοση της έρευνας του Γιόνσον, με τον τίτλο: «Οι Καιροί των Εθνών Αναθεωρημένοι». Τα δύο αυτά βιβλία, έγιναν παγκόσμια γνωστά, και ενέτειναν το κίνημα των «Αποστατών από τη Σκοπιά», με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ένα δυνατό παγκόσμιο κίνημα, με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του σε κάθε χώρα. Στα Ελληνικά τα βιβλία αυτά μεταφράστηκαν από το ηγετικό στέλεχος του ιδίου κινήματος στην Ελλάδα Αγάπιο Ματσαγκούρα, (ενόσω ήταν ακόμα ως Μάρτυς του Ιεχωβά στη φυλακή ως αντιρρησίας Συνείδησης), και ως τη συγγραφή αυτού του άρθρου, υπάρχουν στα Ελληνικά μόνο σε φωτοτυπημένη μορφή, και αποσπάσματά τους στο διαδίκτυο.
Ο Ραίημοντ Φρανς, σήμερα ανήκει στον ευρύτερο Προτεσταντικό χώρο, και διατηρεί στενή επικοινωνία με τα άλλα μέλη του ιδίου κινήματος, ανεξαρτήτως θρησκείας τους.
[Επεξεργασία] Βιβλία του Ραίημοντ Φρανς
- Crisis of Conscience by Raymond Franz, a former Governing Body member of the Watch Tower Society for nine years (the highest level of Jehovah's Witnesses' organization). This book gives a very detailed insight into the authority structure, formation, practices and doctrines of the religion. The book allows the reader a view of the hidden decision-making sessions of the religion's inner council, and the powerful impact the decisions have on people's lives. A fully documented research into Jehovah's Witnesses' organization, and the struggle Raymond Franz had with his Christian conscience before God in relation to the disturbing and often shocking information he discovered. Paperback ISBN 0914675230. Hardback ISBN 0914675249. Publisher: Commentary Press; 4th edition (June 2002)
- In Search of Christian Freedom by Raymond Franz. A large follow up to the book Crisis of Conscience exploring all the doctrinal and ethical issues as a Christian, especially Christian Freedom, based on the Bible's teachings in light of the Watch Tower's doctrines. A detailed scholarly analysis of all aspects of the Watch Tower's teachings, doctrines, and claims compared to what the Bible teaches. Focussing on building a real and substantial relationship with God and Jesus as demonstrated in scripture, instead of via an organization or human agents. ISBN 0914675168 Publisher: Commentary Press (October 1991, internally updated in 2002)
[Επεξεργασία] Εξωτερικοί σύνδεσμοι
- Time Magazine - Μάρτυρας Υπό Διωγμό (στα Αγγλικά)
- Βιβλίο: Κρίση Συνείδησης (στα Αγγλικά)
- Μικρό απόσπασμα από το βιβλίο: «Κρίση Συνείδησης» (στα Ελληνικά)
- Το βιβλίο του Γιόνσον «Οι Καιροί των Εθνών Αναθεωρημένοι» (στα Αγγλικά)
- Αποσπάσματα από το βιβλίο του Γιόνσον «Οι Καιροί των Εθνών Αναθεωρημένοι» (στα Ελληνικά)
- Η Ορθόδοξη ιστοσελίδα του κινήματος των «Αποστατών από τη Σκοπιά» στην Ελλάδα